ΑΝΔΡΕΑΣ ΚΑΡΚΑΒΙΤΣΑΣ
«Η Λυγερή»
επιμ. Γεωργία Γκότση
εκδ. Σύλλογος προς Διάδοσιν Ωφελίμων Βιβλίων, 2025, σελ. 320
Τι είναι δυνατόν να σημαίνει για εμάς σήμερα «Η Λυγερή» του Ανδρέα Καρκαβίτσα (1865-1922); Η ιστορία της υπερήφανης Ανθής με την αρχαιοελληνική κορμοστασιά που, παρότι βαθιά ερωτευμένη με τον λεβέντη Γιώργη Βρανά, μη τολμώντας να παραβεί την πατρική εντολή και τους άγραφους νόμους της αυστηρής παραδοσιακής κοινότητας, αντί να ακολουθήσει τον αγαπημένο της, ενδίδει σε έναν βεβιασμένο γάμο με τον χοντροκομμένο μισητό της έμπορο Νικολό Πικόπουλο; Και πώς τοποθετούμαστε απέναντι στο γεγονός πως γεννώντας τον γιο τους, η Ανθή στο τέλος όχι απλώς θα συμβιβαστεί αλλά και θα μεταστραφεί δείχνοντας τρυφερότητα απέναντι στον Νικολό και αρχίζοντας να εκτιμά τα αγαθά του γάμου της;
Ρεαλισμός
Κατ’ αρχάς αναγνωρίζουμε στις σελίδες τη βασική καλλιτεχνική αρχή του ρεαλισμού πως όταν ένα λογοτεχνικό έργο αναπλάθει τη ζωή οφείλει να επιτρέπει ποικίλες ερμηνείες καθώς τίποτα στον κόσμο γύρω μας δεν είναι μονοσήμαντο. Πριν ωστόσο φθάσουμε στην κατάληξη ας δούμε πώς εκτυλίσσεται η νουβέλα, γραμμένη το 1890, επανεπεξεργασμένη και δημοσιευμένη αυτοτελώς το 1896 και το 1920 λίγο πριν από τον θάνατο του συγγραφέα. Με τη «Λυγερή» ο Καρκαβίτσας μεταβαίνει από την ηθογραφία των πρώτων διηγημάτων του στον σκληρό ρεαλισμό που θα τον οδηγήσει επίσης στον εμβληματικό «Ζητιάνο» (1897). Τι πετυχαίνει ο Καρκαβίτσας στη «Λυγερή»; Πρώτον, την πλούσια περιγραφή του περιβάλλοντος – κλειστοί χώροι, φύση, παρουσιαστικό μυθοπλαστικών ηρώων, και ειδικώς τα ενδύματά τους. Κατόπιν, τη δημιουργία χαρακτήρων όχι στατικών αλλά που παίζουν ρόλο στην εξέλιξη της υπόθεσης. Δεν είναι ίσως πολύπτυχη η ψυχολογία τους, αναπτύσσεται πάνω σε δυο-τρία μοτίβα που είναι ωστόσο πειστικά. Η ερωτευμένη Ανθή είναι αρχικώς μια βαθιά θυμωμένη κοπέλα για το ριζικό που της ετοιμάζουν οι γονείς της. Μη έχοντας ωστόσο το θάρρος να αυτενεργήσει, θα υποταχθεί τελικώς παθητικά στην πατρική αρχή.
Ο καλόκαρδος Γιώργης διαθέτει αληθινά αισθήματα, όταν ωστόσο συναντά εμπόδια στον έρωτά του, χάνει τον έλεγχο του θυμικού του, ύστερα μετανιώνει, είναι όμως αργά. Η ψυχολογία και των δύο από κοινού με τον χρόνο θα ρυθμίσουν εντέλει το ζήτημα. Ο αλέγρος Γιώργης γρήγορα θα παρηγορηθεί καθώς θα παντρευτεί την επίσης όμορφη αδελφή ενός φίλου του. Και η Ανθή που έτσι ή αλλιώς είναι υποτακτική, θα συμφιλιωθεί με τη μοίρα της και θα αρχίσει μάλιστα να της βρίσκει πλεονεκτήματα. Τα υπόλοιπα πρόσωπα, η υπέροχα διαγραμμένη μάγισσα κυρα-Παγώνα που άγει και φέρει τους δεισιδαίμονες κατοίκους του χωριού, οι γονείς της Ανθής αλλά και ο Πικόπουλος, είναι μάλλον στατικοί χαρακτήρες.
Γυναίκες σε ασφυξία
Διαβάζοντας τη «Λυγερή», δεν μπορώ παρά να ανατριχιάζω με την ασφυκτική ελληνική αγροτική κοινότητα που ποδοπάτησε τις γυναίκες, πράγμα το οποίο ξαναζούμε και μέσα από τα άλλα κείμενα της εποχής, από τη «Φόνισσα» του Παπαδιαμάντη, από την «Αγάπη παράνομη» του Θεοτόκη, από τον «Πύργο του Ακροπόταμου» του Χατζόπουλου. Αλλά δεν μπορώ επίσης, παρά να βρίσκω μυθοπλαστικά σοφή την τροπή που δίνει ο Καρκαβίτσας στην υπόθεση. Ο έρωτας πάντοτε παρέρχεται και η δύναμη της ανάγκης είναι συχνά πανίσχυρη. Πράγματι λοιπόν: «Η Ανθή δεν είναι πλέον, όχι, η ονειροπόλος ερωμένη του Γεωργίου Βρανά· είναι η θετική σύζυγος, γυναίκα του Νικολού Πικόπουλου».
Στην εκτενή εισαγωγή του ο Γιάννης Παπακώστας τοποθετεί τον Καρκαβίτσα μέσα στα συμφραζόμενα της γενιάς του 1880. Και στο εκτενές επίμετρό της, η επιμελήτρια του κειμένου Γεωργία Γκότση κατ’ αρχάς εξετάζει τις πνευματικές και κοινωνικές ορίζουσες της εποχής μέσα στις οποίες γράφεται «Η Λυγερή»: δαρβινική θεωρία της εξέλιξης, επιστημονικός θετικισμός του Ιππολύτου Ταιν, νατουραλισμός του Ζολά, εσωτερικευμένη πατριαρχία, πέρασμα της ελληνικής κοινωνίας από την αγροτική στην αστική της φάση, κυριαρχία της αξίας του χρήματος. Και επίσης πραγματοποιεί μια ανασκόπηση βασικών αναγνωστικών προσεγγίσεων του κειμένου αρχίζοντας από τον Κωστή Παλαμά, και συνεχίζοντας με τους Ν. Σιδερίδου, Π. Μαστροδημήτρη, Απ. Σαχίνη, Τζίνα Πολίτη, Ελένη Βαρίκα και Δημήτρη Τζιόβα, οι οποίοι επιχειρούν να απαντήσουν σε ερωτήματα όπως εκείνα που έχει θέσει η Ερη Σταυρόπουλου: Η αλλαγή της Λυγερής επισφραγίζει την ήττα της, φανερώνει την κατάπτωσή της, ή εξιδανικεύει τη μητρότητα και την αίσθηση του καθήκοντος; Και ποιος είναι υπεύθυνος για αυτή την αλλαγή; Η κοινωνία, η Φύσις ή μήπως και η ίδια η Λυγερή; Διότι όπως παρατηρεί η επιμελήτρια: «Η Λυγερή αφήνει στο αναγνωστικό κοινό την ελευθερία να προσλάβει τη ριζική μετατροπή του τέλους είτε θετικά είτε αρνητικά, είτε ως μεταμόρφωση είτε ως παραμόρφωση».

