Στο σαλόνι στο πατρικό του Πάρι Ζούρα, κατάκεντρο στην Αγίας Σοφίας, οι κουρτίνες από οργάντζα λικνίζονταν σαν να χόρευαν ταγκό μια μέρα που φύσαγε ο Βαρδάρης. Παντζούρια και παράθυρα ήταν ανοιγμένα διάπλατα κι από το μπαλκόνι ο Θερμαϊκός λαμπύριζε ρυτιδιασμένος. Ο Πάρις και η Φένια μιλούσαν για τις αναμνήσεις τους και για τα χρόνια που κάτω από το σπίτι τους περνούσε ακόμα ο λατερνατζής. Κρατούσα στην αγκαλιά μια βελούδινη γάτα και στα χέρια μια αφράτη μους σοκολά. Τα μάτια μου τα είχα καρφωμένα στις κουρτίνες που, κάθε που παραμέριζαν, άφηναν να προβάλλει αγέρωχο, ακριβώς φάτσα στο διαμέρισμα του τέταρτου ορόφου, ένα από τα παλιά αλλά καλοδιατηρημένα νεοκλασικά κτίρια του Μεσοπολέμου, μια πανέμορφη πολυκατοικία του 1925 στο κέντρο της πόλης, η οποία, όπως έμαθα εκ των υστέρων, λειτούργησε ως ξενοδοχείο με την ονομασία «Βαλκανική Ευρώπη» και είναι πλέον χαρακτηρισμένο διατηρητέο, ως έργο τέχνης.
Διαβάστε τη συνέχεια στον Γαστρονόμο

