Αποφεύγω ανέκαθεν τη χρήση του όρου «ζιζάνιο», καθόσον αποτελεί παράγωγο μιας χρησιμοθηρικής ματιάς απέναντι στη φύση. Στο περιβόλι μου, λοιπόν, ανοιξιάτικα αφθονούν οι όμορφες, λευκές ταξιανθίες του άγριου καρότου (Daucus carota) – πρόκειται για «σκιάδια», όπως θα θυμάστε, αν στα μαθητικά σας χρόνια βρίσκατε συναρπαστική τη φυτολογία. Η επίπεδη επιφάνειά τους προσελκύει πλήθος από ωφέλιμα έντομα, θηρευτές άλλων βλαπτικών, καθώς και επικονιαστές, τείνοντάς μου έτσι χείρα βοηθείας. Και τούτο όμως αν δεν ίσχυε, δεν θα μου έκανε καρδιά να τα περιλάβω με την τσάπα. Είναι μάλιστα τόσο κομψά που, σε συνδυασμό με λίγα μεστωμένα στάχυα, γεμίζω με αυτά τα βάζα που στολίζουν τα υπαίθρια τραπεζώματα της εποχής.
Ξεφυλλίζοντας ξενόγλωσσα βιβλία κηπουρικής, έχω διαπιστώσει ότι σε χώρες βορειότερες από τη δική μας εκτιμούν πολύ τις πινελιές μεσογειακής αδρότητας που χαρίζει στο τοπίο. Πρόκειται για φυτό που δεν απαιτεί φροντίδες, καθώς είναι ανθεκτικό στην ξηρασία και προσαρμόζεται εύκολα σε κάθε τύπο εδάφους, ενώ επίσης αναπαράγεται μόνο του εύκολα. Ίσως όμως περισσότερο από όσο πρέπει· στο θερμό μας μάλιστα κλίμα ευνοείται τόσο, που η γοργή επέλασή του μπορεί να προκαλέσει πρόβλημα, κυρίως σε μικρούς κήπους. Για να τιθασεύσετε τον ορμητικό του χαρακτήρα, μπορείτε να καταφύγετε σε μια απλή λύση: προς τα τέλη του καλοκαιριού, όταν οι ταξιανθίες του αρχίζουν πια να μεταμορφώνονται σε χαρακτηριστικά «καλαθάκια» εντός των οποίων ωριμάζουν αργά μυριάδες σπόροι, αφαιρέστε τες κόβοντας χαμηλά στο στέλεχος. Θα διαπιστώσετε ότι ξεραίνονται γρήγορα και αντέχουν μετά για μήνες. Μεταχειριστείτε τες λοιπόν ως διακοσμητικό υλικό. Αφήστε πάντως κάποιες να ολοκληρώσουν τον κύκλο τους. Θα συλλέξετε μετά τους σπόρους προσεκτικά, ώστε να μην πέσουν στο χώμα, και θα τους αποθηκεύσετε σε καλά σφραγισμένο δοχείο. Στις αρχές του φθινοπώρου ή μόλις έλθει η άνοιξη, διασκορπίστε τους αραιά στο σημείο της προτίμησής σας και βρέξτε καλά το έδαφος για να φυτρώσουν· τόσο απλό είναι. Σημειώστε πάντως ότι το άγριο καρότο είναι φυτό διετές, που τον πρώτο χρόνο της ζωής του αναπτύσσει μόνο τα δαντελωτά του φύλλα, ενώ τα ανθοφόρα στελέχη, που ξεπερνούν σε ύψος το ένα μέτρο, και οι εντυπωσιακές ταξιανθίες του εμφανίζονται την επόμενη άνοιξη.
Κάτι που δεν πρέπει να ξεχνάτε αν αποφασίσετε να μαζέψετε τους σπόρους του, είναι ότι εμφανίζει κάποια ομοιότητα με το άκρως τοξικό κώνειο (Conium maculatum). Δεν είναι πάντως λίγες οι διαφορές ανάμεσά τους, με κυριότερες ότι το κώνειο μυρίζει δυσάρεστα και έχει βλαστό λείο, στικτό, ενώ το άγριο καρότο έχει άρωμα καρότου και ο βλαστός του είναι τριχωτός.
Διαθέτει και άλλα αξιοσημείωτα ταλέντα, πέραν του καλλωπιστικού. Στην Κρήτη διατηρούν την αρχαιοελληνική συνήθεια της κατανάλωσης των βρασμένων φύλλων και βλαστών του που συλλέγονται πριν από την άνθιση, σπανιότερα και της ινώδους ρίζας του. Το έγχυμα των αποξηραμένων φύλλων του βρίσκει εφαρμογές στη φυτοθεραπεία, ενώ το αλμυρό στην τιμή αιθέριο έλαιο των σπόρων του συμμετέχει στην παραγωγή ευγενών αρωμάτων και καλλυντικών με φημολογούμενη αντιρυτιδική δράση.

