μπορεί-να-σωθεί-το-ελληνικό-καλοκαίρι-563777704
Ανέµελες βουτιές σε µια παραλία της Αττικής. Η τουριστική ανάπτυξη έχει αλλάξει την εµπειρία του καλοκαιριού για τους Ελληνες. Υπάρχει µέση οδός, πέρα από την «τυφλή» απόρριψη κάθε τουριστικής δραστηριότητας; [ΑΓΓΕΛΟΣ ΜΠΑΡΑΪ]

Μπορεί να σωθεί το ελληνικό καλοκαίρι;

Η τουριστική οικονομία ακολουθεί τη διεθνή τάση της αλματώδους ανάπτυξης. Το δημόσιο αίσθημα, όμως, ακολουθεί αντίστροφη πορεία. Η εμπειρία του ελληνικού καλοκαιριού αλλάζει. Μπορεί η προσδοκία του κέρδους να συνδυαστεί με ένα άλλο μοντέλο; Υπάρχει «τρίτος δρόμος» μεταξύ του κορεσμού και της πλήρους απόρριψης;

Ανέµελες βουτιές σε µια παραλία της Αττικής. Η τουριστική ανάπτυξη έχει αλλάξει την εµπειρία του καλοκαιριού για τους Ελληνες. Υπάρχει µέση οδός, πέρα από την «τυφλή» απόρριψη κάθε τουριστικής δραστηριότητας; [ΑΓΓΕΛΟΣ ΜΠΑΡΑΪ]
Φόρτωση Text-to-Speech...

Ο τουρισμός αυξάνεται και τίποτα δεν φαίνεται να μπορεί να τον ανακόψει. Το 2019 άγγιξε τις 34 εκατ. αφίξεις αποφέροντας 18 δισ. Μετά την πανδημία ανέκτησε τη δυναμική του το 2022. Πέρυσι ξεπέρασε τις 36 εκατ. αφίξεις αποφέροντας 20 δισ. Τα στοιχεία για τη φετινή χρονιά δείχνουν αυξητική τάση. Η αύξηση δεν είναι ούτε παροδική συνέπεια της πανδημίας ούτε αποκλειστικό ελληνικό φαινόμενο που οφείλεται στις ξεχωριστές μας ικανότητες. Η Πορτογαλία και η Ισπανία κινούνται με τον ίδιο ακριβώς ρυθμό.

Μπορεί να σωθεί το ελληνικό καλοκαίρι;-1

Η ανοδική αυτή τάση είναι παγκόσμιο φαινόμενο με βασικό αίτιο την αύξηση του παγκόσμιου πλούτου στις ανεπτυγμένες οικονομίες, αλλά και στον υπόλοιπο κόσμο. Περίπου τα μισά νοικοκυριά παγκοσμίως ανήκουν στη λεγόμενη «ταξιδιωτική τάξη», που έχει την οικονομική δυνατότητα να ταξιδέψει αλλού. Οι συνταξιούχοι των πιο ανεπτυγμένων οικονομιών ζουν περισσότερο, είναι πιο δραστήριοι και διαθέτουν άπλετο χρόνο και εισόδημα.

Το ταξίδι σε κάποιο σπουδαίο παγκόσμιο προορισμό, όπως η Ελλάδα, είναι απόδειξη της κοινωνικής ανόδου της νέας μεσαίας τάξης στον αναπτυσσόμενο κόσμο – η Aegean προγραμματίζει απευθείας πτήσεις στην Ινδία. Παράλληλα, τα αεροπορικά ταξίδια γίνονται φθηνότερα και πυκνότερα: από μία μόνο απευθείας καθημερινή καλοκαιρινή πτήση μεταξύ Αθήνας και ΗΠΑ περάσαμε στις οκτώ και η τάση είναι ανοδική.

Οσο περισσότεροι Eλληνες αποκλείονται από το ελληνικό καλοκαίρι, τόσο περισσότερο θα απορρίπτουν ένα μοντέλο τουρισμού που τους αντιμετωπίζει αποκλειστικά ως φθηνό εργατικό δυναμικό.

Προφανώς ορισμένοι προορισμοί εμφανίζουν σημάδια κόπωσης, ενώ ένα αυξανόμενο κομμάτι της πίτας απορροφούν οι βραχυχρόνιες μισθώσεις, γεγονός που ανησυχεί τους ξενοδόχους. Αλλά αυτό δεν αλλάζει τη μεγάλη εικόνα που είναι θετική ως προς τα έσοδα, αλλά προβληματική από άλλες απόψεις. Μια από αυτές είναι πως η πρόσβαση στους επιθυμητούς προορισμούς συνεχίζει να μειώνεται για όλο και περισσότερους Eλληνες. Για αρκετούς είναι ένα άπιαστο όνειρο.

“]

«Αξιον εστί το φως…»

«Υπάρχουνε τόποι που είναι ωραίοι απλώς», γράφει ο Οδυσσέας Ελύτης. «Υπάρχουνε άλλοι που έχουνε σημασία επειδή στον χώρο τους αναπτύχθηκε ένας ορισμένος πολιτισμός. Το Αιγαίο όμως συνδυάζει και τα δύο. Είναι μια μοναδικότητα, γιατί δεν πιστεύω ότι υπάρχει πουθενά αλλού αυτή η συνεχής διείσδυση στεριάς και θάλασσας και αυτή η καθαρότητα. Επομένως, είναι αυτό που δίνει μια μοναδικότητα στη φυσιογνωμία μας από το ένα μέρος, και από το άλλο σηκώνει έναν απέραντο, σε βάθος, πολιτισμό, χωρίς κανένα χάσμα». Το Αιγαίο ως θεμελιώδες στοιχείο εθνικής ταυτότητας θα ριζώσει βαθιά στην ψυχή μας όταν την ποίηση του Ελύτη ντύσει η μουσική του Θεοδωράκη.

Στην επίδραση του «Αξιον εστί» πρέπει να προστεθεί η εμπειρία εκατοντάδων χιλιάδων εφήβων, που για πάνω από σαράντα χρόνια βίωσαν τη χαρά ενός ανέμελου και προσιτού καλοκαιριού στο κατάστρωμα του καραβιού και στο sleeping bag της παραλίας. Πρόκειται για μια βαθιά ψυχική ταύτιση και όσο περισσότεροι Eλληνες αποκλείονται από το ελληνικό καλοκαίρι, τόσο περισσότερο θα απορρίπτουν ένα μοντέλο τουρισμού που τους αντιμετωπίζει αποκλειστικά ως φθηνό εργατικό δυναμικό.

Το αποτέλεσμα των διεργασιών αυτών είναι και η μεγάλη συζήτηση που άνοιξε γύρω από τις αρνητικές επιπτώσεις του «υπερτουρισμού» – και αυτό δεν είναι μόνο ελληνικό φαινόμενο. Η «τουριστική ιδεολογία», η αντίληψη δηλαδή πως η αύξηση του τουρισμού είναι ένας εθνικός στόχος και η στήριξή του εθνικό καθήκον, έχει πάψει να είναι ηγεμονική. Πλέον, οι θριαμβολογίες για τα ρεκόρ αφίξεων αφορούν σχεδόν αποκλειστικά όσους αντλούν σημαντικές προσόδους από τον τουρισμό, ένα τμήμα του πληθυσμού που συνεχώς μειώνεται, καθώς η τουριστική οικονομία μεταλλάσσεται από εγχώρια μικρομεσαία σε μεγάλης κλίμακας και πολυεθνική. Hδη, επενδυτικά funds του εξωτερικού αγοράζουν μεγάλες εκτάσεις και ξενοδοχειακές μονάδες, ενώ σημαντικό τμήμα της εστίασης περνάει από τις οικογενειακές ταβέρνες στα σούπερ μάρκετ. Ολο και περισσότεροι εργαζόμενοι είναι υπάλληλοι, όλο και λιγότεροι μικροεπιχειρηματίες.

Μπορεί να σωθεί το ελληνικό καλοκαίρι;-2
Δύο εποχές σε ένα στιγμιότυπο στο Λιβάδι της Σερίφου. Σε πρώτο πλάνο, ο παλιός ρυθμός του θερινού βίου στο Αιγαίο. Στο βάθος, η ζωή της «σεζόν». Ο ανταγωνισμός μεταξύ τους άνισος. Ο τουρισμός εκτοπίζει κάθε άλλη δραστηριότητα. [AΓΓΕΛΟΣ ΜΠΑΡΑΪ]

Τι μπορεί να αλλάξει;

Οι αντιδράσεις είναι αναπόφευκτες και θα αυξάνονται, όμως εξαντλούνται σε μια τυφλή απόρριψη. Τι λύσεις διαθέτουμε; Οι κυριότερες προτάσεις αφορούν την επέκταση της φέρουσας ικανότητας των προορισμών, την επέκταση της σεζόν και τη «διαχείριση προορισμών» – παρακάμπτω τις νεφελώδεις προτάσεις περί «νέας εθνικής στρατηγικής» και «εθνικού αφηγήματος», γιατί είναι άνευ περιεχομένου.

Είναι προφανές πως η αύξηση των αφίξεων θα πιέσει τις υποδομές ακόμη περισσότερο, οδηγώντας στην υποβάθμιση του τουριστικού προϊόντος. Συνήθως το πρόβλημα αυτό προσεγγίζεται από την οπτική της «φέρουσας ικανότητας»: μπορεί ένας προορισμός να σηκώσει τους επισκέπτες που δέχεται; Αντέχουν τα λιμάνια, τα αεροδρόμια, οι δρόμοι, τα δίκτυα ηλεκτροδότησης και υδροδότησης, η αποκομιδή απορριμμάτων και ο βιολογικός καθαρισμός, το σύστημα υγείας κ.λπ.;

Η τυπική απάντηση εξαντλείται στο αίτημα για μεγάλες επενδύσεις που θα αυξήσουν τη φέρουσα ικανότητα. Η Ελλάδα, λένε, «χωράει» ακόμη πολύ κόσμο, αρκεί να αναβαθμιστούν οι υποδομές. Η προσέγγιση αυτή είναι προβληματική: οι επενδύσεις θα έλυναν τα υπάρχοντα προβλήματα, δημιουργώντας πολλαπλάσια, αφού θα προσέλκυαν ακόμη περισσότερους επισκέπτες. Πρόκειται επίσης για ένα είδος δημόσιας επιδότησης μιας ιδιωτικής δραστηριότητας. Με δεδομένη την υποχώρηση της τουριστικής ιδεολογίας, είναι αμφίβολο αν οι φορολογούμενοι θα συναινούσαν σε κάτι τέτοιο.

Χωρίς «σεζόν»

Η πίεση που ασκείται στους δημοφιλείς προορισμούς έχει οδηγήσει και σε προτάσεις για την επέκταση της σεζόν και τη «διαχείριση προορισμών», έτσι ώστε λιγότερο δημοφιλείς προορισμοί να απορροφούν το πλεόνασμα των πιο δημοφιλών. Και τα δύο φαίνεται να συμβαίνουν ήδη με οργανικό τρόπο. Καθώς η ευελιξία των επαγγελματικών υποχρεώσεων αυξάνεται, όσοι μπορούν αποφεύγουν την περίοδο αιχμής. Ο Μάιος και ο Σεπτέμβριος αναδεικνύονται σε εξαιρετικά δημοφιλείς μήνες, ενώ φθάνει η σειρά του Απριλίου και του Οκτωβρίου.

Στην Αθήνα δεν υπάρχει πια σεζόν. Το ίδιο συμβαίνει με τους προορισμούς: πολλοί «απέδρασαν» τα τελευταία χρόνια από τη Μύκονο στην Πάρο, ενώ αρκετοί εγκαταλείπουν την Πάρο για πιο «παρθένους» προορισμούς, όπως η Σίφνος ή η Αμοργός. Μαζί τους όμως μετακινούνται και οι εργολάβοι, οι ξενοδόχοι κ.ά. Και η επέκταση της σεζόν και η διαχείριση των προορισμών μεταθέτουν το πρόβλημα στο μέλλον, μεγεθύνοντάς το.

Είναι προφανές πως τα προβλήματα αυτά δεν επιδέχονται συμβατικές λύσεις. Πρέπει να ξεκινήσουμε από τα θεμελιώδη ερωτήματα. Τι ζητάμε από τον τουρισμό; Τρία πράγματα, πιστεύω.

Κατ’ αρχάς, εισόδημα. Καθώς η οικονομία μας δυσκολεύεται να γίνει ανταγωνιστική, ο τουρισμός είναι η μόνη σίγουρη πλουτοπαραγωγική πηγή μας. Σ’ αυτό θα πρόσθετα και κάτι άλλο. Εχουμε ένα συγκριτικό πλεονέκτημα στον τουρισμό, όχι μόνο εξαιτίας της θάλασσας, του ήλιου και των αρχαίων, αλλά και γιατί η φιλοξενία είναι δραστηριότητα που ταιριάζει στον χαρακτήρα μας – κάτι που όπως θα δούμε, όμως, σχετίζεται με ένα διαφορετικό μοντέλο τουρισμού. Θέλουμε, δεύτερον, πρόσβαση για τους Ελληνες πολίτες.

Είναι απαράδεκτο οι Ελληνες να αποκλείονται από τα ωραιότερα σημεία της χώρας τους. Και θέλουμε, τέλος, η τουριστική εκμετάλλευση να καταστρέφει όσο λιγότερο γίνεται το φυσικό και το ανθρωπογενές περιβάλλον. Εδώ τα πράγματα δυσκολεύουν, καθώς το τωρινό μοντέλο αποδεικνύεται αδηφάγο.

Είναι γνωστό πως η εκτός σχεδίου δόμηση είναι πρακτικά ανεξέλεγκτη. Με τους σημερινούς ρυθμούς πολλά νησιά θα έχουν σύντομα μετατραπεί σε προαστιακά τοπία. Αυτό ισοδυναμεί και με την καταστροφή του ανθρωπογενούς περιβάλλοντος, με την εξαφάνιση του τοπικού πολιτισμού, συχνά και της ίδιας της τοπικής κοινωνίας, πράγμα που καθιστά το τουριστικό τους προϊόν αδιαφοροποίητο και επομένως λιγότερο ανταγωνιστικό και πιο ευάλωτο.

Πολλοί «απέδρασαν» τα τελευταία χρόνια από τη Μύκονο στην Πάρο, ενώ αρκετοί εγκαταλείπουν την Πάρο για προορισμούς όπως η Σίφνος ή η Αμοργός. Μαζί τους
όμως μετακινούνται και οι εργολάβοι, οι ξενοδόχοι κ.ά.

Η Σαντορίνη είναι πια ένα σκηνικό και μάλιστα αναλώσιμο: ο τουρίστας νοικιάζει το υπόσκαφο στην Καλντέρα με το ατομικό τζακούζι για να βγάλει την περίφημη φωτογραφία με το κοκτέιλ και το ηλιοβασίλεμα. Το νησί είναι πια ένα τουριστικό πάρκο: αντί για οικοδεσπότες που είναι περήφανοι για τον τόπο τους, οι κάτοικοι (όσοι έχουν απομείνει) έχουν μετατραπεί σε κομπάρσους. Ο επισκέπτης αντιλαμβάνεται πως τίποτα δεν είναι «αυθεντικό» και πληρώνει αναλόγως. Αντιθέτως, το ιδανικό μοντέλο του τουρισμού πρέπει να παράγει εισόδημα με μικρό αποτύπωμα, χωρίς να αποκλείει την πρόσβαση των Ελλήνων. Πόσο εφικτό είναι αυτό;

Ο μηχανισμός της ανατίμησης

Ενας τρόπος που καθιστά τον προσπορισμό εισοδήματος συμβατό με την προστασία του περιβάλλοντος είναι η παραγωγή ενός ακριβότερου προϊόντος που απευθύνεται σε λιγότερους και δεν επιδιώκει τη μεγέθυνση των επισκεπτών. Αυτό γίνεται ήδη σε κάποιους προορισμούς μέσω του μηχανισμού των τιμών: όταν η ζήτηση είναι πολύ μεγαλύτερη από την προσφορά, οι τιμές ανεβαίνουν. Συνήθως όμως ανεβαίνει παράλληλα και η προσφορά, με αποτέλεσμα την υπερεκμετάλλευση και την ενδεχόμενη υποβάθμιση.

Από τα μη συμβατικά μέτρα που συζητούνται όλο και περισσότερο είναι η μείωση των τουριστικών ροών μέσω της εισαγωγής ενός φόρου ή τέλους εισόδου, βασικά ενός εισιτηρίου. Σε επίπεδο χώρας, αυτό γίνεται τώρα μόνο στο Μπουτάν, αλλά έχει αρχίσει να εφαρμόζεται στη Βενετία και αλλού, καθώς και στην κρουαζιέρα. Το μέτρο αυτό θα επεκταθεί, καθώς σύντομα οι ροές θα αποδειχθούν δύσκολα διαχειρίσιμες.

Ούτε όμως αρκεί η δημιουργία ενός πιο upscale προϊόντος. Συχνά οι πολύ πλούσιοι (ο «VIP τουρισμός») προξενούν μεγάλες βλάβες τόσο στο φυσικό περιβάλλον (τεράστια σπίτια, τεράστια σκάφη, ιδιωτικά αεροπλάνα) όσο και στο ανθρωπογενές περιβάλλον (καθώς επιδιώκουν την πλήρη απομόνωσή τους από τις τοπικές κοινωνίες). Είναι επίσης προφανές πως ένα ακριβό προϊόν είναι απαγορευτικό για τους Ελληνες.

Η λύση ως προς το πρώτο είναι το φιλτράρισμα ή αλλιώς η «επιμέλεια» της πελατείας. Επιθυμούμε επισκέπτες που θα αγαπήσουν τον τόπο και θα επιστρέφουν σ’ αυτόν ή που θα τον καταναλώσουν πριν πάνε στον επόμενο instagrammable προορισμό; Επισκέπτες που θα ενδιαφερθούν για τον τοπικό πολιτισμό και την τοπική κουζίνα ή party animals που θα έρθουν για το sushi, το ribeye και τον DJ;

Ενα τέτοιο φιλτράρισμα συμβαίνει ήδη με έναν συνδυασμό τιμών και branding: η Σίφνος απευθύνεται σε άλλο κοινό από ό,τι η Ρόδος. Το φιλτράρισμα αυτό μπορεί να ενισχυθεί με συγκεκριμένες πολιτικές. Ως προς το δεύτερο, η λύση σχετίζεται με ένα σύστημα επιδοτήσεων που θα επιτρέπει στους Ελληνες να επισκέπτονται ακριβούς προορισμούς, με χρηματοδότηση από τα τέλη εισόδου. Οι συνέργειες εδώ είναι προφανείς: η παρουσία Ελλήνων θα καθιστούσε έναν προορισμό πιο επιθυμητό στους ξένους που ενδιαφέρονται για τον τοπικό πολιτισμό, θα ενίσχυε δηλαδή την πρόσβαση, αλλά και την προστασία του ανθρωπογενούς περιβάλλοντος. Παράλληλα, μπορεί να σκεφθεί κανείς πολιτικές που θα επιδοτούσαν άλλες ομάδες (π.χ. νέους από ξένες χώρες), ακόμη και κάποιο λαχείο εισόδου, όπως γίνεται ήδη στα αμερικανικά εθνικά πάρκα.

Το πέρασμα από το σημερινό στο νέο μοντέλο τουρισμού δεν θα είναι εύκολο. Θα ευνοηθεί όμως από την αναπόφευκτη κρίση του υπερτουρισμού, που όταν κορυφωθεί θα μας θέσει ενώπιον ενός διλήμματος: συνεχίζουμε με τον ίδιο τρόπο ως την πλήρη υποβάθμιση σε συνδυασμό τουριστικού σκουπιδότοπου και private club ή αλλάζουμε πορεία;

comment-below Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή

Editor’s Pick

ΤΙ ΔΙΑΒΑΖΟΥΝ ΟΙ ΣΥΝΔΡΟΜΗΤΕΣ

MHT