«Θα ήθελα να πω στα νέα παιδιά να μη φοβηθούν τη γη», είπε ανεβαίνοντας στη σκηνή του θεάτρου Απόλλων στην Ερμούπολη της Σύρου ο Γιάννης Νομικός, που στο σαντορινιό αγρόκτημά του καλλιεργεί φάβα, ντομάτα, κάππαρη, ελιές. «Η καλλιέργεια της γης θα τους μάθει περισσότερα για τους ίδιους και τη ζωή τους παρά οτιδήποτε άλλο». Αυτή η παρότρυνση, τόσο απλή, τόσο αληθινή, τόσο συμπυκνωμένη, έμεινε να αιωρείται για ώρα στο μυαλό πολλών από εμάς που παρακολουθήσαμε την τελετή απονομής των 17ων Βραβείων Ποιότητας του «Γαστρονόμου» και της «Καθημερινής», που φέτος θέλησαν να «φωτίσουν» μια διαφορετική πλευρά των Κυκλάδων. Να αναδείξουν τους παραγωγούς, που σε πείσμα της τουριστικοποίησης των τόπων τους, ρίχνουν τις δυνάμεις τους στη γη. Φυτεύουν ντόπιες ποικιλίες, κουμαντάρουν κοπάδια, παράγουν παραδοσιακά τυριά και αλλαντικά. Περιφρουρούν την αγροτική ταυτότητα, τον χαρακτήρα και τον τρόπο ζωής των νησιών. Στα κυκλαδονήσια, όχι πολύ μακριά από τα ξενοδοχεία και από σειρές από ξαπλώστρες, βρίσκονται χωράφια, βοσκότοποι και εργαστήρια. Τυροκόμοι, αλλαντοποιοί, μελισσοκόμοι, καλλιεργητές, οινοποιοί, κεραμίστες και άλλοι δουλευτές που διατηρούν τέχνες και μνήμες ζωντανές. Οσα κινδυνεύουν να χαθούν με το πέρασμα του χρόνου και τις προτεραιότητες που αλλάζουν, τα κρατάνε γερά. Τους κρίκους που κινδυνεύουν να σπάσουν τους ενδυναμώνουν.

Στο μεταίχμιο
«Ο λόγος που κάνουμε την εκδήλωση στις Κυκλάδες είναι γιατί θεωρούμε ότι βρισκόμαστε σε ένα κομβικό σημείο, που θα πρέπει με κάποιον τρόπο να αποφασίσουμε πώς παντρεύουμε την ανάγκη να υπάρχει ο τουρισμός, με τη διατήρηση παραδόσεων που υπάρχουν εδώ και αιώνες και πρέπει να συνεχιστούν για αιώνες», σημείωσε στον χαιρετισμό του ο διευθυντής της «Καθημερινής» Αλέξης Παπαχελάς ανοίγοντας την τελετή στο ιστορικό θέατρο Απόλλων της Ερμούπολης στις 20 Οκτωβρίου. Παίρνοντας τον λόγο, ο διευθυντής των γαστρονομικών εκδόσεων της «Καθημερινής» Αγγελος Ρέντουλας μίλησε για τους βραβευθέντες παραγωγούς: «Τα προϊόντα τους έχουν τη δροσιά των αληθινών Κυκλάδων. Τη ζωηρή πολυμορφία της κυκλαδίτικης κουζίνας. Αλλοι καλλιεργούν παλιούς σπόρους και συνεχίζουν παραδόσεις αιώνων και άλλοι μπολιάζουν την παράδοση ξεστρατίζοντας σε γόνιμα πεδία. Οι φάρμες τους, οι μικρές και μεγαλύτερες μονάδες τους, τα χωράφια και τα βοσκοτόπια τους είναι μικρά ξέφωτα της πατρίδας μας. Η ζωή τους και η δουλειά τους, όταν γυρίζει τον χειμώνα το κλειδί της τουριστικής σεζόν, είναι το αίμα στις αρτηρίες των νησιών μας».
Ο πρόεδρος της Βουλής Κωνσταντίνος Τασούλας, ο οποίος απένειμε βραβείο στο συριανό παντοπωλείο «Πρέκας», σημείωσε: «Οι παραγωγοί, οι έμποροι, οι επιχειρηματίες του αγροδιατροφικού τομέα είναι αυτοί οι οποίοι παίρνουν από μια Ελλάδα λιτή και δίνουν πλούσια ελέη. Πώς το λέει ένας ποιητής από την πατρίδα μου: “Φτενά χωράφια κρατημένα σε πεζούλια κι άπιαστες γίδες που κρεμιούνται σε γκρεμνούς, ετούτ’ είν’ η πατρίδα μας”. Και από αυτό το λίγο χώμα, από αυτά τα λίγα νερά δημιουργούμε μια παράδοση καταπληκτική».

Τα 14 βραβεία που δόθηκαν από τον «Γαστρονόμο» ανέβασαν πολλούς αξιέπαινους Κυκλαδίτες παραγωγούς στη σκηνή, γυναίκες και άνδρες, που αγωνίζονται παρότι οι δυσκολίες είναι πολυμέτωπες. Μια από αυτές είναι ο υπερτουρισμός, που αλλοιώνει το τοπίο και παραγκωνίζει τον πρωτογενή τομέα. Ο Πάρις Σιγάλας, παραλαμβάνοντας το ειδικό βραβείο συνολικής προσφοράς στον χώρο του οίνου, μίλησε για τη σημασία της αξιοποίησης του θησαυρού του αμπελώνα της Σαντορίνης, αναφέρθηκε όμως και σε αυτό: «Με έναν τουρισμό υψηλού επιπέδου χωρίς πρωτογενή παραγωγή, άρα χωρίς κοινωνία, θα γίνουμε βιτρίνα, θα χαθούμε πολύ γρήγορα». Δεν είναι η μόνη δυσκολία. Είναι και η αλλαγή του κλίματος, η παρατεταμένη ανομβρία, οι φωτιές – όπως αυτές που έκαψαν ένα μεγάλο μέρος από τα φρύγανα που τρυγούν τα μελίσσια του Νίκου Κοκολάκη, ο οποίος απέσπασε το βραβείο παραγωγής μελιού.
Η ζωή τους και η δουλειά τους, όταν γυρίζει τον χειμώνα το κλειδί της τουριστικής σεζόν, είναι το αίμα στις αρτηρίες των νησιών μας.
Σε πείσμα των αντιξοοτήτων, αυτοί οι άνθρωποι, που στις περισσότερες περιπτώσεις πήραν τη σκυτάλη από τους γονείς και τους παππούδες τους, συνεχίζουν στα βήματά τους κρατώντας τις παραδόσεις των νησιών τους φυλαχτό. Αν ο Σαντορινιός Γιάννης Νομικός, που μεγάλωσε μέσα στα χωράφια, επιμένει σε ένα εμβληματικό αγροτικό προϊόν του τόπου του, τη φάβα, ο επίσης ταγμένος στη γη, Φαβιανός Ρουγγέρης από την Τήνο, επιδίδεται στην απαιτητική καλλιέργεια της άγριας αγκινάρας του νησιού, που κόντεψε κάποια στιγμή να εξαφανιστεί. Ο πατέρας του, ο 90χρονος μπαρμπα-Νικόλας, είναι κάθε μέρα ακόμη και σήμερα στο χωράφι. Οι αδερφοί Τριδήμα, που κάνουν εξαιρετική δουλειά στην Ανδρο, έμαθαν κι εκείνοι από τους γονείς τους να δουλεύουν τα ζώα και τα αλλαντικά. Τα παραδοσιακά σιφνέικα αμυγδαλωτά είναι δεμένα με την οικογενειακή ιστορία στο ζαχαροπλαστείο «Θεοδώρου» στη Σίφνο. Η οικογένεια Λεμπέση, από το ίδιο νησί, έχει τέσσερις γενιές κεραμοποιούς. Οι πέντε Κυκλαδίτισσες μαγείρισσες που βράβευσε ο «Γαστρονόμος» έμαθαν από τις μανάδες και τις γιαγιάδες τους να διαφεντεύουν ζωντανά και μπαξέδες και να μαγειρεύουν τοπικές συνταγές, που πολλοί έχουν ξεχάσει πια. Ολοι κάνουν ό,τι μπορούν για να μεταλαμπαδεύσουν αυτή τη γνώση. Εχουν συναίσθηση ότι κρατάνε κάτι πολύτιμο. Ο Αξιώτης Νικόλας Πιτταράς, ο οποίος μοιράστηκε το βραβείο τυροκομίας με το μυκονιάτικο τυροκομείο Κουκά, ανέβηκε στη σκηνή με τους τρεις του γιους. Ο Θοδωρής Μωραΐτης, που γράφει μαζί με τον αδερφό του τα επόμενα κεφάλαια της εκατονταετούς και βάλε ιστορίας του ομώνυμου παριανού οινοποιείου, πήρε το δικό του βραβείο έχοντας στο πλάι τις δυο μικρές του κόρες.

Βιωσιμότητα
Δεν κοιτούν όμως μόνο στο παρελθόν, αλλά πάνε την τέχνη που κληρονόμησαν παραπέρα. Με την τεχνολογία να συναντά την παράδοση, με βιολογικές τροφές, με αναλύσεις και συνεργασίες με πανεπιστήμια, με μια ολιστική προσέγγιση της παραγωγής, με βιώσιμες πρακτικές. Ο Σύλλογος Επαγγελματιών Αλιέων Αμοργού «Η Χοζοβιώτισσα» είναι φωτεινό παράδειγμα: αποφάσισαν από κοινού να κάνουν ένα βήμα πίσω για να ανακάμψουν τα θαλάσσια αποθέματα, δημιουργώντας προστατευόμενες περιοχές και χρονικούς περιορισμούς αλιείας και χρησιμοποιώντας εργαλεία που επιτρέπουν στα ψάρια να ολοκληρώνουν τον κύκλο αναπαραγωγής. Δείχνουν τον δρόμο για πολλές ακόμη συνεργασίες. Η Ζωή Χατζηγιαννάκη, κόρη του Γιώργου Χατζηγιαννάκη, δημιουργού του εμβληματικού εστιατορίου «Σελήνη» στη Σαντορίνη, προς τιμήν του οποίου θεσπίστηκε φέτος ένα νέο βραβείο, εστίασε ακριβώς σε αυτό. «Ο πατέρας μου πίστευε σε ένα συλλογικό όραμα – παραγωγοί, προμηθευτές, μάγειρες και εστιατόρια θεωρούσε ότι είναι ένα σύνολο, ότι πρέπει να συνεργάζονται», σημείωσε. Την αξία αυτών των δεσμών, την ανάγκη για τέτοιου τύπου γέφυρες, έχει επισημάνει πολλές φορές και ο –ανάμεσα στους βραβευμένους φέτος– Δημήτρης Ρουσουνέλος, ο οποίος συμβάλλει στη διάδοση της γαστρονομικής κουλτούρας της Μυκόνου.
Στη γιορτή που ακολούθησε τις βραβεύσεις, στο Μουσείο Κλωστοϋφαντουργίας της Ερμούπολης, πέρα από τους πάγκους με τα μαγειρέματα των σεφ και τα νόστιμα νησιώτικα φαγητά που έφτιαξαν οι Κυκλαδίτισσες μαγείρισσες, στήθηκε και ένα μεγάλο τραπέζι φορτωμένο γραβιέρες, μυζήθρες, κοπανιστές, λαδοτύρια, κρασοτύρια και άλλα θαυμάσια τυριά από τα κυκλαδονήσια. Μαζί με τα υπόλοιπα αξιόλογα τοπικά προϊόντα είναι ένας σημαντικός πλούτος που αξίζει πραγματικά να γίνει γνωστός και εκτός Ελλάδας. Αλλά πρέπει να τα μάθουμε κι εμείς. Οι μάγειρες να τα χρησιμοποιούν στις κουζίνες τους. Οι καταναλωτές να τα βάλουν στο τραπέζι τους. Να γίνουμε όλοι λίγο σαν τον Κώστα Πρέκα, που έπαιρνε σβάρνα την Ελλάδα με το σαραβαλάκι του για να ανακαλύψει τοπικούς θησαυρούς για το μαγαζί του στην Ερμούπολη – μια κιβωτό της κυκλαδίτικης παραγωγής, που βρήκε και αυτή τη θέση της στα Βραβεία Ποιότητας του «Γαστρονόμου».
Οι τολμηροί ψαράδες της Αμοργού

Μια πρωτοβουλία που θα εξασφαλίσει ένα υγιές θαλάσσιο περιβάλλον πήρε ο Σύλλογος Επαγγελματιών Αλιέων Αμοργού «Η Χοζοβιώτισσα». Παλεύουν να κλείσουν οι τρεις πιο πλούσιοι ψαρότοποι-μαιευτήρια της Αμοργού, σταματούν το ψάρεμα για τους δύο μήνες που αναπαράγονται τα ψάρια, χρησιμοποιούν ανακυκλώσιμα δίχτυα και καθαρίζουν τις ακτές από πλαστικά. Το Αμοργόραμα ξεκίνησε το 2019 σε συνεργασία με το Blue Marine Foundation, το Cyclades Preservation Fund και το Γεωπονικό Πανεπιστήμιο Αθηνών. Αναμένεται η θεσμοθέτησή του από το κράτος.
Ανδριώτικη λούζα για χειροκρότημα

Τη λούζα, παραδοσιακό προϊόν των χοιροσφαγίων, αλλαντικό-σύμβολο των Κυκλάδων, τη φτιάχνουν με τρόπο υποδειγματικό οι αδελφοί Τριδήμα από την Ανδρο. Δεν βάζουν συντηρητικά, νιτρικά ή χρωστικές, τα βασικά συστατικά ωρίμανσης είναι το αλάτι, ο χρόνος και ο ανδριώτικος βοριάς. Φτιάχνουν επίσης προσούτο, σαλάμια και λουκάνικα. Το βασικό μυστικό για τη νοστιμιά των αλλαντικών τους είναι η ποιότητα της πρώτης ύλης: Χοίροι, αμνοερίφια και αγελάδες ζουν ελεύθερα σε μικρά κοπάδια και βόσκουν τα αλατισμένα από τη θάλασσα μυρωδικά.
Αγριες αγκινάρες από την Τήνο

Στα χωράφια του, στον κάμπο ανάμεσα στην Κώμη και την Καλλονή, ο Τηνιακός αγρότης Φαβιανός Ρουγγέρης παλεύει να αναστήσει την ταλαιπωρημένη από τη λειψυδρία γη και να συνεχίσει την καλλιέργεια της παραδοσιακής άγριας αγκινάρας στην οποία είναι ταγμένος. Καλλιεργεί επίσης περιβόλια με εσπεριδοειδή, κορόμηλα κι αχλάδια, παλιές ποικιλίες καρπουζιού και μακρόστενων πεπονιών κι εποχικά μπαξεβανικά κορυφαίας νοστιμιάς. Συν τω χρόνω ευελπιστεί να ενσταλάξει την αγάπη για τη γη και στον γιο του.
Σιφναίικα αμυγδαλωτά ετών 91

Κάθε πρωί ο Βασιλόδημος Θεοδώρου ανάβει τη φουφού, νίβει τα χέρια με ανθόνερο και πλάθει τα διαφόρων ειδών παραδοσιακά αμυγδαλωτά της Σίφνου, αυτά τα εργόχειρα λεπτότητας και σιφναίικης φινέτσας. Δεκάδες χιλιάδες έχει ζυμώσει παρέα με την ενενηντάχρονη μητέρα του, την κυρία Κατερίνα, στο εργαστήρι τους στον Αρτεμώνα που πρωτοάνοιξε ο παππούς του το 1933 παράγοντας κεράσματα-αληθινά κοσμήματα, που συμπυκνώνουν τη γλύκα των Κυκλάδων.
Μια συριανή κιβωτός

Δεν υπάρχει λιχουδιά συριανή που δεν θα βρεις στα ράφια του, από λουκούμια και κοπανιστή μέχρι λούζα και γλυκό μελιτζανάκι. Ο Κώστας Πρέκας πήρε το μαγαζί στις αρχές του ’90. Ταξίδεψε, βρήκε προϊόντα –πάνω από τα μισά προέρχονται από τις Κυκλάδες–, συνέλεξε και συσκεύασε κάππαρη, τυποποίησε λιαστή ντομάτα, παστελαριές, παραδοσιακά ζυμαρικά. Συνέβαλε στην αναβίωση του ξερολούκουμου και διέδωσε την καλλιέργεια της Τσαπατσούπας, μιας παλιάς συριανής ποικιλίας ντομάτας. Το μπακάλικό του είναι μια κιβωτός της κυκλαδίτικης παραγωγής.
Ο πρωτοπόρος του Ασύρτικου

Για τη συνολική προσφορά του στον χώρο του οίνου τιμήθηκε ο οινοποιός Πάρις Σιγάλας, ο οποίος ξεκίνησε το 1998 με το Κτήμα Σιγάλα. Στην πορεία πειραματίστηκε με όλες τις εκδοχές οινοποίησης του Ασύρτικου, διεκδίκησε τον καθορισμό χρήσης γης προκειμένου να διασωθεί η έκταση των αμπελώνων, έβγαλε από την αφάνεια το Μαυροτράγανο και αγωνίστηκε για τη διεθνή αναγνώριση του σήματος «Σαντορίνη». Σήμερα, έχει στήσει ένα νέο οινοποιείο για να συνεχίσει την έρευνα και την ενασχόληση με το Ασύρτικο.
Η επιστήμη της κοπανιστής

Η οικογένεια Κουκά έχει κάνει την κοπανιστή επιστήμη. Με γνώση, εμπειρία και αφοσίωση παράγει εδώ και τρεις γενιές τον ακρογωνιαίο λίθο της τοπικής τυροκομίας. Ο Θοδωρής Κουκάς, απόφοιτος της Γαλακτοκομικής Σχολής Ιωαννίνων, φτιάχνει όπως οι παππούδες του το φλογερό τυρί αλλά και παραδοσιακή τυροβολιά και ξινότυρο στο σύγχρονο οικογενειακό τυροκομείο, με γάλα ολόφρεσκο, από τη φάρμα τους στην Ανω Μερά. Είναι μία από τις μεγαλύτερες φάρμες βοοειδών των Κυκλάδων, με 380 καλοθρεμμένα ζώα, που δίνουν ετησίως περί τους 1.700 τόνους γάλα.
Παλιές ποικιλίες της Πάρου

Το υπεραιωνόβιο οινοποιείο Μωραΐτη κρατάει ζωντανό τον ιστορικό αμπελώνα της Πάρου. Ο Θοδωρής και ο Σάββας Μωραΐτης, στο πλευρό του πατέρα τους Μανώλη, παράγουν σύγχρονους οίνους από τις ποικιλίες που καλλιεργούσε και ο προπάππους τους και με τα χρόνια αναγνωρίστηκαν ως ΠΟΠ Πάρος. Τη γλυκιά Malvasia, το λευκό από 100% Μονεμβασιά και το ερυθρό από Μανδηλαριά και Μονεμβασιά. Oινοποιούν σε δεξαμενές ανοξείδωτες, σε πηλό, σε τσιμέντο και σε βαρέλι, σταφύλια από ιδιόκτητους, ως επί το πλείστον, βιολογικούς αμπελώνες.
Τέσσερις γενιές αγγειοπλάστες

Ψηλά στον Αρτεμώνα στη Σίφνο βρίσκεται το αιωνόβιο αγγειοπλαστείο των Νίκου και Γιάννη Λεμπέση, που εδώ και τέσσερις γενιές γράφει ιστορία στην παραδοσιακή σιφναίικη τέχνη. Ακόμα και σήμερα, όλα κατασκευάζονται στον τροχό χωρίς καλούπια. Εκτός από τις σιφναίικες φόρμες –τσικάλια, κιούπια, φλάρους, μαστέλα–, από το 2000 κατασκευάζουν και σκεύη ζωγραφισμένα στο χέρι, με τεχνικές που τους δίδαξε η Ελληνοαμερικανίδα Νταϊάν Κατσιαφίκα, καθηγήτρια Καλών Τεχνών στο Πανεπιστήμιο της Μινεσότα, και σχέδια της αείμνηστης γιαγιάς Κατερίνας Λεμπέση εμπνευσμένα από τη φύση.
Χρυσό μέλι από τη Σέριφο

Ενα σπάνιο, χρυσοκίτρινο ανθόμελο με λεπτό, ιδιαίτερο άρωμα από τη Σέριφο ξεχώρισε στην τυφλή γευσιγνωσία μελιού του «Γαστρονόμου»: το βιολογικό μέλι άγριας λεβάντας «Φρύγανα» του μελισσοκόμου και βραβευμένου μελισσοφωτογράφου Νίκου Κοκολάκη. Τα 230 μελίσσια του, σε υψόμετρο 400 μ., τρυγούν κάθε άνοιξη τις αυτοφυείς λεβάντες του νησιού. Κάθε βαζάκι τυποποιείται στο μοναδικό στις Κυκλάδες συνεταιριστικό βιολογικό τυποποιητήριο μελιού, με επίσημες αναλύσεις από το Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, που πιστοποιούν την ποιότητα, την τοπικότητα και τη μοναδικότητά του.
Φάβα από… λάβα

O Γιάννης Νομικός, που μεγάλωσε μέσα στα χωράφια των γονιών του στην Εξω Γωνιά Σαντορίνης, το 2005 δημιούργησε το Kτήμα Νομικού στον Βόθωνα. Ξεκίνησε με φάβα και φιστίκι, προχώρησε με ντομάτα, κάππαρη και ελαιόλαδο. Χρησιμοποιεί αποκλειστικά τους δικούς του, ντόπιους σπόρους, εφαρμόζει πιστά πρακτικές ελάχιστης παρέμβασης και παντρεύει τις παραδοσιακές τεχνικές φυτέματος με την τεχνολογία. Σήμερα, λειτουργεί μια σύγχρονη μονάδα επεξεργασίας και συσκευασίας προϊόντων. Στο επισκέψιμο κτήμα του βρίσκουν καταφύγιο γεράκια, κουκουβάγιες κι ένα σωρό μικρά θηλαστικά.
Ο αρχαιολόγος της γεύσης

Ο Δημήτρης Ρουσουνέλος είναι παθιασμένος με τον τόπο του. Με τα γραπτά και τις δράσεις του παλεύει να διασώσει τη φυσιογνωμία της παλιάς Μυκόνου. Εχει εκδώσει τέσσερα βιβλία με θέμα τον διατροφικό πολιτισμό της Μυκόνου και των Κυκλάδων, ενώ έχει διοργανώσει δύο εξαιρετικές ημερίδες για την κοπανιστή και την τυροβολιά. Πρόσφατα, ερεύνησε διεξοδικά την κυκλαδίτικη τυροκομία και συνέγραψε το σχετικό δελτίο για την εγγραφή της στο Εθνικό Ευρετήριο της Αϋλης Πολιτιστικής Κληρονομιάς της Ελλάδας.
Μια αληθινή αξιώτικη γραβιέρα

Ο τυροκόμος Νικόλας Πιτταράς από το Κουρουνοχώρι Νάξου, ο οποίος παράγει μια εξαιρετική ΠΟΠ γραβιέρα Νάξου, κεφαλοτύρι, ξινομυζήθρα, μυζήθρα γλυκιά, ανθότυρο και ξινότυρο, δηλώνει πρωτίστως κτηνοτρόφος. «Τα κορίτσια μου»: έτσι αποκαλεί τις αγελάδες του. Εμπειρικός τυροκόμος, κατόρθωσε να φτιάξει τυριά «με τη γεύση του σπόρου που φουσκώνει και σκάει στο χωράφι», όπως λέει. Σταδιακά εφάρμοσε γενετική βελτίωση των ζώων, καλλιέργησε ζωοτροφές, επένδυσε σε σύγχρονα μηχανήματα και έκανε τη βιωσιμότητα πράξη, αξιοποιώντας π.χ. την κοπριά για λίπασμα και το τυρόγαλα για ζωοτροφή.
Στα τσικάλια τους δοξάζεται η γαστρονομία των Κυκλάδων
Σερβίροντας ματσάτα, σαλατούρι, ζαφοριστές τυρόπιτες, φαβατοκεφτέδες και κορφομελέτες, σηκώνουν τη σημαία των νησιών τους. Oι ταβέρνες τους είναι η συνέχεια των χωραφιών, των θαλασσών και των βοσκότοπων. Oι κυρίες Μαργαρίτα Καλογεροπούλου από την Ανάφη, Ευαγγελία Ρούσσου από την Αμοργό, Μαρία Αναγνωστοπούλου-Κατσουνά από την Πάρο, Ματίνα Κουμερτά από τη Νάξο και Ρηνιώ Δεκαβάλλα από τη Φολέγανδρο, έχουν εγκύψει στην κουζίνα του τόπου τους και την εμπεριέχουν με συνέπεια και σύνεση. Κάποιες έχουν και δικά τους μποστάνια, τυροκομούν, φτιάχνουν παστά, ζυμώνουν το δικό τους ψωμί.





Κεντρική φωτό: Στα τσικάλια τους δοξάζονται οι γεύσεις των Κυκλάδων. Από αριστερά, οι κυρίες Ματίνα Κουμερτά από τη Νάξο, Ρηνιώ Δεκαβάλλα από τη Φολέγανδρο, Μαργαρίτα Καλογεροπούλου από την Ανάφη, Μαρία Αναγνωστοπούλου – Κατσουνά από την Πάρο και Ευαγγελία Ρούσσου από την Αμοργό κρατούν ζωντανό τον γαστρονομικό πολιτισμό των νησιών τους. [ΑΓΓΕΛΟΣ ΓΙΩΤΟΠΟΥΛΟΣ]

