Στη Νέα Κρήνη, στον παραθαλάσσιο οικισμό της Καλαμαριάς, μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή κατέφθασαν χιλιάδες κυνηγημένοι πρόσφυγες από τα παράλια της Μικράς Ασίας με κουρίτες, δηλαδή με βάρκες χωρίς καρίνα. Παρότι έχει αλλάξει αρκετά η φυσιογνωμία της γειτονιάς, αφού οι πρώτες μονοκατοικίες με τις τριανταφυλλιές και τις τσικουδιές (τσιτσιραβλιές) στους κήπους έχουν αντικατασταθεί από πολυώροφες πολυκατοικίες, περπατώντας στους δρόμους μπορείς να βρεις ακόμη στοιχεία από το προσφυγικό παρελθόν. Στη Νικολάου Πλαστήρα, βγαίνοντας από Αρετσού και μπαίνοντας για Κρήνη, σε υποδέχεται το εστιατόριο Κυρά της Σμύρνης. Λίγους δρόμους πιο πάνω, στο μενού της ψαροταβέρνας Ο Γιάννης συναντάς πολίτικους μεζέδες, όπως τον λεμονάτο μπακαλιάρο. Και στην παραλία φυσικά, στέκει αγέρωχο το εκκλησάκι του Νεομάρτυρος Αγίου Γεωργίου του εν Κρήνη, από τη μια να θυμίζει τις χαμένες πατρίδες, από την άλλη να συμβολίζει την αναγέννηση.
Μάλιστα, αν προσέξεις και καμιά συνομιλία στον δρόμο, μπορεί να πιάσεις «συχνότητα» παλιάς ντοπιολαλιάς, με λέξεις όπως «πεσκίρι», που είναι η πετσέτα, και «σουλούδικο», που σημαίνει ζουμερό. Στο σπίτι της Ζαχαρούλας Μπαξεβάνη, προέδρου του Πολιτιστικού Συλλόγου Προσφύγων Μικρασιατών Νέας Κρήνης «Η Αγία Παρασκευή», είχαμε την ευκαιρία να δοκιμάσουμε αυθεντική μικρασιατική κουζίνα και να συζητήσουμε, μαζί και με άλλα μέλη του συλλόγου, για την κουλτούρα που έφεραν οι πρόγονοί τους από την αγαπημένη πατρίδα. Οι περισσότερες κατάγονταν από την περιοχή της Αγίας Παρασκευής (Τσεσμέ) και τις κοντινές περιοχές, με εξαίρεση την Ελένη Δεμπιάζη, που προέρχεται από το Αϊβαλί ή αλλιώς Κυδωνίες. «Δεν είχαμε μεγάλη σχέση εμείς με τα θαλασσινά, γι’ αυτό μαγείρεψα το μοσχαράκι με την κανέλα», διευκρινίζει.

![]() |
![]() |

Σύμφωνα με όσα μου εξιστορούν, ανάλογα με την επαγγελματική δραστηριότητα των προσφύγων, τους τοποθετούσαν και σε σχετική περιοχή. Για παράδειγμα, οι περισσότερες ήταν από αλιευτικές οικογένειες, οπότε ήταν λογικό να εγκατασταθούν στη Νέα Κρήνη. Μάλιστα, κάποιοι σημερινοί ψαράδες «κρατάνε» από τότε.
Η Ευαγγελία Ιωσηφίδου, υπεύθυνη χορωδίας του συλλόγου, θυμάται τις διηγήσεις των παλιών για τον διωγμό και τη μετεγκατάσταση: «Τις γυναίκες τις βάφανε για να φαίνονται μεγαλύτερες κι άσχημες, ώστε να αποφύγουν τους βιασμούς. Δεύτερον, ράβανε στους ποδόγυρούς τους ό,τι χρυσαφικά είχαν για να γλιτώσουν και, τρίτον, όλες οι οικογένειες έφερναν μαζί τους μια εικόνα. Οι δικοί μας μετέφεραν την εικόνα της Αγίας Παρασκευής».
![]() |
![]() |


Πράσινο παντού
«Η δική μας κουζίνα δεν έχει τόσο πολλά μπαχαρικά όπως η πολίτικη. Χρησιμοποιούσαν πάρα πολύ πράσινα υλικά, όπως μαϊντανό, άνηθο και δυόσμο», περιγράφει η Ζαχαρούλα, η οποία με ενημερώνει ότι ο σύλλογος ιδρύθηκε το 2002 και μετράει σήμερα 1.400 εγγεγραμμένα μέλη. Εκεί που είναι ο σύλλογος, στην παραλία πάνω από το εκκλησάκι του Αγίου Γεωργίου, τις παλιότερες δεκαετίες έκαναν μπάνιο. «Μέχρι το Δημοτικό σίγουρα θυμάμαι να βουτάμε και το καλοκαίρι να ξημεροβραδιαζόμαστε στην παραλία. Τώρα μας κακοφαίνεται που η περιοχή παραμένει αναξιοποίητη και η θάλασσα δεν είναι καθαρή. Ειδικά μετά το κλείσιμο του νοσοκομείου “Παναγία”, το οποίο ρημάζει, η κατάσταση δημιουργεί απελπισία», λέει στενοχωρημένη η ταμίας του συλλόγου, Ελένη Παπαματθαίου, που η σκούφια της βαστάει από τον Τσεσμέ και τη Φώκαια.


Τρεις ώρες κουβεντιάζαμε και οι αναμνήσεις έδιναν και έπαιρναν. Θυμούνταν τα μέρη όπου βουτούσαν, όπως κάτω από τον Χαμόνδρακα και μπροστά από το Remezzo, τον θερινό κινηματογράφο Άλφα, που σηματοδοτούσε την έναρξη του καλοκαιριού, και τις ταβέρνες που επισκέπτονταν με τις οικογένειές τους, τον Χάρκα (υπάρχει ακόμη), την ψαροταβέρνα του Λάκη στην πλατεία Ύδρας, την παλιά ταβέρνα Ο Πλάτανος, ένα στέκι για κοτόπουλα που είχε το παρατσούκλι Λίμπακας και το μεταγενέστερο κέντρο διασκέδασης Τρεχαντήρια. Ήταν μια άλλη εποχή, πιο ανέμελη και ανθρώπινη. Τις ρωτάω αν οι γιαγιάδες τους πενθούσαν συνεχώς για την καταστροφή που τους βρήκε, αν ο θρήνος της χαμένης πατρίδας έπνιγε τα παιδικά τους χρόνια. «Όχι, δεν θυμάμαι τη γιαγιά μου να μοιρολογάει. Οι Μικρασιάτες και λόγω της θάλασσας ήταν πολύ εξωστρεφείς. Εξαρχής προσπάθησαν να στεριώσουν στην καινούργια πατρίδα, πιο πολύ θα έλεγα ότι επικρατούσε αισιοδοξία και όχι νοσταλγία», περιγράφει η Ευαγγελία, γειτόνισσα της Ζαχαρούλας. Αν και οι περισσότερες ζούσαν στην ίδια γειτονιά, φίλες έγιναν μέσω του συλλόγου. Οργανώνουν αρκετές εκδρομές κάθε χρόνο, όπως την πρώτη χρονιά που πήγαν στον Τσεσμέ και αδελφοποιήθηκαν. Πραγματοποιούν, επίσης, πολιτιστικές εκδηλώσεις, από μουσική μέχρι χορούς και αναγνώσεις βιβλίων, μαγειρεύουν τις συνταγές των προγόνων τους –έχουν εκδώσει ήδη δύο ημερολόγια μικρασιατικής κουζίνας– και προσπαθούν να διατηρούν ζωντανά τα έθιμά τους.


Το έθιμο του Κλήδονα
Ένα από αυτά, ίσως το σημαντικότερο, είναι το έθιμο του Κλήδονα το οποίο πραγματοποιείται κάθε 24 Ιουνίου. Οι ανύπαντρες γυναίκες μάζευαν το νερό σε μια στάμνα και το άφηναν να ξημερώσει, ρίχνοντας μέσα ένα ριζικάρι (κόσμημα). Την επόμενη μέρα, η Κληδονού, μια μεγάλη σε ηλικία γυναίκα, έβγαζε στην τύχη τα ριζικάρια κι έλεγε περιπαικτικά τη μοίρα σε κάθε γυναίκα μέσω «πικάντικων» στίχων που τους σκάρωνε εκείνη τη στιγμή. Ο σύλλογος, σε συνεργασία με τον Δήμο Καλαμαριάς κι άλλους πολιτιστικούς συλλόγους, φροντίζει να αναβιώνει το έθιμο κάθε καλοκαίρι. Βέβαια, παλιότερα αυτό συνέβαινε σε κάθε γειτονιά χωριστά, τώρα συμμετέχουν όλοι μαζί σε ένα μεγάλο γλέντι με παραδοσιακές στολές και μουσική.
«Πολλά τραγούδια έχουμε προικιό, τα οποία είναι ευρέως γνωστά. Για παράδειγμα, το “Τι σε μέλει εσένανε”, το “Της τριανταφυλλιάς τα φύλλα”, η λίστα δεν έχει τελειωμό», λέει με καμάρι η Ευαγγελία. Άλλο ένα δρώμενο που πραγματοποιεί ο σύλλογος κάθε Σεπτέμβρη είναι η αναπαράσταση του ερχομού των προσφύγων. Η παραλία μπροστά στον σύλλογο γεμίζει με καΐκια, ενώ φωτιές ανάβουν σε διάφορα σημεία, κρατώντας ζωντανή την ιστορία του τόπου. Μια ιστορία που διατηρείται και μέσα από τις γεύσεις, την επεξεργασία των τροφίμων, τις μνήμες που συνόδευαν τα λικέρ. Άραγε, τι έχουν κρατήσει από όλα αυτά στην καθημερινότητά τους;



«Τα σμυρναίικα πιάτα τα έχουμε στο εβδομαδιαίο μενού μας. Μυδοπίλαφο, μουσακάδες, μελιτζάνες με κρέας κι ένα σωρό άλλα έχουν την τιμητική τους», απαντά η μαμά της Ζαχαρούλας, η κυρία Ελένη, η οποία μαγείρεψε πεντανόστιμα σουτζουκάκια με κύμινο κι ελιές. «Και μην ξεχνάς τα λικέρ! Δεν τα βγάλαμε ποτέ από τη ζωή μας, συνεχίζουμε να τα φτιάχνουμε μόνοι μας και να τα προσφέρουμε. Και τα λικέρ έχουν τόσο γούστο!», συμπληρώνει. Πράγματι, ό,τι δοκιμάσαμε δεν ήταν μόνο νόστιμο, αλλά και γουστόζικο. Περιποιημένο, σωστά σερβιρισμένο, με τις αναλογίες των υλικών να δημιουργούν εκρηκτικές γεύσεις. Τόσο ισχυρές, που σε γυρίζουν έναν αιώνα και βάλε πίσω.
Δείτε εδώ τις συνταγές που μας μαγείρεψαν.





