Χρειάστηκαν μόλις λίγα λεπτά ακινησίας μέσα στο παρτέρι με τα αρωματικά και φαρμακευτικά φυτά μέχρι να επιβεβαιωθεί η υποψία μου: ανάμεσα στα πολλά βότανα που ανθίζουν καλοκαιριάτικα, εκείνο που αναμφίβολα προτιμούν οι μέλισσες, άγριες και (σχετικώς) ήμερες, καθώς και οι πεταλούδες, είναι η εκινάτσια. Δεν είναι οι φανταχτερά ερυθρές και πορφυρές αποχρώσεις των ανθέων ο λόγος που προσελκύονται σε μεγάλους αριθμούς, αφού γνωρίζουμε ότι οι μέλισσες τις αντιλαμβάνονται ως πολύ σκούρες, μαύρες σχεδόν. Αμφότερα τα είδη που καλλιεργώ στον κήπο μου (Echinacea angustifolia και E. purpurea), καθώς και τα υπόλοιπα οκτώ που περιλαμβάνει το γένος, προσφέρουν ιδανικές συνθήκες για ξεκούραστο τρύγημα των πολυάριθμων σωληνοειδών ανθιδίων, επειδή σχηματίζουν έναν ευμεγέθη, ημισφαιρικό κεντρικό δίσκο. Από την ομοιότητά του με τον «εχίνο», τον αχινό δηλαδή στην αρχαία ελληνική, βαφτίστηκε το γένος· δικαιολογείται έτσι η ελαφρώς παρεφθαρμένη προφορά, «εχινάτσια», της επιστημονικής ονομασίας του στη γλώσσα μας. Η ποσότητα από νέκταρ και γύρη που παράγουν είναι σημαντική, ίσως δε να διαθέτουν σπουδαίες για τα συμπαθή υμενόπτερα ιδιότητες, γι’ αυτό και συλλέγονται μετά μανίας κατά την ανθοφορία τους, η οποία διαρκεί πολλές εβδομάδες. Για τις δικές μας πάλι, τις ανθρώπινες ανάγκες, στα μέσα του φθινοπώρου συγκομίζονται οι ηλικίας τουλάχιστον τριών ετών ρίζες των προαναφερθέντων δύο ειδών. Τα σκευάσματα που παράγονται από αυτές πραγματοποιούν παγκοσμίως μεγαλύτερο τζίρο από οποιοδήποτε άλλο φυτικής προέλευσης φάρμακο, καθώς έχει τεκμηριωθεί πως με την τακτική, εσωτερική χρήση τους θωρακίζεται ο οργανισμός απέναντι στο κοινό κρυολόγημα και στην εποχική γρίπη. Εφαρμόζονται επίσης εξωτερικώς, για να επουλώσουν πληγές και να θεραπεύσουν μολύνσεις, ενώ σε περιπτώσεις αμυγδαλίτιδας βοηθούν πολύ με γαργαρισμούς. Αξιοσημείωτες ασφαλώς οι εμπορικές επιδόσεις ενός φυτού που έως πριν από πενήντα χρόνια ελάχιστοι φυτοθεραπευτές το χρησιμοποιούσαν, ενώ μέχρι πριν από δύο αιώνες ήταν ολότελα άγνωστο στους λευκούς. Οι Σεγιέν και οι Λακότα πάντως, καθώς και πολλές άλλες ινδιάνικες φυλές της Μεγάλης Πεδιάδας μάζευαν για χιλιάδες χρόνια την ιθαγενή στη Βόρεια Αμερική ρίζα, γνωρίζοντας ότι δρα αποτελεσματικά ενάντια στον παρατεταμένο βήχα, στον πονόδοντο και στο δάγκωμα των φιδιών. Τη μασούσαν επίσης οι έφηβοι, για να αντέξουν τις δοκιμασίες της διαβατήριας τελετής ενηλικίωσης, το βούτηγμα δηλαδή των χεριών σε καυτό νερό ή το παρατεταμένο κράτημα αναμμένων κάρβουνων. Η εκινάτσια δεν φαίνεται πάντως να διαθέτει αναλγητικές ιδιότητες, ήταν λοιπόν μόνο η πίστη στα λόγια του μάγου-θεραπευτή και ο φόβος της ταπείνωσης σε περίπτωση αποτυχίας που ατσάλωναν το φρόνημα των αγοριών.
Αν συμφωνείτε στο ότι η φυσική ομορφιά επιδρά θεραπευτικά, μη διστάσετε να προσφέρετε μια γωνιά του κήπου σας στα λιγοστά είδη και ποικιλίες εκινάτσιας που κυκλοφορούν στην ελληνική αγορά. Σε πιο «προχωρημένους» στην κηπευτική τέχνη προτείνω να παραγγείλουν διαδικτυακά (από προμηθευτές με έδρα την ΕΕ, αλλιώς δύσκολα θα φτάσουν στα χέρια τους) σπόρους δύο σχετικά άγνωστων ειδών, τα οποία παράγουν εντυπωσιακές κίτρινες (E. paradoxa) ή σχεδόν λευκές (E. pallida) ταξιανθίες. Σπέρνονται νωρίς την άνοιξη, φυτρώνουν γρήγορα και μεταφυτεύονται στην τελική τους θέση στις αρχές του καλοκαιριού. Στα μεγάλα κρύα, το υπέργειο τμήμα της εκινάτσιας μαραίνεται, δεν βιάζομαι όμως να κλαδέψω, επειδή οι ώριμοι τότε σπόροι της αποτελούν πολύτιμη τροφή για κάποιους αγαπημένους φίλους, σαν τους σπίνους και τις καρδερίνες.

