«Λονδίνον, 12 Μαΐου (Ιδ. υπ.) – Άμα ως εσήμανεν η 12η ώρα, ο υπό ρωσικόν έλεγχον ραδιοσταθμός του Βερολίνου μετέδωσε την εξής ανακοίνωσιν: “Την στιγμήν αυτήν όλοι οι οδικοί και εμπορικοί περιορισμοί μεταξύ της ρωσικής ζώνης της Γερμανίας και των δυτικών ζωνών, ως και οι εντός του Βερολίνου, οι τεθέντες εν ισχύι από της 1ης Μαρτίου 1948, αίρονται κατόπιν διαταγών των τεσσάρων Δυνάμεων κατοχής”».
Με αυτά τα λόγια δημοσίευε η «Καθημερινή» την είδηση της άρσης του σοβιετικού αποκλεισμού του Δυτικού Βερολίνου, στις 12 Μαΐου 1949. Για σχεδόν έναν χρόνο, από τις 24 Ιουνίου 1948, οι Σοβιετικοί είχαν αποκόψει πλήρως την πρόσβαση στο Δυτικό Βερολίνο των Δυτικών Συμμάχων, επιδιώκοντας να εκβιάσουν την αποχώρησή τους από τη στρατηγικά σημαντική πόλη.
Η λήξη του αποκλεισμού δεν ήταν αποτέλεσμα κάποιας θεαματικής νίκης στο πεδίο της μάχης, αλλά προϊόν σκληρής, επίμονης διπλωματίας, έξυπνης στρατηγικής και άνευ προηγουμένου διεθνούς αποφασιστικότητας.
Αφορμή για τον αποκλεισμό δόθηκε όταν οι Δυτικοί επιχείρησαν να επισπεύσουν την ίδρυση ενός νέου γερμανικού κράτους.
Το Βερολίνο, αν και βρισκόταν βαθιά εντός της σοβιετικής ζώνης κατοχής της Ανατολικής Γερμανίας, είχε από το 1945 χωριστεί σε τέσσερις τομείς. Οι Δυτικοί Σύμμαχοι (ΗΠΑ, Ηνωμένο Βασίλειο, Γαλλία) ήλεγχαν τους δυτικούς τομείς της πόλης, ενώ η Σοβιετική Ενωση τον ανατολικό. Με την έναρξη του Ψυχρού Πολέμου, το Βερολίνο μετατράπηκε σε μικρόκοσμο της γεωπολιτικής αντιπαράθεσης.
Η αφορμή για τον αποκλεισμό δόθηκε τον Ιούνιο του 1948, όταν οι Δυτικοί Σύμμαχοι επιχείρησαν να επισπεύσουν την ίδρυση ενός νέου γερμανικού κράτους, ενοποιώντας τις τρεις δυτικές ζώνες κατοχής και προχωρώντας στην εισαγωγή ενός νέου νομίσματος, του δυτικογερμανικού μάρκου. Στόχος τους ήταν η ταχεία οικονομική ανόρθωση της Γερμανίας και η ελάφρυνση του κόστους της στρατιωτικής κατοχής. Παράλληλα, επιδίωκαν να περιορίσουν την επέκταση της σοβιετικής επιρροής στην Ευρώπη, ιδίως μετά τη μονοπωλιακή ανάληψη της εξουσίας από τους κομμουνιστές στην Τσεχοσλοβακία τον Φεβρουάριο του 1948.
Η νομισματική μεταρρύθμιση και τα σχέδια για ένα δυτικό, φιλελεύθερο γερμανικό κράτος προκάλεσαν την έντονη αντίδραση της Σοβιετικής Ενωσης. Σε μια προσπάθεια να επιβάλει τη δική της θέση στο γερμανικό ζήτημα, ο Ιωσήφ Στάλιν διέταξε τον αποκλεισμό του Βερολίνου, μιας δυτικής «νησίδας» στο εσωτερικό της σοβιετικής ζώνης. Στις 24 Ιουνίου 1948, οι σοβιετικές δυνάμεις διέκοψαν όλες τις οδικές και σιδηροδρομικές συνδέσεις προς το Δυτικό Βερολίνο και ανέστειλαν την παροχή ηλεκτρισμού και φυσικού αερίου, επιχειρώντας να εξαναγκάσουν τους Δυτικούς σε αποχώρηση μέσω της οικονομικής και ανθρωπιστικής «ασφυξίας της πόλης», η οποία βρισκόταν σε απόσταση 166 χιλιομέτρων από τις ενοποιημένες δυτικές ζώνες.
Η Μόσχα άρχισε να αντιλαμβάνεται ότι ο αποκλεισμός ενίσχυε τον δυτικό συνασπισμό αντί να τον αποδυναμώνει.
Οι Σοβιετικοί πίστευαν ότι ο αποκλεισμός θα υποχρέωνε τους Δυτικούς να εγκαταλείψουν το Βερολίνο. Ομως, υποτίμησαν την αντίδρασή τους: η περίφημη αερογέφυρα που στήθηκε από τις ΗΠΑ και τη Βρετανία ξεπέρασε κάθε προσδοκία. Καθημερινά, εκατοντάδες αεροσκάφη τροφοδοτούσαν τον πληθυσμό του Δυτικού Βερολίνου με απαραίτητες προμήθειες. Η Μόσχα άρχισε να αντιλαμβάνεται ότι, μακροπρόθεσμα, ο αποκλεισμός ενίσχυε τον δυτικό συνασπισμό αντί να τον αποδυναμώνει.
Από τον Ιανουάριο του 1949, ξεκίνησαν παρασκηνιακές επαφές μέσω της Επιτροπής του Συμβουλίου Εξωτερικών Υποθέσεων των Τεσσάρων Μεγάλων (ΗΠΑ, Βρετανία, Γαλλία, ΕΣΣΔ). Οι διαπραγματεύσεις κατέληξαν σε συμφωνία στις 4 Μαΐου 1949, στην οποία οι Σοβιετικοί αποδέχθηκαν την άρση του αποκλεισμού και την αποκατάσταση των επικοινωνιών με αντάλλαγμα την έναρξη τετραμερούς διάσκεψης για το μέλλον της Γερμανίας.
Στις 12 Μαΐου, η Σοβιετική Ενωση άνοιξε τα σύνορα. Οι σιδηρόδρομοι, οι οδοί και οι υδάτινες αρτηρίες προς το Δυτικό Βερολίνο επαναλειτούργησαν, καθώς τα πρώτα εμπορικά τρένα πέρασαν τα σοβιετικά φυλάκια, χωρίς παρεμπόδιση.
Οι ΗΠΑ και οι σύμμαχοί τους όχι μόνο διατήρησαν την παρουσία τους στο Βερολίνο, αλλά κέρδισαν διεθνές κύρος.
«300.000 Βερολινέζων των δυτικών τομέων και του σοβιετικού εγκατέλειψαν τα κατά το πλείστον ερειπωμένα οικήματά των εις δύο ογκώδεις αλλά και φιλειρηνικές διαδηλώσεις. Γέροντες και νέοι, υγιείς αλλά και ασθενείς, πλούσιοι και πένητες εξήλθον όλοι ίνα μετάσχουν οι μεν εις την άλλην συγκέντρωσιν προς εορτασμόν της λήξεως του αποκλεισμού», ανέφερε η «Κ» στις 12 Μαΐου. «Αι φάλαγγες αι οποίαι εβάδιζον προς την οδόν Ούντερ ντεν Λίντεν εξ όλων των τμημάτων του ρωσικού τομέως, έφερον σημαίας με επιγραφάς διά των οποίων απηυθύνετο έκκλησις όπως παρασχεθή υποστήριξις κατά τας εκλογάς του “Συνεδρίου του Γερμανικού Λαού” αι οποίαι θα διενεργηθούν την 15ην και 16ην Μαΐου. Προηγουμένως οι ρήτορες εις το δημοτικόν συμβούλιον της δυτικής πόλεως ετόνισαν ότι η άρσις του αποκλεισμού δεν ετερμάτισε τον “ψυχρόν πόλεμον”. “Διά την συνεννόησιν και την ειρήνην!” “Διά την ελευθερίαν και την δημοκρατίαν!” Αυτά ήσαν τα συνθήματα τα οποία ανεγράφοντο εις πινακίδας και σημαίας εις την πλατείαν του Αυγούστου Μπέμπλερ εις τον σοβιετικόν τομέα».
Η λήξη του αποκλεισμού συνέπεσε με την ανάδυση της κομμουνιστικής Κίνας υπό τον Μάο.
Η άρση του αποκλεισμού θεωρήθηκε διπλωματική ήττα της Σοβιετικής Ενωσης. Οι Ηνωμένες Πολιτείες και οι σύμμαχοί τους όχι μόνο διατήρησαν την παρουσία τους στο Βερολίνο, αλλά κέρδισαν διεθνές κύρος. Η αποφασιστική στάση τους ενίσχυσε την αίσθηση ασφάλειας στην Ευρώπη, οδηγώντας ευθέως στη δημιουργία του ΝΑΤΟ, λίγες εβδομάδες νωρίτερα, στις 4 Απριλίου 1949.
Η κρίση είχε, επίσης, παγκόσμιες προεκτάσεις. Η λήξη του αποκλεισμού συνέπεσε με την ανάδυση της κομμουνιστικής Κίνας υπό τον Μάο, αποδεικνύοντας ότι ο Ψυχρός Πόλεμος δεν ήταν πλέον αποκλειστικά ευρωπαϊκή υπόθεση.
Η αερογέφυρα συνέχισε να λειτουργεί έως το φθινόπωρο, έως ότου αποκαταστάθηκε πλήρως η χερσαία τροφοδοσία. Παρότι η σοβιετική υποχώρηση απέφυγε την ένοπλη σύγκρουση, οι επιπτώσεις ήταν μακροπρόθεσμες: μέσα σε λίγους μήνες ιδρύθηκε η Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας (Δυτική Γερμανία) και στη συνέχεια η Λαϊκή Δημοκρατία της Γερμανίας (Ανατολική Γερμανία), επικυρώνοντας τη διχοτόμηση όχι μόνο της χώρας αλλά και της Ευρώπης.
Επιμέλεια στήλης: Μυρτώ Κατσίγερα, Βασίλης Μηνακάκης, Αντιγόνη-Δέσποινα Ποιμενίδου, Αθανάσιος Συροπλάκης

