Οι Κορνιζωμένοι (εκδ. Καστανιώτη) της Ιωάννας Καρυστιάνη θα άξιζαν να διαβαστούν ακόμη και για τη λιτή και συνάμα κινηματογραφική πρώτη σκηνή του βιβλίου. Του Αγίου Στυλιανού, καλεσμένοι γύρω από ένα τραπέζι τσουγκρίζουν και εύχονται στον εορτάζοντα, ο οποίος, «για να αποφεύγει εκπλήξεις, προτιμούσε να συναναστρέφεται με γνωστούς και προβλέψιμους». Οι προβλέψιμοι μαζεύονται ανελλιπώς κάθε χρόνο, στραβοί, χρυσοί, τι να κάνει, αυτούς έχει, και κάπως έτσι, πάνω από ένα σκορδάτο χοιρινό μπούτι, μεγαλώνουν οι άνθρωποι και περνάνε οι χρονιές. —Ε.Σ.
Παρακολουθώντας εδώ και χρόνια το έργο της Βασιλικής Πέτσα, δεν θα πόνταρα ποτέ στο ότι θα έγραφε μια μέρα ένα «αγγλικό» μυθιστόρημα εμπνευσμένο από την ποδοσφαιρική τραγωδία του Χίλσμπορο. Και όμως. Στο Δεν θ’ αργήσω (εκδ. Πόλις) βρισκόμαστε είκοσι χρόνια μετά τα γεγονότα και μπαίνουμε στη ζωή ένας άντρα που προσπαθεί ακόμα να γιατρέψει το τραύμα εκείνης της μέρας. Τις πολλές πιθανές παγίδες του θέματος η συγγραφέας αξιοπρόσεκτα τις απέφυγε όλες. —Α.Δ.
Tελικά, τι είναι το burnout; Μεταδοτική ασθένεια ή τεμπελιά των νέων; Στις Γιακαράντες (εκδ. Εστία), ο Φοίβος Οικονομίδης χτίζει ένα δυστοπικό σύμπαν όπου η Γενιά Ζ αρρωσταίνει μαζικά λόγω του άγχους και της εργασιακής εξάντλησης. Η πρωτοπρόσωπη αφήγηση, η οποία του επιτρέπει να στοχαστεί πολυεπίπεδα πάνω στο θέμα που τον απασχολεί, ανοίγει διάπλατα ένα παράθυρο στα ζητήματα που τριβελίζουν τα άτομα της γενιάς του. —Π.ΤΣ.
«Είναι όλα στα ψέματα, κακομοίρη, σταμάτα να μου παριστάνεις τον ξεναγό», θέλει να αναφωνήσει ο πρώτος χαρακτήρας που συναντάμε στο νέο μυθιστόρημα του Νίκου Μάντη Αδύνατες πόλεις (εκδ. Καστανιώτη), αλλά δεν το κάνει. Νιώθει να πνίγεται καθώς περνά μέσα από τις συνοικίες της Εϊντζελτάουν, της πόλης-προσομοίωσης του νουάρ Λος Άντζελες. Όλη η Ευρώπη έχει μετατραπεί σε ένα απέραντο θεματικό πάρκο από το παρελθόν: μπορεί κανείς να ζήσει στη Βενετία των δόγηδων ή, αν έχει πιο σκληρά γούστα, στο βασίλειο των Βίκινγκ στη Δανία. Μιλάμε, δηλαδή, για άλλη μία εμπνευσμένη δυστοπία που μας παραδίδει ο Μάντης σε περισσότερες από 900 σελίδες, με κεντρικούς χαρακτήρες ένα διοικητικό στέλεχος, μια υπεύθυνη ασφαλείας και έναν πνευματιστή που προσπαθούν απεγνωσμένα να παραμείνουν άνθρωποι μέσα σε αυτή τη μαζική ψευδαίσθηση. —Γ.Ρ.
Οι εκδόσεις Τόπος προχώρησαν στη δημιουργία των Αειθαλών, μιας σειράς που αποτελείται από μικρά σε έκταση, αλλά μεγάλα σε λογοτεχνικό εκτόπισμα κείμενα της εγχώριας λογοτεχνίας. Στα χέρια μας έχουμε Τ’ αγρίμια του άλλου δάσους και άλλα πεζά του Τηλέμαχου Αλαβέρα και τη Θάλασσα του Κώστα Σούκα. Το πρώτο βιβλίο αφορά μια κατάδυση στο τραύμα του εμφύλιου σπαραγμού μέσα από καθημερινούς ανθρώπους και διακριτική διοχέτευση του συναισθήματος. Η δεύτερη έκδοση αφορά ένα εξαιρετικό –αν όχι, το καλύτερο– δείγμα ελληνικής θαλασσογραφίας. Οι 131 σελίδες του ξεχειλίζουν αλμύρα μέσα από τη διήγηση ενός ναυαγίου, χρησιμοποιώντας λεξιλόγιο των ανθρώπων της θάλασσας. —Π.ΤΣ.
Αν υπάρχει κάτι που στοιχειώνει την Άνι στο κατώφλι των τριάντα, είναι η διαχείριση των ανοιχτών λογαριασμών της με το παρελθόν. Πιο συγκεκριμένα, το μυστήριο γύρω από τον θάνατο του παιδικού της φίλου, Φίλιππου Κάππα, στην ηλικία των δεκαέξι ετών. Στο δεύτερο μυθιστόρημά του, Τρία επί ψυχής (εκδ. Μεταίχμιο), ο Άρης Αλεξανδρής «ανεβαίνει» σκαλοπάτι. Σημειώνουμε την εξαιρετική αξιοποίηση της περιγραφής και τους καλοχτισμένους χαρακτήρες. —Π.ΤΣ.
Έχουν κάτι ελκυστικά αλλόκοτο τα διηγήματα του σκηνοθέτη Νίκου Λυγγούρη, Επτά ιστορίες της άνοιξης (έκδ. Άγρα). Άλλοτε πρόκειται για έναν καθρέφτη που βγάζει μουσική και γιατρεύει τη μνήμη, άλλοτε για ένα μαύρο τριαντάφυλλο, το άρωμα του οποίου επουλώνει τον πόνο, ή για συγκυρίες περίεργες που μεταβάλλουν θαρρείς μαγνητικά τον ρου των πραγμάτων. Όποιον ανορθόδοξο ήρωα κι αν έχει μηχανευτεί ο συγγραφέας, μοιάζει να τον έχει λαξεύσει με απόλυτη σιγουριά. —Γ.Ψ.
Μια παρέα παιδιών παίζουν με ελαστικά αυτοκινήτων σε σκουπιδότοπους στον Ασπρόπυργο. Ένα κοριτσάκι καβαλάει μια καρότσα και μαζεύει χαλκό. Ένα αγόρι συγχωρεί τη μαμά του, που δεν τον αναζητά ποτέ. Η καλογραμμένη σειρά διηγημάτων του Βαγγέλη Σέρφα Όχι, μην μπαίνετε στον κόπο (εκδ. Πατάκη) έχει για φόντο λεωφόρους με άσφαλτο που καίει, ναυπηγεία, αλάνες και μια πόλη που βράζει στις πιο φτωχές της γειτονιές, και για πρωταγωνιστές ήρωες που με κάποιον, δικό τους τρόπο επιβιώνουν. —Ε.Σ.
«Σοφοί του κόσμου, ελάτε να καταλάβετε τι γίνεται εδώ πέρα». Οι εκδόσεις Μεταίχμιο κυκλοφορούν σε μια εμπλουτισμένη έκδοση το πρώτο λεσβιακό μυθιστόρημα της ελληνικής λογοτεχνίας, με κυκλοφορία έκδοσης το 1929. Ο λόγος για το Η ερωμένη της. Η μοναδική εμφάνιση της Ντόρας Ρωζέττη στα γράμματα περιλαμβάνει μια ημερολογιακού τύπου εξιστόρηση ενός θυελλώδους έρωτα ανάμεσα σε δύο κοπέλες, η οποία μας δίνει στοιχεία για την Αθήνα του Μεσοπολέμου. —Π.ΤΣ.
Όλα τα ζώα τα έχει συναντήσει στο δάσος, λέει, εκτός από αρκούδες. Ο ήρωας του Δημήτρη Καρακίτσου στο καινούργιο του μυθιστόρημα, Αυτός ο χειμώνας (εκδ. Αντίποδες), ζει σε ένα απομακρυσμένο χωριό στη Βόρεια Ελλάδα. Ένας φύλακας του δάσους. Δεν έχει ανάγκη από καμιά παρέα, λέει. Ο ψυχισμός του μπλέκεται με τη μαγεία και την αγριάδα του ορεινού τοπίου. —Α.Δ.
«Όταν η Δήμητρα πάτησε τη δεύτερη χιλιετία της ζωής της, εμφάνισε Αλτσχάιμερ», διαβάζουμε στην τρίτη συλλογή διηγημάτων της Δήμητρας Λουκά με τίτλο Η Περσεφόνη στο στόμα του Λύκου (εκδ. Κίχλη). Πατώντας λοιπόν πάνω στον γνωστό μύθο, συναντάμε γυναίκες που σφάζουν τις μάνες τους στο γόνατο, που ντύνονται χωρίς τη θέλησή τους άντρες, που νιώθουν για πρώτη φορά πόθο μετά από αιώνες γάμου. Η βραβευμένη συγγραφέας, χρησιμοποιώντας χιούμορ, λανθάνοντα λυρισμό και αναφορές σε πολλές και διαφορετικές μυθολογίες, από την Ελλάδα μέχρι την Αμερική, μπλέκει σκηνές της σύγχρονης ζωής με φανταστικές ιστορίες, όπου όμως οι γυναικείοι χαρακτήρες τους μας είναι πολύ οικείοι· θα μπορούσαν να είναι η αδερφή μας, η μάνα μας, η σύντροφός μας. —Γ.Ρ.
Γνωρίζαμε εκ των προτέρων τι να περιμένουμε από τα δεκαέξι διηγήματα της Φάλτσας κεφαλής (εκδ. Πατάκη) του Γιώργου Σκαμπαρδώνη. Ιστορίες που έχουν ως συντεταγμένες τα πιο απίθανα μέρη στη Βόρεια Ελλάδα, λαϊκή και καθημερινή γλώσσα, μουσικές της Μακεδονίας δοσμένες με πυρακτωμένες λέξεις και ήρωες που νομίζει κανείς πως είναι απίθανο να συναντήσει, μα όμως είναι δίπλα μας και έχουν να μοιραστούν τις πιο ευφάνταστες διηγήσεις. —Π.ΤΣ.
Η Μαρία Σκιαδαρέση έγραψε ένα πολυπρισματικό μυθιστόρημα, το Αντιγόνη απ’ το Πουσκάρ (εκδ. Πατάκη), έχοντας στην άκρη του μυαλού της τον Σοφοκλή. Οι φωνές των προσώπων, ενός Ινδού μετανάστη, ενός αστυνομικού που αναζητά την αλήθεια, μιας νέας γυναίκας που αποχαιρετά τον αδερφό της, κ.ά., μπλέκονται δεξιοτεχνικά με φόντο τη γη της Βοιωτίας, αφήνοντας τη μοίρα να ξεγυμνώσει οικογενειακά μυστικά και εγκλήματα. —Γ.Ψ.
Η χαρά μου είναι πάντα μεγάλη όταν λαμβάνω ένα καινούργιο κείμενο για το περιοδικό μας γραμμένο από τον Μανώλη Ανδριωτάκη. Η χαρά είναι μεγαλύτερη όταν παίρνω στα χέρια μου ένα βιβλίο του. Και ακόμα μεγαλύτερη όταν αυτό είναι ένα βιβλίο μυθοπλασίας. Είναι γνωστό τι συμβαίνει αν δεν παινέψεις το σπίτι σου, οπότε ευχόμαστε στον Θάνατο του συγγραφέα (εκδ. Ψυχογιός) να διαγράψει την καλύτερη πορεία. (Μανώλη, αυτό το μικρό σημείωμα δεν είναι προϊόν τεχνητής νοημοσύνης!) —Α.Δ.
Ένας άντρας περιγράφει την πτώση του στο πάτωμα του σπιτιού, την εισαγωγή του στο νοσοκομείο, τα λόγια και τον πανικό των κοντινών του ανθρώπων, τις κινήσεις των γιατρών και των ασθενών, τις ακατάληπτες προτάσεις των ασθενών στο διπλανό κρεβάτι, τις μυστηριώδεις επισκέψεις στο κέντρο αποκατάστασης. Μέσα από τα κοφτά κεφάλαια και τις απλές προτάσεις της νουβέλας Στην πόρτα (εκδ. Ποταμός), ο ήρωας του Κώστα Μίντζηρα κουβαλάει ένα υπαρξιακό άγχος για ό,τι κρύβεται καθημερινά πίσω από την πόρτα του δωματίου του. —Π.ΤΣ.
Η καθημερινότητα του Ιάκωβου είναι ένα υβρίδιο όπου συνυπάρχουν η κανονική και η ον λάιν ζωή. Απορροφημένος από τον καταιγισμό εικόνων και πληροφοριών που έρχονται από την οθόνη του κινητού και του υπολογιστή του δυσκολεύεται να συνδεθεί με τους ανθρώπους του αλλά και τον εαυτό του. Το βιβλίο Στο πανηγύρι την έχασα της Τατιάνας Κίρχοφ (εκδ. Διόπτρα) συγκεντρώνει, όπως ένα καλειδοσκόπιο, εικόνες της ζωής της σημερινής γενιάς του διαδικτύου και γίνεται αφορμή για προβληματισμό. —Μ.Α.
Με τη γνωστή του αφηγηματική άνεση, ο Δημήτρης Στεφανάκης στο Πάντα η Αλεξάνδρεια (εκδ. Μεταίχμιο) διηγείται τη γοητευτική ιστορία μιας γυναίκας που ζει τις τελευταίες μέρες της δικής της Αλεξάνδρειας, καθώς, όπως συνέβη με πολλούς Έλληνες της Αιγύπτου, το καθεστώς του Νάσερ δημεύει ολόκληρη την οικογενειακή περιουσία της. Η ηρωίδα, η Δάφνη, υποχρεώνεται να αποχαιρετήσει μια πόλη που άξαφνα τη νιώθει ξένη, χωρίς όμως να προκαλεί τον οίκτο· δεν αιφνιδιάζεται, δεν απελπίζεται, δεν τα παρατά. —Ε.Σ.
Τα ποιητικά πεζογραφήματα της Μαρίας Κοπανίτσα Νύχια περλέ (εκδ. Ποταμός) είναι γεμάτα οικογενειακές ιστορίες, παρεξηγήσεις, ανησυχίες, χαμένα φιλιά, συνθηματικά τηλεφωνήματα, προσωπικούς γυμναστές, επικήδεια γεμιστά και άλλα υλικά των αναμνήσεων. —Α.Δ.
«Είναι απορίας άξιο, σκεφτόταν, πώς οι άνθρωποι διαμορφώνουν εντυπώσεις τόσο διαφορετικές για το ίδιο πρόσωπο». Στο τελευταίο μυθιστόρημα του Κώστα Λογαρά, Διπλή ζωή (εκδ. Καστανιώτη), ένας ήρωας με αμφιλεγόμενες κοινωνικά απόψεις οδηγείται σε μια κυριολεκτική –και μεταφορική– δίκη χαρακτήρα, κατά τη διάρκεια της οποίας αποκαλύπτεται πώς διαφορετικά μέλη της κοινωνίας αντιμετωπίζουν την ίδια ακριβώς πληροφορία κινητοποιώντας αλλιώτικους αντιληπτικούς μηχανισμούς και καταλήγοντας σε εκ διαμέτρου αντίθετα συμπεράσματα. —Ε.Σ.
Μια πολύ σημαντική στιγμή ή, πιο σωστά, μια κομβική στιγμή για τη λογοτεχνία της Μεταπολίτευσης· αυτή είναι η κληρονομιά του Γιώργου Ιωάννου. Σύντομα και βιωματικά κείμενα, γειωμένα στην κάπως δύστυχη –και ενίοτε δυστυχισμένη– νεοελληνική ύπαρξη του 20ού αιώνα, μιλούν για τα απλά και τα καθημερινά με έναν τρόπο που θυμίζει οργανωμένο χάος ανάμεσα στο παρόν και το παρελθόν, μεταφέροντας κατά τη διάρκειά τους στον αναγνώστη σκληρές και εξομολογητικές σκέψεις, πανέμορφες μες στην ασχήμια τους. Έτσι, η συλλογή διηγημάτων από το 1973 με τίτλο Η μόνη κληρονομιά, που κυκλοφορεί ξανά από τις εκδόσεις Κέδρος, αποτελεί ιδανικό τρόπο να γνωρίσουμε (ή να επισκεφτούμε ξανά) τη γραφή του, όπου φράσεις όπως το «ο θάνατος σώζει από πολλές πίκρες», οι οποίες θα ακούγονταν σε άλλες περιπτώσεις απλοϊκές και εξυπνακίστικες, μετατρέπονται σε πανανθρώπινες αλήθειες λόγω των όσων έχει γράψει λίγο πριν και λίγο μετά ο Ιωάννου. Διαβάστε το, απλώς διαβάστε το. —Γ.Ρ.

Για πρώτη φορά, τα δέκα διηγήματα που έγραψε ο Κωνσταντίνος Χατζόπουλος όσο ζούσε (1868-1920), δημοσιεύονται όλα μαζί (Τα διηγήματα, εκδ. Σόκολη). Ο πολυγραφότατος συγγραφέας, μεταφραστής, ποιητής, εκπρόσωπος του συμβολισμού ήταν υπέρμαχος της δημοτικής και συνομιλητής των Θεοτόκη, Πορφύρα, Νιρβάνα (στον οποίο είναι αφιερωμένο και ένα από τα διηγήματα). Μεγαλωμένος στο Μεσολόγγι, στο έργο του σκιαγραφεί τη ζωή των Ελλήνων στην ύπαιθρο αλλά και στα αστικά κέντρα, τις σχέσεις μεταξύ φύλων και τάξεων, τα ήθη της εποχής, με τρόπο γοητευτικό και διεισδυτικό. —Ε.Σ.
Μια συλλογή διηγημάτων με κοινό νήμα την καταστροφή των κινηματογράφων Αττικόν και Απόλλων στη Σταδίου, στις 12 Φεβρουαρίου 2012, κατά τη διάρκεια επεισοδίων στο κέντρο της Αθήνας, είναι το Δωδεκάτη Φεβρουαρίου (εκδ. Ποταμός) του Δημήτρη Χριστόπουλου. Η πόλη φλέγεται και τα δύο ιστορικά κτίρια φλέγονται μαζί της. Οι άνθρωποί τους, πρόσωπα που η ζωή τους ταυτίστηκε με τον έναν ή με τον άλλο τρόπο με τα δύο σινεμά, πρωταγωνιστούν σε μια αφήγηση ανάμεσα στη μυθοπλασία και την πραγματικότητα, που επιχειρεί, μέσω του συλλογικού, να φωτίσει το ατομικό και αντίστροφα. —Ε.Σ.
Εσωτερικό ταξίδι μετ’ εμποδίων (εκδ. Καστανιώτη) είναι αυτό που κάνει, χρόνια τώρα, ο καθηγητής Κοινωνιολογίας Νίκος Μουζέλης πλάι στον μόνιμο συνταξιδιώτη του, την κατάθλιψη. Από πόλη σε χώρα και από την ψυχανάλυση στον διαλογισμό, ένα σύντομο λογοτεχνικό ταξίδι με αυτοβιογραφικά στοιχεία και στοχαστικές τοποθετήσεις σε ίσες δόσεις. —Ε.Σ.
Στο Πολλών ετών αγόρι (εκδ. Πατάκη) του Νίκου Αδάμ Βουδούρη, το παιδικό, εφηβικό βίωμα υφαίνει δεκατέσσερις ιστορίες με πρωταγωνιστές μικρά, μεγάλα και μεγαλύτερα αγόρια. Στις σελίδες του, οι εμμονές, τα βίτσια, οι πόθοι και τα λόγια των ενηλίκων αφήνουν ένα αποτύπωμα ανεξίτηλο στον ψυχισμό τους. Αυτό που καταφέρνει ο συγγραφέας είναι να αποδώσει τη διαύγεια του παιδικού, φαινομενικά παθητικού βλέμματος και την άγρια ειρωνεία που προκύπτει κάθε φορά που οι μεγάλοι επιλέγουν να το υποτιμήσουν. —Γ.Ψ.
Μια τρυφερή και ποιητική καταγραφή του πρώτου χρόνου ενός έρωτα: όταν η ερωτευμένη παρατηρεί, ξανά, τα χρώματα των λουλουδιών, όταν ζηλεύει το μαξιλάρι που ο αγαπημένος της αγκαλιάζει, όταν δίπλα του αισθάνεται σαν χορταράκι στους πρόποδες του Ολύμπου. Όλα αυτά στο ανάλαφρο σαν σκίρτημα έκτο βιβλίο της Βάσιας Τζανακάρη, Γεννιέται ο κόσμος (εκδ. Καστανιώτη). —Ε.Σ.
Η Ισμήνη Καρυωτάκη έγραψε ένα ημερολογιακό μυθιστόρημα, Sarah en Berlin (εκδ. Ποταμός), με τον τίτλο να παραπέμπει στο όνομα του καταλύματος μιας Ελληνίδας επισκέπτριας στη γερμανική πρωτεύουσα. Η «κυρία από τη Νεάπολη Εξαρχείων» σημειώνει τις σκέψεις, τις βόλτες και τις κουβέντες της με τους ανθρώπους που γνωρίζει στην πόλη και μ’ αυτές τις σύντομες καταχωρίσεις στο ημερολόγιο δίνει έναν ωραίο ρυθμό στην ανάγνωση. —Α.Δ.
Τι είναι αυτό που κερδίζει αμέσως τον αναγνώστη στα επτά διηγήματα του Ντόμινο (εκδ. Κίχλη), του νέου βιβλίου της Έλενας Μαρούτσου; Ο τρόπος της να χαλιναγωγεί την αφήγηση, να κρατάει σταθερό τον ρυθμό των λέξεων, να δημιουργεί εντέχνως βάθος στους χαρακτήρες. Με την ήρεμη φωνή της και με γλώσσα απλή, υφαίνει καθημερινούς, βαθιά ανθρώπινους ήρωες που άλλοτε πέφτουν και πονούν και άλλοτε αναγεννιούνται. Το τέλος της μιας ιστορίας γίνεται η αρχή της επόμενης. Ένα ντόμινο που είναι βέβαιο πως θα παρασύρει και τον αναγνώστη. —Γ.Ψ.
Εκείνοι που δεν έφυγαν (εκδ. Πόλις) είναι οι θρύλοι και οι μύθοι μιας αθέατης Ελλάδας. Είναι οι αόρατοι της κοινωνίας, από τα οθωμανικά χρόνια μέχρι και σήμερα. Γυναίκες που έγιναν μάρτυρες της βίας, αποξενωμένα αδέρφια, εξαφανισμένοι φοιτητές που εμφανίζονται σαν φάντης μπαστούνι. Είναι τα επτά διηγήματα που απαρτίζουν την πρώτη εκδοτική συλλογή της Αταλάντης Ευριπίδου, η οποία ακροβατεί μεταξύ λαϊκών παραμυθιών, ιστορίας και επιστημονικής φαντασίας. —Π.ΤΣ.
Η καρδιά του πατέρα μου (εκδ. Πατάκη) είναι η τρανή απόδειξη πως υπάρχουν χιλιάδες λέξεις για να περιγράψει κανείς τα συναισθήματα απέναντι σε ένα αγαπημένο πρόσωπο. Ο Αύγουστος Κορτώ σκάβει στο «χωράφι» των αναμνήσεών του και ξεψαχνίζει τις παλιές φωτογραφίες του μπαμπά του, μοιράζοντας στιγμιότυπα της ζωής του και ξεδιπλώνοντας μύχιες σκέψεις του με μια γραφή που κάνει κάθε καρδιά να λιώνει από αγάπη και συγκίνηση. —Π.ΤΣ.
Σημειώσεις για την ποίηση
Πάρα πολλές μουσικές, ο Σαχτούρης, φίλοι, σκέψεις, ο Ρίτσος, κάποιοι έρωτες, στίχοι, αναμνήσεις, όνειρα της νύχτας – αυτά και άλλα είναι τα Κομμάτια (εκδ. Πόλις) του Ευριπίδη Γαραντούδη. Από αυτά είναι φτιαγμένος, αλλά από αυτά είμαστε φτιαγμένοι όλοι.
Μου άρεσε επίσης πολύ το Μαύρο χαϊκού (εκδ. Ίκαρος): Είναι σαν να μην την αντέχει την πραγματικότητα (ή να μην αντέχει να μην την αξιοποιήσει) η Γιάννα Μπούκοβα, την πραγματικότητα της παγκόσμιας κουλτούρας, της τεχνολογίας ή της επιστήμης, της γεωπολιτικής, της ροής του χρόνου, των ανθρώπων.
Μου άρεσε η πρώτη συλλογή της αγαπητής φίλης Φωτεινής Σίμου, Καπνίζοντας τα δάχτυλα των άλλων (εκδ. Κείμενα), που είναι γεμάτη φιλιά. Όχι απαραίτητα φιλιά που έχουν δοθεί, πάντως, αφού αυτή η κρυφή ενέργεια που υπάρχει στη συλλογή μένει καμιά φορά μετέωρη: μάτια, χέρια, στόματα κάνουν και δεν κάνουν.
Μου άρεσαν και οι Επιστολές (εκδ. Αντίποδες) της Δανάης Σιώζιου, που κάποτε σ’ αυτές τις σελίδες (θυμάμαι καλά;) μας είχε πει ότι ονειρευόταν να γράψει. Εν πάση περιπτώσει, τις έγραψε. Ποιητικές επιστολές που στέλνει μεταξύ άλλων η Ομίχλη, η Κοτσίδα, το Δάσος προς τον «αγαπητό κύριο», ο οποίος απαντά και πάνω στον διάλογο φανερώνεται η ύλη, οι φόβοι, τα πάντα.
Μου άρεσαν οι γρίφοι του George Le Nonece στο Μαντείο (εκδ. Άγρα), το απίθανο εισαγωγικό σημείωμα, η εμμονή του στη διακειμενικότητα.
Μου άρεσε για μία ακόμα φορά μία ακόμα συλλογή του Θανάση Τριαρίδη, Και να σφυρίζουν του σκοτωμού τα τρένα του φασισμού (εκδ. Gutenberg), γιατί γράφει ό,τι δεν γράφουν οι άλλοι, είναι πολιτικός και οργισμένος, δεν αφήνει κουβέντα να πέσει κάτω, ευτυχώς την κάνει στίχους. (Πολύ συγκινητικές οι πιο προσωπικές γωνιές της συλλογής).
Μου άρεσαν και οι επίσης πολιτικοί στίχοι του Στάθη Ιντζέ, που στρατεύει την ποιητική του σύνθεση Ώρα δεκάτη πρωινή (εκδ. Ενύπνιο) με την (τυχαία;) αφορμή της δολοφονίας του Φραντσέσκο Λορούσο στην Μπολόνια το 1977 από την ιταλική αστυνομία.
Μου άρεσε η οργανωμένη σκέψη/οργανωμένη φαντασία της Αριάδνης Καλοκύρη στο Σχέδιο κήπου (εκδ. Κίχλη), ποιήματα όπως το Κτήμα ή ο Γειτονικός κήπος ή Πάλι έπεσε ο φίκος, μαμά.
Μου άρεσε το θάρρος του Αρεταίου Μπεζάνη στη Δυσανεξία στη λακτόζη (εκδ. Καστανιώτη), όχι τόσο για τη φόρμα, όσο για τον τρόπο που κοιτάζει γύρω του ή μέσα του ή στα παλιά (π.χ. Daddy), παρά την πολύ νεαρή του ηλικία – πάντα υπάρχουν παλιά.
Μου άρεσε η πολλών μορφών Υπεράσπιση (εκδ. Σαιξπηρικόν) του Βασίλη Ζηλάκου, που είναι επίμονος ποιητής (όπως πρέπει να είναι οι ποιητές).
Και μου άρεσε που στο παρά πέντε πριν φύγει το τεύχος για το τυπογραφείο, έφτασε στο γραφείο η καινούργια συλλογή της Κορίνας Καλούδη, Άλλος ο φόβος τώρα (εκδ. Περισπωμένη), με τους αφαιρετικούς στίχους της οποίας θα περάσω τις επόμενες μέρες. –Άθως Δημουλάς

