Η κυριαρχία του πράσινου είναι αναντίρρητα απολαυστική για εμάς τους φυσιολάτρες, το ανθρώπινο βλέμμα πάντως ελκύεται και από ό,τι διακόπτει, με τρόπο αρμονικό, τη συνέχειά της. Υπάρχουν μάλιστα κάποια φυτά που καταλαμβάνουν περίοπτη θέση στον κήπο ή στο μπαλκόνι, απλώς επειδή μια εποχή του χρόνου ή ίσως ακόμα σε ολόκληρη τη ζωή τους αμφισβητούν τον χρωματικό κανόνα που επικρατεί εντός του φυτικού βασιλείου. Φωτίνια, τηλέγραφος, καλλωπιστική δαμασκηνιά και αλεξανδρινό είναι ίσως τα πιο γνωστά παραδείγματα αυτής της συντεχνίας, η προσωπική μου πάντως προτίμηση είναι άλλη. Λέγεται ιαπωνική βερβερίδα (Berberis thunbergii f. atropurpurea) και λίγες εβδομάδες πριν χειμωνιάτικα χάσει τα φύλλα της, διάγει την πορφυρή και αναμφίβολα πιο εντυπωσιακή περίοδό της.
Είχα φυτέψει πριν από μία δεκαετία πολλές, επιδιώκοντας να αξιοποιήσω αποτρεπτικά για την εισβολή αλεπούδων την ακανθώδη φύση της. Γνωρίζω, έτσι, καλά πώς συμπεριφέρεται. Η ανάπτυξή της είναι, ομολογουμένως, αργή και δύσκολα ψηλώνει περισσότερο από ενάμισι μέτρο. Οι λιγοστές που λόγω λανθασμένου υπολογισμού ρίζωσαν σε σκιερό σημείο παράγουν φύλλωμα που παραμένει πάντοτε πεισματικά πράσινο. Οι υπόλοιπες όμως, που λούζονται στο φως, ξεκινούν την άνοιξη με πρασινοκόκκινους τόνους οι οποίοι, καθώς οι μήνες περνούν, βαθμηδόν σκουραίνουν. Η μαγιάτικη, κίτρινη ανθοφορία της βερβερίδας αισθητικά δεν εντυπωσιάζει, οι μικροί κόκκινοι καρποί της που αρχίζουν να ωριμάζουν στα μέσα του καλοκαιριού αποτελούν πάντως πόλο έλξης και τροφή για πλήθος πτηνών, ιδιαίτερα μέσα στο καταχείμωνο. Πιο ενδιαφέρουσα για εμάς, που αντί φτερών διαθέτουμε φαντασία, αποδεικνύεται η ιστορία του φυτού. Ο πρώτος Δυτικός που το περιέγραψε ήταν ο Σουηδός ιατρός και φυσιοδίφης Καρλ Πέτερ φον Τούνμπεργκ (1743-1828), του οποίου η ύπαρξη μνημονεύεται από την επιστημονική ονομασία του είδους. Ήταν σπουδαία προσωπικότητα. Μόλις εγκαταστάθηκε στην τεχνητή νησίδα που οι Ολλανδοί διατηρούσαν ως εμπορικό ορμητήριο στο λιμάνι του Ναγκασάκι, γεφύρωσε το χάσμα ανάμεσα στη φιλέρευνη Ευρώπη και την ξενοφοβική Ιαπωνία. Μέσα σε διάστημα περίπου ενός χρόνου διδάχτηκε τον βελονισμό, αναχαίτισε τη διάδοση της «ολλανδικής ασθένειας» (έτσι ονόμαζαν εκεί τη σύφιλη), συνέβαλε στην ανάπτυξη της ιαπωνικής λαχανοκομίας και εκπόνησε συγγράμματα για τη χλωρίδα και τα νομίσματα της χώρας.
Η βερβερίδα «του» εξαπλώθηκε πολύ γρήγορα στη Δύση από τις αρχές του 20ού αιώνα και έπειτα, επειδή, συγκρινόμενη με την ιθαγενή και στην Ελλάδα οξυάκανθα (B. vulgaris) υπερέχει – όχι μόνο λόγω εμφάνισης. Το ασύγκριτο πλεονέκτημά της σε σχέση με την προηγούμενη είναι ότι δεν αποτελεί ενδιάμεσο ξενιστή ενός μύκητα που προκαλεί την ασθένεια της μαύρης σκωρίασης και καταστρέφει τα σιτηρά. Για να αντιληφθείτε το μέγεθος του προβλήματος, θα παραθέσω ένα εύγλωττο στατιστικό δεδομένο: στις πέντε δεκαετίες που κράτησε ο πόλεμος των ΗΠΑ ενάντια σε τούτο τον θάμνο που για αιώνες εξυπηρετούσε τους αγρότες ως φυτοφράχτης, εξολοθρεύτηκαν περίπου εκατό εκατομμύρια τεμάχιά του. Βέβαια, ούτε την ιαπωνική βερβερίδα αγαπούν οι Αμερικανοί· τη θεωρούν, μαζί με πολυάριθμα άλλα φυτά, είδος εισβάλλον και επικίνδυνα χωροκτητικό. Σε εμάς ευτυχώς δεν υπάρχουν αντιρρήσεις για να τη φυτεύουμε μεμονωμένα στον κήπο ή σε γλάστρα, ακόμα καλύτερα δε ομαδικά, για να διαμορφώνουμε ζωηρές μπορντούρες και έγχρωμα φυσικά χωρίσματα.

