Τι μας έμαθε το 2024 για το 1974

Τα πεντηκοστά γενέθλια της μεταπολιτευτικής δημοκρατίας τιμήθηκαν με αφιερώματα, συνέδρια, τηλεοπτικές εκπομπές. Τι αφήνει αυτή η επιχείρηση ιστορικής αναψηλάφησης και εθνικής αυτογνωσίας; Τρεις ιστορικοί απαντούν

14' 38" χρόνος ανάγνωσης

Οσα (δεν) είπαμε στους παράλληλους μονολόγους

Του ΚΩΣΤΗ ΚΑΡΠΟΖΗΛΟΥ

Τι μάθαμε για το 1974 πενήντα χρόνια μετά; Μάλλον όχι κάτι συνταρακτικά καινούργιο. Και αυτό δεν είναι πρόβλημα. Αντίθετα με τη γενική αίσθηση ότι η εικόνα που έχουμε γύρω από το παρελθόν μεταβάλλεται όταν ένα νέο συνταρακτικό στοιχείο έρχεται στην επιφάνεια, αυτό συμβαίνει πολύ σπάνια. Δεν υπάρχει κάπου ένα μαγικό χαρτάκι, η αποκάλυψη του οποίου θα οδηγήσει σε μια ριζική αναθεώρηση των όσων ήδη γνωρίζουμε. Το παράδειγμα των αποχαρακτηρισμένων εγγράφων της ΚΥΠ από τις ημέρες της τουρκικής εισβολής στην Κύπρο είναι ενδεικτικό. Προφανώς η διάθεσή τους στο γενικό κοινό και στην επιστημονική έρευνα είναι σημαντική σε μια χώρα που υποφέρει από τη λογική των επτασφράγιστων –και ανοργάνωτων– αρχείων (λογική που με τη σειρά της ενισχύει τη μυθολογία της κρυμμένης αλήθειας που κρύβεται στα αρχεία). Αυτό όμως που προσκομίζουν στην ιστορική έρευνα και στη συλλογική αυτοσυνειδησία δεν μεταβάλλει τη γενική εικόνα που έχουμε για τις κινήσεις του δικτατορικού καθεστώτος το κρίσιμο καλοκαίρι του 1974.

Τι μας έμαθε το 2024 για το 1974-1Το αν θα σκεφτούμε, λοιπόν, διαφορετικά γύρω από το 1974 –είτε ως ορόσημο σε μια πορεία είτε ως αφετηρία για τη μελέτη της περιόδου της Μεταπολίτευσης– έγκειται στο είδος των ερωτημάτων και των ερμηνευτικών σχημάτων που θα κυριαρχήσουν στη δημόσια συζήτηση. Το 2024 ήταν μια πλούσια χρονιά: εκθέσεις, συνέδρια, τηλεοπτικές παραγωγές και επιστημονικά έργα διαμόρφωσαν ένα πολυφωνικό τοπίο γύρω από τη μετάβαση στη Δημοκρατία και την πορεία της Μεταπολίτευσης (όπου και αν θέτει κανείς το όριό της). Η πολυφωνία, όμως, δεν παρήγαγε διάλογο. Περισσότερο ένιωθε κανείς ότι είχαμε παράλληλους μονολόγους από θεσμικούς και μη φορείς παρά μια ανταλλαγή ή και αντιπαράθεση γύρω από επιχειρήματα και αναγνώσεις του παρελθόντος. Αυτό νομίζω είναι γενικό χαρακτηριστικό της ελληνικής κοινωνίας μετά την ένταση των χρόνων της κρίσης. Την αρένα της σύγκρουσης την έχει διαδεχθεί ένα πολύ πιο ήρεμο περιβάλλον, με τίμημα όμως τη στεγανοποίηση της συζήτησης. Σε όλα τα επίπεδα – και προφανώς και σε αυτό της Ιστορίας. Η εξέλιξη αυτή με τη σειρά της οδηγεί σε μια απονεύρωση των ερμηνευτικών σχημάτων, καθώς αυτά δεν παράγονται μέσα από τον ανταγωνισμό ή τον διάλογο, αλλά μέσα από την αυτάρκεια των διανοητικών bubbles στα οποία κατοικούν οι παραγωγοί τους.

Στις περισσότερες, αν όχι σε όλες, αναγνώσεις, αυτό που επικρατεί είναι μια εξέταση της μετάβασης μέσα από τη διαδοχή στιγμών που συγκροτούν ένα νήμα ευθύγραμμης πορείας από τη σκοτεινιά της δικτατορίας στο φως της δημοκρατίας: νομιμοποίηση των πολιτικών κομμάτων, εκλογές της 17ης Νοεμβρίου, δημοψήφισμα για τη βασιλεία και, τέλος, νέο σύνταγμα. Στο χρονολόγιο αυτό η Ελλάδα εμφανίζεται να υπερκαλύπτει την απόσταση που τη χώριζε από τις δυτικές φιλελεύθερες δημοκρατίες μέσα από την επούλωση των τραυμάτων της μεταπολεμικής περιόδου. Είναι ένα πειστικό σχήμα, το οποίο όμως μπορεί να οδηγήσει σε μια αντίληψη «ελληνικού εξαιρετισμού» – μιας μοναδικής, δηλαδή, ιστορίας με όρους επιτυχίας.

Αυτό που πιστεύω ότι χρειαζόμαστε είναι μια διαφορετική πλαισίωση. Να δούμε, δηλαδή, την ελληνική περίπτωση ως οργανικά ενταγμένη στο κύμα του εκδημοκρατισμού και της αντιπαράθεσης γύρω από το περιεχόμενο της δημοκρατίας που άλλαξε τις ευρωπαϊκές κοινωνίες –σε Ανατολή και Δύση– τη δεκαετία του 1960. Η ριζοσπαστική κριτική στο μοντέλο της πολιτικής και κοινωνικής σταθερότητας που επικράτησε μετά τον πόλεμο οδήγησε στην ανανέωση του περιεχομένου της Δημοκρατίας μαζί με την ταυτόχρονη άρση μηχανισμών αποκλεισμού και καταπίεσης σε διαφορετικά σημεία του ορίζοντα. Ας σκεφτούμε εδώ τη μεταβολή των φιλελεύθερων Δημοκρατιών, από το παράδειγμα της άρσης των φυλετικών διακρίσεων στις ΗΠΑ μέχρι τους μετασχηματισμούς του κράτους και των θεσμών στην ευρωπαϊκή ήπειρο. Αυτή η σκέψη δεν αναιρεί τη σημασία της ελληνικής μετάβασης. Αντίθετα, την εγγράφει σε μια ευρύτερη διαδικασία, όπου το κύριο στοιχείο ήταν η απαίτηση η Δημοκρατία να μην είναι μόνο ένα πολιτικό καθεστώς που περιορίζεται στην εκλογική διαδικασία, αλλά μια κοινωνική συνθήκη που εκτείνεται σε κάθε πτυχή της καθημερινής ζωής.

Αυτό που χρειαζόμαστε είναι μια διαφορετική πλαισίωση. Να δούμε, δηλαδή, την ελληνική περίπτωση ως οργανικά ενταγμένη στο κύμα του εκδημοκρατισμού και της αντιπαράθεσης γύρω από το περιεχόμενο της δημοκρατίας που άλλαξε τις ευρωπαϊκές κοινωνίες –σε Ανατολή και Δύση– τη δεκαετία του 1960.

Μια τέτοια οπτική ενδεχομένως μπορεί να μας απεγκλωβίσει από μια άλλη τάση που εμφανίστηκε με ιδιαίτερη ένταση το 2024 στο φόντο της συνολικής αποτίμησης της Μεταπολίτευσης. Σύμφωνα με αυτήν, η Τρίτη Ελληνική Δημοκρατία διαιρείται σε δύο φάσεις: μια ιδανική που εκκινεί το 1974 και μια προβληματική που συνδέεται με την ιδεολογική ηγεμονία της Αριστεράς και τη μετεωρική άνοδο του ΠΑΣΟΚ. Πρόκειται για ένα σχήμα το οποίο άρχισε να διαμορφώνεται στα χρόνια της κρίσης μέσα από την αναγωγή της είτε στην κοινωνική «ασυδοσία» είτε στον πολιτικό «λαϊκισμό» έπειτα από τη μακρά εμπειρία των αποκλεισμών του μετεμφυλιακού κράτους και του δικτατορικού καθεστώτος. Στη νέα του εκδοχή, ο ιστορικός χρόνος τέμνεται κάθετα, συγκροτώντας έτσι δύο εποχές (ή και δύο όψεις) της Μεταπολίτευσης. Και την ίδια στιγμή παράγει μια επιπλέον διαιρετική τομή ανάμεσα στους «πάνω» και στους «κάτω»: το υποτιθέμενο success story που ταυτίζεται με τη μορφή του Κωνσταντίνου Καραμανλή και την υπονόμευσή του από τις κοινωνικές δυναμικές του εκδημοκρατισμού. Κάθε σχηματική ανάγνωση –όπως αυτή– παραγνωρίζει τη διαλεκτική δυναμική των ιστορικών φαινομένων. Αλλά εδώ έχει και μια επιπλέον συνέπεια. Αφυδατώνει τη σύγχρονη Δημοκρατία μας από το αναγκαίο συστατικό για την ανανέωσή της: τη συμμετοχή και τη διεκδίκηση των πολιτών στη διαμόρφωση του περιεχομένου της.

*Ο κ. Κωστής Καρπόζηλος είναι ιστορικός.

Η νέα «βιβλιοθήκη» της Μεταπολίτευσης

Tου ΤΑΣΟΥ ΣΑΚΕΛΛΑΡΟΠΟΥΛΟΥ

Ο ετήσιος εορτασμός της αποκατάστασης της δημοκρατίας στον τόπο μας ποτέ δεν κατέστη ένα λαϊκό ή έστω ένα σχολικό γεγονός.

Είτε η καλοκαιρινή ιστορική στιγμή του Ιουλίου 1974, και άρα η επέτειος μέσα στο καλοκαίρι, είτε η γκρίνια για μια μερική Μεταπολίτευση και όχι πλήρη Μεταπολίτευση, είτε η σταθερή πολιτική ένταση για το εύρος της δημοκρατίας, είτε η βουβή αλλά εντελώς πραγματική σύνδεση της κατάρρευσης της χούντας με την καταστροφή της Κύπρου, κράτησαν και κρατούν την επέτειο του Ιουλίου 1974 χαμηλά σε συγκίνηση και λαϊκή συμμετοχή.

Η σκηνή του Κωνσταντίνου Καραμανλή τη στιγμή που κατεβαίνει τη σκάλα του γαλλικού προεδρικού αεροσκάφους στο αεροδρόμιο του Ελληνικού και η στιγμή που ορκίζεται από τον αρχιεπίσκοπο Σεραφείμ δεν συνδέονται με τον τρόμο που διέσπειρε η δικτατορία, ούτε με τις καταστροφικές νοοτροπίες που κληροδότησε στη δημοκρατία.

Από τον επετειακό εορτασμό είναι το τραύμα της κυπριακής καταστροφής που, ακόμη και αν παρουσιαστεί, είναι σαν κάτι ξέχωρο από τον ερχομό της δημοκρατίας στην Ελλάδα.

Επέτειος–πρωταγωνιστής για την ανάμνηση της καταστροφικής δικτατορίας παραμένει η 17η Νοεμβρίου, ημέρα που στο ξημέρωμά της το χουντικό άρμα μάχης γκρέμισε την πύλη του Πολυτεχνείου, σημαίνοντας την κορύφωση της βάρβαρης καταστολής της άοπλης εξέγερσης της νεολαίας.

Τι μας έμαθε το 2024 για το 1974-2Οι σειρήνες που βοούν στη Λευκωσία κάθε χρόνο στις 15 Ιουλίου για τη μαύρη επέτειο του χουντικού πραξικοπήματος και στις 20 Ιουλίου για την επέτειο της (νομοτελειακά αναμενόμενης) τουρκικής εισβολής δεν ήχησαν ποτέ στην Αθήνα. Ούτε φέτος, που συμπληρώθηκαν τα στρογγυλά πενήντα χρόνια, τιμήθηκαν επιστημονικά με τρόπο ξεχωριστό τα γεγονότα εκείνα, στα οποία η ελλαδική ευθύνη ήταν απόλυτη.

Τιμήθηκε, ωστόσο, η τραγική κατάληξη με την τουρκική εισβολή και την κατάρρευση της χούντας από εξαιρετικά σοβαρές και πρωτότυπες παρουσιάσεις, όπως το ντοκιμαντέρ του Αλέξη Παπαχελά «Σκοτεινή δεκαετία».

Στα επεισόδια χαρτογραφείται η πορεία προς τη δικτατορία, αναδεικνύεται ο χαρακτήρας της δικτατορίας, και αυτά μέσα από τη δράση του ξένου παράγοντα και τις αντιλήψεις του για τη δημοκρατική αλλά και για τη χουντική Ελλάδα. Από τα στοιχεία που συγκροτημένα μαθαίνουμε είναι η αναλυτική παρουσίαση των νοοτροπιών των χουντικών πρωταγωνιστών, τεκμήριο μοναδικό που η ζωντανή συζήτηση-εξέταση προσφέρει. Μια δουλειά με πολυετή έρευνα, σταδιακή ιστορική δόμηση, που περιλαμβάνει και αποδίδει γνώση.

Στο ντοκιμαντέρ των Καλύβα – Παναγιωτόπουλου «Η δική μας Μεταπολίτευση» δηλώνεται εξαρχής μια διάσταση υποκειμενικότητας ή ότι ο προσανατολισμός της δουλειάς τους δεν θα κινηθεί στην τεκμηρίωση και χαρτογράφηση των γεγονότων, αλλά ότι κυρίως θα αναζητήσουν την εξέλιξη της κουλτούρας της περιόδου μέσα από την κοινωνική διάσταση και την εξέλιξη, σε μια σύνθεση και σε έναν διάλογο μεταξύ των μαζικών εμπειριών και των πολιτικών, κοινωνικών και αξιακών αντιλήψεων. Μια αποτίμηση της Μεταπολίτευσης συγκροτημένη μέσα από παρατηρητήρια που έως τώρα δεν είχε συνηθίσει το ελληνικό κοινό, είτε εκείνο με εμπειρία στην τότε εποχή είτε το νεότερο κοινό, όταν αναζητεί απαντήσεις για την αδιαμόρφωτη γνώση του απέναντι στις δεκαετίες της Μεταπολίτευσης.

Πολλά συνέδρια πραγματοποιήθηκαν είτε με βιωματικό είτε με επιστημονικό περιεχόμενο, με ποικίλα αντικείμενα συνδεδεμένα με την πρώτη φάση ή με τα πενήντα χρόνια που παρήλθαν έκτοτε, κινούμενα σε ιστορική κατεύθυνση ή στο πλαίσιο της διεθνούς κατάστασης ή στο πλαίσιο της νομικής ή συνταγματικής διάστασης των εξελίξεων. Πολλά ήταν πραγματικά πλήρη ουσίας και συνέβαλαν στην περαιτέρω μελέτη για το γεγονός και την πορεία μετά το 1974.

Ξεχωριστό συνέδριο, για τη σύνθεση, τον ευρύ προσανατολισμό, τον πλουραλισμό του σχεδιασμού και των ανακοινώσεων, ήταν εκείνο του Κύκλου Ιδεών, που οργανώνει και συντονίζει ο πρώην αντιπρόεδρος της κυβέρνησης και πρώην πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ, καθηγητής Συνταγματικού Δικαίου στο ΑΠΘ κ. Ευάγγελος Βενιζέλος με τίτλο «Καμπύλη Μεταπολίτευσης». Στις τρεις ημέρες των εργασιών αναδείχθηκαν τα σταθερά βήματα κατά την πεντηκονταετία της Μεταπολίτευσης, οι αφετηρίες της, οι πολιτικές εξελίξεις, οι κοινωνικοί μετασχηματισμοί και τα όποια πρόσωπά τους, η εξωτερική πολιτική της χώρας, η ευρωπαϊκή της θέση και εξέλιξη.

Είτε η καλοκαιρινή ιστορική στιγμή του Ιουλίου 1974, και άρα η επέτειος μέσα στο καλοκαίρι, είτε η γκρίνια για μια μερική Μεταπολίτευση και όχι πλήρη Μεταπολίτευση, είτε η σταθερή πολιτική ένταση για το εύρος της δημοκρατίας, είτε η βουβή αλλά εντελώς πραγματική σύνδεση της κατάρρευσης της χούντας με την καταστροφή της Κύπρου, κράτησαν και κρατούν την επέτειο του Ιουλίου 1974 χαμηλά σε συγκίνηση και λαϊκή συμμετοχή.

Μέσα από τις τοποθετήσεις προσωπικοτήτων της επιστήμης, της πολιτικής, της δημοσιογραφίας, των τεχνών, προέκυψαν αποτελέσματα βαθιάς ουσίας με δυνατότητες ενίσχυσης των αναζητήσεων, των διασταυρώσεων και των σκέψεων γι’ αυτήν την πλέον πολιτικά ασφαλή ελληνική περίοδο.

Να σημειωθεί επίσης το ιδιαιτέρως ενδιαφέρον συνέδριο στη Λευκωσία, με τίτλο «1974-2024, πενήντα χρόνια από την τουρκική εισβολή στην Κύπρο». Οργανωμένο από το Τμήμα Ιστορίας και Αρχαιολογίας του Πανεπιστημίου Κύπρου, από το Κέντρο Μελετών Τάσσος Παπαδόπουλος και από τη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Λευκωσίας, παρουσίασε μέσα από τον μεγάλο αριθμό ανακοινώσεων με επιστημονική και βιωματική προσέγγιση την τραγική διάσταση της εισβολής, την απώλεια του κυπριακού εθνικού εδάφους, το πολεμικό και διπλωματικό προσκήνιο και παρασκήνιο. Μια ιδιαιτέρως επιτυχής προσπάθεια, που συνδύασε την επιστήμη με το βίωμα μιας ανοιχτής πληγής. Πολλές ήταν και οι εκθέσεις αφιερωμένες ή εμπνευσμένες από την επέτειο του 1974.

Η Εθνική Πινακοθήκη παρουσίασε την έκθεση με τίτλο «Δημοκρατία», μια πραγματικά πρωτόγνωρη για τα ελληνικά δεδομένα έκθεση, με άξονα τη σύνθεση πολιτικής και τέχνης και πεδία ανάπτυξης τις δικτατορίες της Ελλάδας, της Ισπανίας και της Πορτογαλίας. Μέσα από πλειάδα πρωτότυπων έργων καλλιτεχνών και των τριών χωρών ξεδιπλώνεται η στάση τους απέναντι στη βαρβαρότητα και στην καταπίεση των τελευταίων δικτατοριών της Δυτικής Ευρώπης.

Η Εθνική Βιβλιοθήκη, σε συνεργασία με τα Γενικά Αρχεία του Κράτους και την ΕΡΤ (Ιστορικό Αρχείο), οργάνωσε μια ιδιαιτέρως μεγάλη και εκτεταμένη έκθεση με τίτλο «Τομή ’74. Από τη Δικτατορία στη Δημοκρατία». Μέσα από σπάνια τεκμήρια των τριών φορέων, αναδεικνύεται η δυναμική εξέλιξη της τέχνης, της λογοτεχνίας και της αντιστασιακής σκέψης απέναντι στην καταστολή και τη λογοκρισία της χούντας. Ενδιαφέρον στοιχείο της έκθεσης, η πλούσια παρουσίαση βιβλίων και περιοδικών που εκδόθηκαν μετά την πτώση της χούντας, καταγράφοντας έτσι την έννοια της συνέχειας μετά τη δικτατορία, της διανόησης που γεννήθηκε στα ανελεύθερα χρόνια.

Τι μας έμαθε το 2024 για το 1974-3
Η Μελίνα Μερκούρη πανηγυρίζει την πτώση της χούντας, το καλοκαίρι του 1974. Απέναντι στη βαρβαρότητα και στη ρηχότητα του καθεστώτος, ο κόσμος του πνεύματος συγκροτεί την έμμεση αντίσταση που θα στηρίξει ηθικά την ευρεία δημοκρατική πλευρά της κοινωνίας στα ιδιαίτερα δύσκολα χρόνια της δικτατορίας, επισημαίνει ο Τάσος Σακελλαρόπουλος. [Manuel Litran/Paris Match via Getty Images / IDEAL IMAGE]

Ο Δήμος Αθηναίων (Ιστορικό Αρχείο), τα Αρχεία Σύγχρονης Κοινωνικής Ιστορίας και τα Γενικά Αρχεία του Κράτους οργάνωσαν έκθεση με τίτλο «1974 & 1944. Η Αθήνα γιορτάζει την ελευθερία της». Η έκθεση κινήθηκε σε δύο άξονες σε δύο ιστορικές επετείους της Αθήνας, συνδέοντας δύο καίριες ιστορικές στιγμές μέσα από πλούσια τεκμήρια.

Τέλος, πρόσφατα εγκαινιάστηκε έκθεση σε οργάνωση του Μορφωτικού Ιδρύματος Εθνικής Τραπέζης και του Ελληνικού Λογοτεχνικού και Ιστορικού Αρχείου (ΜΙΕΤ/ΕΛΙΑ) όπως και των Γενικών Αρχείων του Κράτους και του Ιστορικού Αρχείου της ΕΡΤ με τίτλο «1967-1974. Κουλτούρες σε αντιπαράθεση, ζωή, τέχνη, προπαγάνδα». Στην έκθεση αναδεικνύονται και χαρτογραφούνται τα βήματα και η συγκρότηση της κουλτούρας της αντίστασης μέσω της λογοτεχνίας, του θεάτρου, της ζωγραφικής, της γλυπτικής. Απέναντι στη βαρβαρότητα και στη ρηχότητα της χούντας, ο κόσμος του πνεύματος συγκροτεί την έμμεση αντίσταση που θα στηρίξει ηθικά την ευρεία δημοκρατική πλευρά της κοινωνίας στα ιδιαίτερα δύσκολα χρόνια της δικτατορίας.

Συνολικά, η επέτειος των πενήντα ετών δημοκρατίας άφησε πλούσιο και ουσιαστικό αποτύπωμα, τιμώντας τόσο τον αγώνα κατά της χούντας όσο και τη δυνατότητα σκέψης και σύνθεσης που έδωσε η ελευθερία.

*Ο κ. Τάσος Σακελλαρόπουλος είναι ιστορικός.

Η ολοκλήρωση της ιστορικής μνήμης

Του ΑΝΤΩΝΗ ΛΙΑΚΟΥ

Τη φετινή χρονιά ολοκληρώθηκε η συναστρία τριών επετείων. Το 2021 τα 200 χρόνια από την Επανάσταση του 1821, το 2022 ένας αιώνας από τη Μικρασιαστική Καταστροφή και τούτη τη χρονιά τα 50 χρόνια από τη Μεταπολίτευση. Ηταν τέσσερα πυκνά χρόνια με ιστορικές αναφορές, επετειακά αφιερώματα, εκθέσεις, εκδόσεις και εκδηλώσεις. Αφορούσαν τους τρεις από τους τέσσερις πυλώνες της εθνικής μας μνήμης. Δηλαδή τη δημιουργία της νεότερης Ελλάδας, τη Μικρασιατική Καταστροφή και, τέλος, την εκκίνηση της σύγχρονης δημοκρατίας. Ο τέταρτος πυλώνας είναι η δεκαετία του ’40.

Τι μάθαμε από αυτή την τετραετή δημόσια επιτέλεση Ιστορίας; Ο απολογισμός θα έπρεπε (και δεν είναι αργά) να γίνει. Η ανάλυση και ο αναστοχασμός των επετειακών πεπραγμένων θα μας έδειχναν όψεις της ιστορικής συνείδησης, η οποία δεν είναι ιστορική γνώση, αλλά κυρίως η σημερινή ματιά στο παρελθόν και ταυτόχρονα η ιστορική προοπτική με την οποία αντιμετωπίζουμε τα σημερινά.

Τι μας έμαθε το 2024 για το 1974-4Στο Ιωβηλαίο της Επανάστασης του 1821, αν και συνέπεσε με την πανδημία, ίσως και λόγω αυτής, έγιναν σαφείς οι γραμμές των προθέσεων. Ειδώθηκε κυρίως ως ευρωπαϊκό γεγονός, ενταγμένο στην εποχή των επαναστάσεων, και όχι ως εθνική εξαίρεση. Δόθηκε μάλιστα έμφαση σε εκείνες τις πλευρές οι οποίες τη συνέδεσαν με τις κρατικές ευρωπαϊκές πολιτικές. Η θεώρησή της δεν ήταν ως μιας εξέγερσης εναντίον της Ιεράς Συμμαχίας, αλλά η ικανότητά της να συναρθρωθεί με την πολιτική των ευρωπαϊκών δυνάμεων και κυρίως της Μ. Βρετανίας. Από την άποψη των συμβολισμών, ο Μαυροκορδάτος επικράτησε του Κολοκοτρώνη και απέκτησε φέτος και τη βιογραφία που του αξίζει. Η επέτειος αυτή, όμως, αφορούσε και τα 200 χρόνια ζωής του ελληνικού κράτους, που παρήγαγαν εν τέλει ένα αυτο-δοξαστικό αφήγημα.

Ο αιώνας της Μικρασιατικής Καταστροφής και των προσφύγων του ’22 εορτάστηκε χαμηλόφωνα συγκριτικά με την προηγούμενη επέτειο. Δεν προσφερόταν για θριαμβικά αφηγήματα, τα οποία βρήκαν τρόπο, βεβαίως, να εμφανιστούν με την εποποιία της αποκατάστασης των προσφύγων στον Μεσοπόλεμο. Ωστόσο, η δημόσια συζήτηση έμεινε καθηλωμένη στη Μικρασιατική Καταστροφή έως το τέλος της Μεγάλης Ιδέας. Αποψη όχι λάθος, αλλά θεώρηση ελληνοκεντρική, μέσω της οποίας χάθηκε από τον ορίζοντα το τεράστιο προσφυγικό ζήτημα σε όλη την Ευρώπη την επαύριον του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου. Γι’ αυτά τα 13 εκατομμύρια πρόσφυγες (δεκαπλάσιοι των δικών μας) δημιουργήθηκε το καθεστώς του μοντέρνου πρόσφυγα και οι δημόσιες πολιτικές, δηλαδή τα εργαλεία, με τις οποίες αντιμετωπίστηκε και το ελληνικό προσφυγικό ζήτημα. Τέλος, αποφεύχθηκαν με επιμέλεια αναφορές στο σύγχρονο προσφυγικό ζήτημα.

Η επέτειος της πεντηκονταετίας της Μεταπολίτευσης κατέληξε επίσης σε μια θετική αξιολόγηση του τελευταίου μισού αιώνα, παρά τη δεκαετία της κρίσης, κατά την οποία υπήρξε μια έντονη αμφισβήτηση της «κουλτούρας της Μεταπολίτευσης» και των δημοκρατικών «υπερβολών» της. Κουβεντιάστηκε όμως και αξιολογήθηκε ως μια ιστορία πολιτική, των κομμάτων και των ηγεσιών τους. Μια ιστορία των κορυφών και εκ των άνω. Ελειψε μια συνολική ιστορία, η οποία θα μπορούσε να συνυπολογίσει τις πολλές πλευρές μιας μετάβασης που γεφύρωσε τον 20ό με τον 21ο αιώνα και άλλαξε ριζικά τα πρότυπα ζωής. Δημογραφικές, οικονομικές, κοινωνικές, πολιτισμικές, πολιτικές και γεωπολιτικές εξελίξεις υποφωτίστηκαν.

Η επέτειος της πεντηκονταετίας της Μεταπολίτευσης κατέληξε σε μια θετική αξιολόγηση του τελευταίου μισού αιώνα, παρά τη δεκαετία της κρίσης, κατά την οποία υπήρξε έντονη αμφισβήτηση της «κουλτούρας της Μεταπολίτευσης» και των δημοκρατικών «υπερβολών» της.

Αν υπάρχει ένα κοινό χαρακτηριστικό και στις τρεις επετείους είναι η απουσία έντονων ιστορικών συζητήσεων, που θα συνέπαιρναν όλη την κοινωνία, όπως είχε συμβεί λ.χ. το 2006 (Εγχειρίδιο Ιστορίας Στ΄ Δημοτικού), το 2000 (ταυτότητες) ή στη δεκαετία του ’90 (Μακεδονικό). Αν τότε ο ένας πόλος της συζήτησης ήταν ο εθνοπατριωτικός, τώρα, εκτός από λίγες εξαιρέσεις, ο λόγος αυτός είχε περιχαρακωθεί στον ακραίο δεξιό χώρο, χωρίς μεγάλη εμβέλεια στο εθνικό ακροατήριο. Στα 200 χρόνια της Επανάστασης δεν συνέβη εδώ ό,τι στην αντίστοιχη επέτειο της Γαλλικής Επανάστασης, όπου αμφισβητήθηκε το ίδιο το φαινόμενο των επαναστάσεων. Εκείνη άλλωστε η επέτειος συνέπεσε με το 1989 και την κατάρρευση ενός ολόκληρου κόσμου που είχε γεννηθεί από το επαναστατικό φαινόμενο. Ούτε στα 200 χρόνια της Ελληνικής Επανάστασης εμφανίστηκε ένα ριζικά εναλλακτικό προς την κρατούσα άποψη αφήγημα όπως η κοινωνική ερμηνεία της από τον Γιάννη Κορδάτο στα 100 χρόνια της Επανάστασης. Τέλος, ως προς τη συνολική εκτίμηση της πορείας της κοινωνίας, μετά την αυτομαστίγωση της εποχής της κρίσης, η οποία αναζητούσε την αιτία της ακόμη και στην ανομία των κλεφταρματολών της τουρκοκρατίας, τώρα η κοινωνία, μάλλον κουρασμένη, συναίνεσε με το φιλελεύθερο-εκσυγχρονιστικό αφήγημα που παρουσιάστηκε με φιλοδοξίες να δημιουργήσει τον κανόνα της ελληνικής Ιστορίας.

Εντούτοις, οι επέτειοι δεν είναι μόνο στρογγυλές χρονικές αποστάσεις καθοριστικών γεγονότων. Οι επέτειοι που έχουν απήχηση είναι εκείνες που μνημονεύουν γεγονότα που δημιούργησαν προσδοκίες και τις διατηρούν σε εκκρεμότητα. Εκπληρώθηκαν ή μένει να εκπληρωθούν; Τι θέλαμε και πού είμαστε; Τι πήγε στραβά και τι θα μπορούσε να πάει καλύτερα; Και τι μας λέει αυτό το παρελθόν για το από δω και πέρα; Το πλήρωμα του χρόνου δεν είναι η χρονική απόσταση που διανύθηκε. Είναι η ανταπόκριση με την αρχή, εκείνη που ακόμη αντικρίζουμε με δέος. Αλλά και τα κομμένα νήματα της Ιστορίας, οι ετερογονίες των σκοπών, οι συλλογικές αυταπάτες και οι ματαιώσεις. Κοντολογίς, εκείνο που έλειψε ήταν η κριτική διάσταση και η ματιά που θα αναδείκνυε τη δραματική ένταση της νεοελληνικής Ιστορίας.

*Ο κ. Αντώνης Λιάκος είναι ομότιμος καθηγητής Ιστορίας του Πανεπιστημίου Αθηνών.

comment-below Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή

Editor’s Pick

ΤΙ ΔΙΑΒΑΖΟΥΝ ΟΙ ΣΥΝΔΡΟΜΗΤΕΣ

MHT