Δεν υπάρχει άλλο λαχανικό το οποίο να με έχει παιδέψει περισσότερο απ’ ό,τι το μαρούλι. Σαν περιβολάρης ομιλώ, με την έννοια ότι έχω δοκιμάσει παραπάνω από εξήντα ποικιλίες του, μέχρι να καταλήξω στις πέντε-έξι που πλέον καλλιεργώ σταθερά. Δοκίμασα επίσης όλες τις καλλιεργητικές τεχνικές για τις οποίες διάβασα ή άκουσα σχετικά, κάποιες στην πορεία αποδείχτηκαν εξόχως τελεσφόρες και τις τηρώ απαρέγκλιτα. Όπως, για παράδειγμα, το να τα φυτεύω σε χαμηλά σαμάρια, που αποτρέπουν την εμφάνιση προβλημάτων σε εδάφη που νεροκρατάνε, όπως τα δικά μου. Ιδιαίτερα χρήσιμη επίσης αποδείχτηκε η χρήση του διαμορφωμένου με οπές υφάσματος εδαφοκάλυψης, που απλώνεται πριν από τη μεταφύτευση στο χωράφι, περιορίζοντας στο ελάχιστο την εμφάνιση των ζιζανίων, άρα και την ανάγκη για σκαλίσματα.
Αποτέλεσμα όλων αυτών είναι από τα μέσα του φθινοπώρου μέχρι και τις αρχές του καλοκαιριού να απολαμβάνω, καθημερινά, φρεσκοκομμένα μαρούλια. Μετά τη συλλογή τους, τα ρίχνω σε μια λεκάνη με κρύο νερό στο οποίο έχω προσθέσει λίγο μηλόξιδο και τα αφήνω να μουλιάσουν για ένα τέταρτο. Έτσι, είμαι απολύτως βέβαιος ότι δεν επιζεί κανένα βακτήριο που προέρχεται από τη χωνεμένη κοπριά με την οποία τα λιπαίνω. Ύστερα ξεχωρίζω τα μεγάλα, σκουροπράσινα φύλλα από τις καρδιές με τα πιο μικρά, ανοιχτοπράσινα. Τα πρώτα προορίζονται για τις ωμές σαλάτες μου – εντός ψυγείου παραμένουν φρέσκα και τραγανά για πολλές μέρες. Ρίχνω τα άλλα στον ατμομάγειρα, όπου μαλακώνουν γρήγορα και χάνουν πολύ σε όγκο, αναντίρρητα κερδίζουν όμως σε γεύση. Τα συνδυάζω με ψητά καρύδια ή λεπτοκομμένα ξερά σύκα, υπάρχουν όμως και εποχές που τα απολαμβάνω μόνο με λαδολέμονο, ως βραδινό γιατροσόφι.
Η καλλιέργεια του μαρουλιού χαρίζει αυτοπεποίθηση στον αρχάριο κηπουρό. Ευδοκιμεί σε κήπους με γόνιμο χώμα, προκόβει όμως εύκολα ακόμα και σε ζαρντινιέρες.
Αν δεν κάνω λάθος, ο πρώτος χρονολογικά που συστήνει το βραστό μαρούλι ως φάρμακο ενάντια στην αϋπνία είναι ένας αξεπέραστος ιατροφιλόσοφος της αρχαιότητας, ο Γαληνός. Αναφέρεται διεξοδικά σε αυτό (Περί των εν ταις Τροφαίς Δυνάμεων, Β40) και μια δοκιμή ήταν αρκετή για να με πείσει πως έχει απολύτως δίκιο. Στην αρχαία Ελλάδα και στη Ρώμη, το μαρούλι έχαιρε επίσης μεγάλης εκτίμησης ως ορεκτικό, ήταν πάντως κοινή πεποίθηση πως οι άντρες δεν πρέπει να απολαμβάνουν τακτικά τον «θρίδακα», διότι καταστέλλει την ερωτική επιθυμία. Παραδόξως πάντως, σύμφωνα με τους αρχαίους Αιγυπτίους, που πριν από πέντε χιλιετίες άρχισαν να το καλλιεργούν στο εύφορο δέλτα του Νείλου, επιδρά αφροδισιακά και αποτελούσε γι’ αυτούς φυτό αφιερωμένο στον ιθυφαλλικό θεό της γονιμότητας Μιν. Φαίνεται πως τα μαρούλια τους έμοιαζαν ακόμα πολύ με τον άγριο πρόγονο (Lactuca serriola), που περιέχει σε αφθονία τον πικρό, γαλακτώδη οπό με την αναλγητική, ηρεμιστική και διεγερτική της φαντασίας επίδραση. Από τα μέσα του 16ου αιώνα όμως, όταν μετά από αλλεπάλληλες διασταυρώσεις εμφανίστηκαν στα ευρωπαϊκά εδάφη οι πρώτες από τις σύγχρονες ποικιλίες όρθιου, «ρωμαϊκού» (Romana διεθνώς) μαρουλιού, η ποσότητα του οπού που εκκρίνουν μειώθηκε κατά πολύ. Μπορείτε, πάντως, εύκολα να διαπιστώσετε ότι δεν έχει χαθεί εντελώς.
Η καλλιέργεια του μαρουλιού χαρίζει αυτοπεποίθηση στον αρχάριο κηπουρό, καθώς δεν έχει πολλά μυστικά και δυσκολίες. Ευδοκιμεί σε κήπους με γόνιμο χώμα, προκόβει όμως εύκολα ακόμα και σε ζαρντινιέρες. Την άνοιξη θα βρείτε στα φυτώρια σπορόφυτα διαφόρων ποικιλιών για να διαλέξετε ανάλογα με το τι προτιμάτε: τα ρομάνα, τα iceberg, που σχηματίζουν σφαιρική κεφαλή, τις γαλλικές σαλάτες ή τα σγουρά. Προσωπικώς τρέφω μεγάλη αγάπη για το κινέζικο ή celtuce, που καλλιεργείται πλέον σε πολλές περιοχές του πλανήτη για τις υπερμεγέθεις καρδιές του. Για την περίπτωσή του όμως θα χρειαστεί να προμηθευτείτε εγκαίρως (ιδανικά σπέρνεται τον Μάρτιο) τους σπόρους του. Στο διαδίκτυο θα βρείτε πλήθος από εταιρείες που τους εμπορεύονται σε ερασιτέχνες, σε πολύ προσιτή τιμή. Όπως ισχύει για όλες τις εισαγωγές σπόρων από το εξωτερικό, φροντίστε ο προμηθευτής να βρίσκεται σε χώρα της ΕΕ, αλλιώς είναι πολύ πιθανό να δεσμευτούν στο τελωνείο.
*Ευχαριστούμε το καλό μανάβικο της Πλατείας Μεσολογγίου, Το Μποστάνι (Ιφικράτους 2, Παγκράτι), που μας παραχώρησε τον χώρο για τη φωτογράφιση.

