Στο μυαλό μου, στην κουζίνα του ιδανικού μεζεδοπωλείου δεν γίνονται ιδιαίτερα περίπλοκα πράγματα. Η πολλή δουλειά έχει γίνει από πριν. Έχει βρεθεί, στην εποχή της, η τέλεια ντομάτα που αργότερα θα έρθει «τριαντάφυλλο» με πικάντικο ελαιόλαδο, το ίδιο και η γραβιέρα με χαρακτήρα, που έχει παλαιώσει όσο χρειάζεται. Ίσως οι άνθρωποί του να έχουν ξυπνήσει αξημέρωτα για να βρουν το πιο φρέσκο ψαράκι για το τηγάνι τους ή να έχουν φάει χρόνο (και τα χέρια τους μαζί) για να καθαρίσουν φρέσκες αγκινάρες και να τις σερβίρουν μετά ωμές, αλατισμένες, με λεμόνι – ο τέλειος γλυκόπικρος μεζές για ένα καλό τσίπουρο.
Στο μεζεδοπωλείο της Μαρίνας Χρονά, πάλι, γίνονται αρκετά πιο σύνθετα πράγματα. Η σεφ, που γνωρίσαμε στο Ρίνι (ένα μικρό και φιλόξενο «στέκι» πλάι στο Αρχαιολογικό Μουσείο), στο καινούργιο της μαγαζί αξιοποιεί εδώ κι εκεί σύγχρονες τεχνικές (κληρονομιά από τις σπουδές της στην Cordon Bleu και τη μαθητεία της σε αστεράτα εστιατόρια του Σαν Σεμπαστιάν, της Στοκχόλμης και της Αθήνας, όπως το Botrini’s). Συνεχίζει όμως, όπως και στο Ρίνι, να δείχνει την αγάπη της για την καλή ελληνική πρώτη ύλη. Το Meigma, όπως το λέει και το όνομά του, έχει ανάμεικτες αναφορές. Φέρνει ξινοτύρι Σύρου και αρσενικό Νάξου και λουκάνικο Τζουμαγιάς. Έχει κασιώτικα ντολμαδάκια, έχει και ντόνατ μανιταριών. Έχει ψησταριές με καπνιστήριο, κάνει κρόκους κονφί, κάνει όμως και σεφταλιές και λουκουμάδες μπακαλιάρου με δυνατή, καρυδάτη σκορδαλιά. Και, παρόλο που μερικά πιάτα του παραπέμπουν περισσότερο σε κυρίως, σε κανονικό γεύμα παρά σε μεζέδες (π.χ., τη βρετανική «πίτα του βοσκού» με αρνίσιο κιμά θα την έβλεπα περισσότερο σε άλλο πλαίσιο), αυτό το μείγμα από γεύσεις και επιρροές δεν ξενίζει.

Ξεχώρισα τα κούτσικα κασιώτικα ντολμαδάκια με τη μελωμένη γέμιση από ρύζι και μοσχαρίσιο κιμά, που σερβίρονται με πρόβειο γιαούρτι, σουμάκ και ξύσμα λεμονιού. Η μανιάτικη τσουχτή με τα μελάτα τηγανητά αυγά, που όταν σπάνε παίζουν τον ρόλο της σάλτσας για τα ζυμαρικά, έχει γίνει εδώ ravioloni, δηλαδή χειροποίητα μεγάλα ραβιόλια γεμιστά με ανθότυρο. Τα πασπαλίζουν με ξερή μυζήθρα, τα ζεματίζουν με βούτυρο και τα σερβίρουν με κρόκο κονφί στη θέση του τηγανητού αυγού. Μια λίγο πιο «κομψευόμενη», αλλά νόστιμη εκδοχή του παραδοσιακού πιάτου. Οι ζουμερές σεφταλιές, με το δροσερό τους ταμπουλέ με ταχινογιάουρτο και ωμή σάλτσα ντομάτας, τραβάνε το ποτό: βρίσκουμε διαλεγμένα αποστάγματα αλλά και περισσότερες από εβδομήντα ετικέτες κρασιών, αποκλειστικά από τον ελληνικό αμπελώνα, στην πλειονότητά τους ήπιας παρέμβασης. Τα λιχούδικα κανελόνια με ραγού κόκορα και μπεσαμέλ με αρσενικό Νάξου είναι από τα πιάτα που με μπέρδεψαν λίγο ως μέρος ενός καταλόγου με μεζέδες. Ωραία ιδέα και το σνίτσελ με τον τρόπο των Σουηδών. Όπως συνήθιζε να το βρίσκει στα μαγαζιά της Στοκχόλμης, η σεφ το σερβίρει με αντζούγιες και, πιο συγκεκριμένα, αντζούγιες Καλλονής και κάππαρη. Μια δόση αλμύρας και έντασης που πάει γάντι με το κρέας και την τραγανή του κρούστα.
Meigma, Μεγάλου Αλεξάνδρου 114, Κεραμεικός, τηλ. 210-3452094,
Ωράριο: Δευτέρα-Κυριακή από τις 09.00 για καφέ και πρωινό, κουζίνα 14.00-01.00.
Κόστος: περίπου 25 ευρώ/άτομο (χωρίς τα ποτά).

