Φλέβα χρυσού που στέρεψε πρόωρα

Η ποιήτρια Ανθούλα Σταθοπούλου (1908-1935) μοιάζει μάλλον κινηματογραφική ηρωίδα παρά μορφή από την ιστορία της λογοτεχνίας. Ελαμψε για λίγο στη Θεσσαλονίκη του Μεσοπολέμου, υπήρξε η πρώτη σύζυγος του ποιητή Γιώργου Βαφόπουλου και, στα 27 της χρόνια, έφυγε από τη ζωή, ενώ το έργο της χάθηκε από το εκδοτικό προσκήνιο

3' 17" χρόνος ανάγνωσης
Φόρτωση Text-to-Speech...

ΕΛΕΝΑ ΧΟΥΖΟΥΡΗ
Ψυχή ντυμένη αέρα
εκδ. Επίκεντρο,
2025, σελ. 296

Η ποιήτρια Ανθούλα Σταθοπούλου (1908-1935) μοιάζει μάλλον κινηματογραφική ηρωίδα παρά μορφή από την ιστορία της λογοτεχνίας. Ελαμψε για λίγο στη Θεσσαλονίκη του Μεσοπολέμου, υπήρξε η πρώτη σύζυγος του ποιητή Γιώργου Βαφόπουλου και, στα 27 της χρόνια, έφυγε από τη ζωή, ενώ το έργο της χάθηκε από το εκδοτικό προσκήνιο. Τη μνημονεύουν σποραδικά εδώ κι εκεί άνθρωποι των γραμμάτων, κατά βάση Βορειοελλαδίτες, συντοπίτες της, π.χ. ο Μάρκος Μέσκος Ο Μεσοπόλεμος της ποιήτριας Ανθούλας Σταθοπούλου-Βαφοπούλου», στα «Προσωπικά κείμενα», Νεφέλη, 2000). Ενα χρόνο μετά τον θάνατό της, ο σύγχρονός της Γρηγόριος Ξενόπουλος φρόντισε την έκδοση του ποιητικού και του πεζού έργου που η Σταθοπούλου πρόλαβε να δημιουργήσει στη σύντομη ζωή της, σήμερα όμως μάταια θα την αναζητούσαν οι αναγνώστ(ρι)ες στα ράφια των βιβλιοπωλείων.

Σοφά, λοιπόν, ποιούσα, η δόκιμη πεζογράφος και μελετήτρια της λογοτεχνίας μας Ελενα Χουζούρη επέλεξε να υπηρετήσει στο ευσύνοπτο υπό συζήτηση βιβλίο περισσότερους στόχους: Πρώτα, να φιλοτεχνήσει ένα καλογραμμένο, εύληπτο, αλλά όχι απλοϊκό, πορτρέτο της Σταθοπούλου, που δεν αποτελεί τυπική βιογραφία. Εμφαση δίνεται από τη μία στην προσωπικότητα και στο δράμα της υγείας της, από την άλλη στη σχέση της με τον Βαφόπουλο, προπάντων όμως στη λογοτεχνική πορεία της, που πρόλαβε να κορυφωθεί σε μικρούς τοπικούς θριάμβους, πριν το αστέρι της σβήσει πρόωρα και οριστικά. Επειτα, να ανθολογήσει η ίδια και να συμπληρώσει τη μελέτη της με 45 ποιήματα, 4 διηγήματα και ένα θεατρικό. Με έναν σμπάρο πολλαπλής στόχευσης η Χουζούρη πετυχαίνει τα αντίστοιχα τριγώνια.

Μυθιστορηματική καλλονή

Η αναγνώστρια και ο αναγνώστης παίρνουν γεύση της προσωπικότητας και της ιστορίας αυτής της μυθιστορηματικής καλλονής, που δοκιμάστηκε σκληρά στη σύντομη ζωή της, αλλά δεν πέρασε απαρατήρητη. Και, ταυτόχρονα, παίρνουν μια γερή δόση από το έργο στο οποίο η Σταθοπούλου ήταν ολόψυχα δοσμένη, ώστε να κρίνουν και μόνες/οι τους αν και τι άξιζε, προπάντων όμως τι υποσχέσεις για το μέλλον άφηνε να διαφανούν.

Η εισαγωγική μελέτη-προσωπογραφία ισορροπημένα θρέφει την περιέργεια του κοινού αναγνώστη χωρίς ακαδημαϊκό σχολαστικισμό, αλλά και χωρίς αφέλειες και απλουστεύσεις. Η μορφή της Σταθοπούλου ζωντανεύει στα μάτια μας μέσα στην ομίχλη, στα ευρωπαΐζοντα και ανδροκρατούμενα λογοτεχνικά καφενεία και περιοδικά της Θεσσαλονίκης του Μεσοπολέμου, στις σημειώσεις του ερωτευμένου Βαφόπουλου, στη σκληρότητα της βιοπάλης, στο σανατόριο των φυματικών: όμορφη, ιδιόρρυθμη, ταλαιπωρημένη από πολύ νωρίς, παλεύει με τις απώλειες, τον βιοπορισμό, την κλονισμένη υγεία και ταυτόχρονα ερωτεύεται και γοητεύει, χωρίς στιγμή να κάνει πίσω ως λογοτέχνις. Η ανθολόγηση που ακολουθεί, συνάδει ως προς την προσωπικότητα που έχουμε ήδη γνωρίσει· και αντίστροφα όμως να άρχιζε κανείς την ανάγνωση, πρώτα από τα έργα δηλαδή, πάλι θα εναρμονίζονταν οι εντυπώσεις με τη μελέτη που έχει προηγηθεί στη διάταξη του βιβλίου.

Δημιουργικό θάρρος

Ακόμη και τα πρωτόλεια ποιήματα της Σταθοπούλου προδίδουν δημιουργικό θάρρος και δυναμισμό, ενώ ήδη ανιχνεύονται στιγμές νοηματικής και στιχουργικής ωρίμανσης. Διαβάζοντας κανείς τις «Νύχτες αγρύπνιας», βουτηγμένες στην πηχτή ατμόσφαιρα του όψιμου ρομαντισμού, που χαρακτηρίζει έντονα ορισμένες πλευρές του ελληνικού Μεσοπολέμου, εκπλήσσεται από το πόσο απηχεί το ποίημα αυτό μιαν άλλη άγρυπνη νύχτα, την «Durchwachte Nacht» της σημαντικής Γερμανίδας ποιήτριας Ανέτε φον Ντρόστε-Χύλσχοφ (1797-1848). Από την άλλη το «Εντάφιο», στο οποίο μιλάει το ήδη θαμμένο και σηπόμενο κορμί μιας γυναίκας, ανακαλεί αμέσως τα νεκρολογικά ποιήματα της Ντίκινσον (1830-1886): «Τα πλούσια μαλλιά μου πια χωρίσαν/ απ’ την απαίσια νεκροκεφαλή./ Το τελευταίο μου δώσανε φιλί/ δυο φίδια που τα μάτια μου εξορύξαν.// Κάποτε αυτά τα μάτια μου γελούσαν/ μ’ ένα θαυμάσιο χρώμα γαλανό./ Λαμπρότερα κι απ’ τον Αυγερινό,/ μες στην καρδιά του ποιητή μιλούσαν». Η Ντρόστε και η Ντίκινσον υπήρξαν ποιήτριες που συνδύασαν, όπως και η Σταθοπούλου, επαναστατημένη προσωπικότητα, κλονισμένη υγεία και μιαν εκρηκτική, άφοβη ποιητική ιδιοσυγκρασία.

Θησαυρούς βρίσκουμε και ανάμεσα στα ανθολογημένα διηγήματα, π.χ. στην ιστορία με το καμπούρικο αγόρι, που φέρει κάτι από ατμόσφαιρα Μοπασάν ή Χόφμαν, όχι μιμητικά αλλά καλά προσαρμοσμένο και συγκερασμένο στην εποχή και στις συνθήκες της. Από τις ωραιότερες στιγμές της εισαγωγικής μελέτης της Χουζούρη είναι η περιγραφή του σύντομου θριάμβου που η Σταθοπούλου πρόλαβε να απολαύσει χάρη στη θερμή υποδοχή που η Θεσσαλονίκη τής επεφύλαξε ως θεατρικής συγγραφέως. Πολλά υποσχόμενο νήμα, που κόπηκε πρόωρα.

comment-below Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή

Editor’s Pick

ΤΙ ΔΙΑΒΑΖΟΥΝ ΟΙ ΣΥΝΔΡΟΜΗΤΕΣ

MHT