ΧΡΙΣΤΙΝΑ ΝΤΟΥΝΙΑ
Το όνειρο και το πάθος, Κ. Γ. Καρυωτάκης
εκδ. Βιβλιοπωλείον της Εστίας, 2025, σελ. 397
Επίμονη καθηγήτρια Φιλολογίας, η Χριστίνα Ντουνιά μελετά πολλές δεκαετίες τώρα τον Καρυωτάκη διερευνώντας μαζί με το έργο του τον βιογραφικό του ορίζοντα και το κοινωνικό περιβάλλον μέσα στο οποίο ο δημιουργός παρήγαγε την ποίησή του. Τα τελευταία χρόνια έχει χυθεί πολλή (ηλεκτρονική) μελάνη πάνω σε κρίσιμα θέματα του καρυωτακικού έργου: αποτελεί η ποίησή του μια από τις πρώτες εκφράσεις της καλλιτεχνικής πρωτοπορίας στα ελληνικά γράμματα ή όχι, αποτελεί εκτός από ποίηση «υπαρξιακή» και ποίηση «πολιτική»; Η συγγραφέας δεν διστάζει να πάρει θέση αναπτύσσοντας τη δική της μέθοδο βάσει της οποίας δίνει τις απαντήσεις της.
Γνωρίζουμε από τις μονογραφίες της πως μαζί με την «εκ του σύνεγγυς» ανάγνωση των ποιητικών κειμένων, η Ντουνιά ερευνά και αρχεία προσπαθώντας να ανασυστήσει την εποχή και κατά το δυνατόν να μπει στο πετσί του δημιουργού. Οχι, δεν υποστηρίζει την καλλιέργεια της παλαιάς παράδοσης του βιογραφισμού – δεν πιστεύει πως η γνώση της ζωής του συγγραφέα επιτρέπει μια καλύτερη διείσδυση στο νόημα των κειμένων. Πραγματοποιεί αντιθέτως ένα συνδυασμό «κειμενοκεντρικής» και «συγγραφοκεντρικής» προσέγγισης τοποθετημένης μέσα στον ορίζοντα της κοινωνίας, της ιστορίας, των ιδεών και των αισθητικών ρευμάτων της εποχής που γέννησε το έργο. Και πηγαίνοντας ταυτόχρονα πίσω στον χρόνο χαράσσει γενεαλογίες και προχωρώντας μπροστά παρακολουθεί τους τρόπους υποδοχής του. Και η ολιστική προσέγγιση που επιχειρεί της επιτρέπει να αναπλάσει τις πολλαπλές αποχρώσεις που χαρακτηρίζουν κάθε πραγματικότητα.
Ανήκει ο Καρυωτάκης στην καλλιτεχνική πρωτοπορία; Η συγγραφέας στηρίζεται στη θεωρητική αρχή πως η ύπαρξη ελεύθερου στίχου δεν αποτελεί αναγκαστικά το μοναδικό κριτήριο προκειμένου να διαπιστώσει κανείς τον ριζοσπαστικό χαρακτήρα μιας ποίησης. Θεωρεί πως αρκεί η ικανότητα ενός δημιουργού να φορτίσει τις λέξεις του με την έκφραση της νέας συνείδησης που κυριάρχησε στη Δύση στις αρχές του 20ού αιώνα για να τον τοποθετήσουμε στην πρωτοπορία.
Ο πόνος γίνεται στίχοι
Ριγμένο σε ένα κατακερματισμένο σύμπαν, σε μια κοινότητα η οποία έχει απολέσει τη συνοχή της, αποξενωμένο και αλλοτριωμένο, το άτομο βιώνει το αίσθημα του κενού και του ιλίγγου της αβύσσου. Μέσα σε αυτόν τον κόσμο που αποθεώνει τον υλισμό, χωρίς την παρηγοριά της θρησκείας, χωρίς την προοπτική μιας επανάστασης και με κλονισμένο το καταφύγιο της τέχνης, απόκληρος και περιφρονημένος, ο ποιητής δεν μπορεί τίποτε άλλο παρά να μετουσιώνει τον άμετρο πόνο του σε έργο. Κι αυτό κάνει ο Καρυωτάκης, μας λέει η Ντουνιά, διαταράσσοντας επιπλέον στο «Ελεγεία και Σάτιρες» τον ρυθμό του παραδοσιακού έμμετρου στίχου.
Ο Καρυωτάκης δεν διαθέτει, ωστόσο, ομόλογες γενεαλογικές ρίζες με τον Σεφέρη. Βαθιά στιγματισμένος από την ποίηση του Μποντλέρ και συνεπαρμένος από το έργο του Εντγκαρ Αλαν Πόε, ο δημιουργός των «Νηπενθών» τοποθετείται στον αστερισμό του αισθητικού ρεύματος της Ντεκαντάνς. Οχι όμως με την υποτιμητική σημασία που έδωσε στο καλλιτεχνικό αυτό ρεύμα η ελληνική απόδοσή του ως «παρακμή», αλλά ως ένα πεσιμιστικό ρεύμα που αναπτύσσεται στα τέλη του 19ου και στις αρχές του 20ού αιώνα στη Δύση ασκώντας κοινωνική κριτική, καθώς αρνείται τις κατεστημένες αξίες του χρήματος και της αγοράς. Γι’ αυτό και δεν μπορούμε, καταλήγει, παρά να τον θεωρήσουμε ως έναν από τους εισηγητές της καλλιτεχνικής πρωτοπορίας στα γράμματά μας, θέση που, κατά τη γνώμη της, επικυρώνει και το γεγονός του σταθερού ενδιαφέροντος που έχουν δείξει η κριτική, η φιλολογία, οι σύγχρονοι καλλιτέχνες και το κοινό για το καρυωτακικό έργο, σε αντίθεση με τη σχετική αμφιθυμία με την οποία έγινε δεκτό πριν από εκατό χρόνια.
Πολιτική άποψη
Αποτελεί το έργο του Καρυωτάκη ποίηση «πολιτική» εκτός από «υπαρξιακή»; Η Ντουνιά μάς συνιστά να προσεγγίσουμε το ζήτημα σφαιρικά. Οχι, ο Καρυωτάκης δεν υπήρξε ποτέ αριστερός, οι κραυγές ωστόσο της προσωπικής του απόγνωσης σε συνδυασμό με τα στοιχεία της κοινωνικής κριτικής που υπάρχουν στους στίχους του επέτρεψαν στην Αριστερά, όταν κι αυτή εγκατέλειψε τις σοσιαλρεαλιστικές παρωπίδες της, να ανακαλύψει τα επαναστατικά στοιχεία της ποίησής του και να τον διεκδικήσει. Συνέβη δηλαδή ό,τι συχνά συμβαίνει με τους καλούς ποιητές στο πέρασμα του χρόνου: το έργο τους προσφέρεται για πολλαπλές αναγνώσεις, καθώς περιέχει στους στίχους του πολυεπίπεδες, πολυδιάστατες, σφυρηλατημένες με αγωνία και, στην περίπτωσή μας με σαρκασμό, ψηφίδες ζωής. «Στους Δελφούς εμετρήθηκε το πνεύμα δύο Ελλάδων./ Ο Αισχύλος πάλι εξύπνησε την ηχώ των Φαιδριάδων./ Lorgnons, Kodaks, operateurs, στου Προμηθέα τον πόνο/ έδωσαν ιδιαίτερο, γραφικότατο τόνο».

