Στα social media η μαγειρική ζει την πιο λαμπρή της στιγμή. Σύντομα βίντεο, εύκολα tips, συνταγές που υπόσχονται εντυπωσιακό αποτέλεσμα με ελάχιστο κόπο. Τα βλέπουμε στο μετρό, στον καναπέ, λίγο πριν κοιμηθούμε. Κάποιοι κρατούν σημειώσεις, άλλοι απλώς χαζεύουν τον ρυθμό του μαγειρέματος που λειτουργεί χαλαρωτικά.
Παρ’ όλα αυτά, την ώρα που έρχεται η στιγμή να μαγειρέψουμε, οι περισσότεροι επιλέγουμε τον δρόμο της ευκολίας. Το delivery είναι γρήγορο, όχι απαραιτήτως πολύ πιο ακριβό από το μαγείρεμα και δεν απαιτεί και καθάρισμα. Το αποτέλεσμα είναι ένα παράδοξο της εποχής: ποτέ δεν καταναλώναμε τόσο πολύ μαγειρικό περιεχόμενο και ποτέ δεν μαγειρεύαμε τόσο λίγο.
Μια διεθνής τάση
Σε παγκόσμιο επίπεδο, το σπιτικό μαγείρεμα ακολουθεί πτωτική πορεία εδώ και πέντε δεκαετίες, αποτέλεσμα του συνδυασμού κοινωνικών και οικονομικών αλλαγών. Σύμφωνα με πρόσφατη ανασκόπηση επιστημόνων, η τάση αυτή τροφοδοτείται από διάφορους παράγοντες: τον περιορισμένο χρόνο λόγω της εργασίας και των δύο φύλων, τον αστικό τρόπο ζωής και την ευκολότερη πρόσβαση σε οικονομικό φαγητό από έξω. Η στροφή αυτή αποτυπώνεται και στις δαπάνες των νοικοκυριών για φαγητό. Στην Ευρώπη, σχεδόν το ένα τρίτο των χρημάτων που ξοδεύουμε για τρόφιμα αφορά πλέον κατανάλωση εκτός σπιτιού – δηλαδή, φαγητό σε εστιατόρια, καφέ ή σε μορφή take-away. Στις Ηνωμένες Πολιτείες, μάλιστα, το 2024 σημειώθηκε ιστορικό υψηλό: σχεδόν 59% της συνολικής δαπάνης των Αμερικανών για τρόφιμα πήγε σε έτοιμο φαγητό εκτός σπιτιού, ξεπερνώντας κατά πολύ τις αγορές παντοπωλείου.
Οι Ελληνες προετοιμάζουμε κατά μέσο όρο μόλις 4 σπιτικά γεύματα την εβδομάδα, ένα από τα χαμηλότερα επίπεδα στην Ευρώπη.
Στην Ελλάδα, παρότι η σπιτική μαγειρική αποτελεί θεμέλιο της μεσογειακής κουλτούρας, οι Ελληνες προετοιμάζουμε κατά μέσο όρο μόλις 4 σπιτικά γεύματα την εβδομάδα (έρευνα Gallup, σελ. 68), ένα από τα χαμηλότερα επίπεδα στην Ευρώπη. Την ίδια στιγμή όμως καταναλώνουμε στο σπίτι περίπου 9 «μαγειρευτά» γεύματα εβδομαδιαίως, γεγονός που υποδηλώνει ότι μεγάλο μέρος αυτών προέρχεται πια από delivery ή έτοιμο φαγητό. Παράλληλα, οι νεότερες γενιές δηλώνουν φανατικοί καταναλωτές μαγειρικού περιεχομένου: 7 στους 10 Gen Z και 2 στους 3 Millennials παρακολουθούν συστηματικά βίντεο μαγειρικής.

Από την πίτσα στη φασολάδα
Αν κάποιος βλέπει καθημερινά αυτό το παράδοξο στην πράξη, είναι ο Τάσος Αντωνίου. Ως σεφ, συγγραφέας και δημιουργός σύντομων μαγειρικών βίντεο στο TikTok και το Instagram, μιλά καθημειρνά με ανθρώπους που θέλουν ιδέες για γρήγορο και υγιεινό φαγητό. Σύμφωνα με τον ίδιο οι ηλικίες άνω των 30 αρχίζουν να ενδιαφέρονται πιο συνειδητά για το τι τρώνε. Ρωτούν, συγκρίνουν, ψάχνουν επιλογές που να συνδυάζουν τη γεύση με την ισορροπία. «Η έννοια του “υγιεινού” εμφανίζεται περισσότερο από ποτέ στις συζητήσεις μας, ακόμη και από ανθρώπους που παραδέχονται ότι δεν μαγειρεύουν συστηματικά. Θέλουμε να τρώμε αυτό που θα ενέκρινε ο διατροφολόγος μας, χωρίς όμως να αναλάβουμε την προετοιμασία, ούτε και το καθάρισμα της κουζίνας. Οπότε, ειδικά ένα άτομο που ζει μόνο του δύσκολα θα μπει στη διαδικασία να μαγειρέψει κοτόπουλο. Θα το πάρει από έξω», σχολιάζει.
Στις αρχές του 2000, θυμάται, το μαγειρευτό φαγητό είχε, σχεδόν, χάσει την αίγλη του. «Μας κορόιδευαν οι συγγενείς που είχαν ταβέρνες. “Τι κάθεστε και ασχολείστε με τη φασολάδα;”, μου έλεγαν». Είκοσι πέντε χρόνια μετά, το σκηνικό έχει αντιστραφεί.
Την ίδια τάση συναντά και ο 48χρονος Δημήτρης Μουστογιάννης, που διατηρεί το «Σπιτικό», ένα από τα ελάχιστα μαγαζιά του κέντρου της Αθήνας όπου εξακολουθούν να μαγειρεύουν καθημερινά 10 διαφορετικά φαγητά. «Είμαστε οικογενειακή επιχείρηση», λέει. «Ξεκίνησε ο πατέρας μου και συνεχίζουμε εγώ και ο αδερφός μου. Αυτός είναι και ο λόγος που αντέχουμε». Στις αρχές του 2000, θυμάται, το μαγειρευτό φαγητό είχε, σχεδόν, χάσει την αίγλη του. «Μας κορόιδευαν οι συγγενείς που είχαν ταβέρνες. “Τι κάθεστε και ασχολείστε με τη φασολάδα;”, μου έλεγαν». Είκοσι πέντε χρόνια μετά, το σκηνικό έχει αντιστραφεί.

«Οι σημερινοί 30άρηδες και 40άρηδες έχουν φάει τόσο σουβλάκι και πίτσα στη ζωή τους που έχουν μπουχτίσει. Τώρα ψάχνουν το μαγειρευτό». Κι όμως, αυτό δεν σημαίνει ότι θα το φτιάξουν οι ίδιοι στο σπίτι. «Είναι πολλά τα λειτουργικά έξοδα — ρεύμα, υλικά, χρόνος. Ειδικά όσοι μένουν μόνοι ή δεν έχουν παιδιά δύσκολα μπαίνουν στη διαδικασία να μαγειρέψουν», λέει.
Το μαγαζί είναι γεμάτο νεολαία. Θα έρθουν το μεσημέρι στο διάλειμμά τους, κάποιες φορές κάθονται κιόλας, ακόμα και μόνοι τους με παρέα το κινητό τους. Είναι πολύ κοινό, καθώς τους σερβίρω, να βλέπω με την άκρη του ματιού μου πως παρακολουθούν συνταγές μαγειρικής, ωστόσο, σπανίως μας συμβουλεύονται στο πώς να φτιάξουν κάτι.
Ο ίδιος βλέπει τη διαφορά καθημερινά: όταν ξεκίνησε να δουλεύει, οι περισσότεροι πελάτες του ήταν μεγαλύτερης ηλικίας. «Τώρα, το μαγαζί είναι γεμάτο νεολαία. Θα έρθουν το μεσημέρι στο διάλειμμά τους, κάποιες φορές κάθονται κιόλας, ακόμα και μόνοι τους με παρέα το κινητό τους. Είναι πολύ κοινό, καθώς τους σερβίρω, να βλέπω με την άκρη του ματιού μου πως παρακολουθούν συνταγές μαγειρικής, ωστόσο, σπανίως μας συμβουλεύονται στο πώς να φτιάξουν κάτι. Νομίζω πως αυτά τα βιντεάκια λειτουργούν ως αποσυμπίεση από την καθημερινότητά τους. Τους χαλαρώνουν από την πίεση της δουλειάς».

Οι κουζίνες μικραίνουν
Ο αρχιτέκτονας-μηχανικός Σταύρος Πασχαλίδης σχολιάζει πως η καθημερινότητα στις πόλεις αλλάζει και μαζί της είναι φυσικό να αλλάζει και ο ρόλος της κουζίνας. «Στην αρχιτεκτονική λέμε πως η μορφή ακολουθεί τη λειτουργία και σήμερα η λειτουργία αυτή έχει περιοριστεί. Το κόστος ζωής -από το σούπερ μάρκετ μέχρι τους λογαριασμούς- έχει αυξηθεί, οπότε λίγοι μαγειρεύουν συστηματικά στα σπίτια τους. Το βλέπω καθημερινά στους πελάτες μου. Ουσιαστικά, μόνο τα ζευγάρια με μικρά παιδιά έρχονται με το αισιόδοξο πλάνο πως θα μαγειρεύουν», εξηγεί. Οι υπόλοιποι θεωρούν την κουζίνα έναν χώρο που απλώς πρέπει να υπάρχει, όχι απαραίτητα να υποστηρίζει καθημερινό μαγείρεμα.
Ο χώρος της κουζίνας έχει συρρικνωθεί σημαντικά, ακολουθώντας ένα lifestyle που το σπιτικό φαγητό παίζει ολοένα και μικρότερο ρόλο.
Παράλληλα, οι περισσότερες σπιτικές συνταγές γίνονται όλο και πιο απλές: Επτά στους 10 ερασιτέχνες μάγειρες προτιμούν πλέον συνταγές με λίγα υλικά και περίπου 64% δηλώνουν ότι διαλέγουν πιάτα «μιας κατσαρόλας» ή ενός ταψιού, που δεν απαιτούν περίπλοκες διαδικασίες. Ετσι, οι κουζίνες μικραίνουν. Ο Σταύρος παρατηρεί πως στα μεγάλα αστικά κέντρα, όπως το Λονδίνο, όπου οι άνθρωποι λείπουν πολλές ώρες από το σπίτι, η τάση αυτή είναι ήδη κυρίαρχη. «Αλλά και στην Αθήνα, ειδικά στα διαμερίσματα που πέρασαν από καθεστώς Airbnb, ο χώρος της κουζίνας έχει συρρικνωθεί σημαντικά, ακολουθώντας ένα lifestyle που το σπιτικό φαγητό παίζει ολοένα και μικρότερο ρόλο».

Η Ιόλη Χιωτίνη, interior designer, Master of Science (MSc) Ψυχολογία του Χώρου, ωστόσο, παρατηρεί ότι οι νέοι πελάτες της ζητούν συχνά κουζίνες που δεν είναι απλώς λειτουργικές, αλλά χώροι που ενθαρρύνουν μια πιο τελετουργική και απολαυστική προσέγγιση στη μαγειρική. «Ετσι, μπορεί να μοιάζει ότι αφιερώνουν λιγότερο χρόνο, όμως αυτός ο χρόνος είναι πιο ποιοτικός — πιο συνειδητός, πιο προσανατολισμένος στην ευχαρίστηση και τη σύνδεση. Παρατηρώ πως για τους νέους η μαγειρική δεν είναι πια μόνο μια καθημερινή πράξη προετοιμασίας φαγητού για τις βασικές ανάγκες, έχει μια πρόσθετη αξία: γίνεται εμπειρία, αφορμή για παρέα, ή τρόπος να προσφέρουν χαρά σε κάποιον. Από πλευράς μεγέθους, ακόμα και μια μικρή κουζίνα μπορεί να είναι απολύτως λειτουργική αν σχεδιαστεί σωστά».
Ο Τάσος Αντωνίου επιβεβαιώνει πως οι νεότερες γενιές εξοικειώνονται με την κουζίνα όλο και περισσότερο. «Συναντάω εφήβους που φτιάχνουν μόνοι τους burgers, αλλά και νέους εργαζόμενους που κάνουν κάθε Κυριακή meal prep για όλη την εβδομάδα. Η μαγειρική, άλλωστε, είναι τόσο προσιτή σε σχέση με το παρελθόν. Και μην ανησυχείτε για το καθάρισμα. Αν έχεις ένα air fryer και ένα μαντεμένιο τηγάνι που μπαίνει και στον φούρνο, τελείωσες».
