Οι νάρκες της ακύρωσης

Είναι η επιστροφή του Τζίμι Κίμελ μια νίκη στον πόλεμο της ελευθερίας της έκφρασης; Σε μια πρώτη ανάγνωση, ναι.

2' 8" χρόνος ανάγνωσης
Φόρτωση Text-to-Speech...

Είναι η επιστροφή του Τζίμι Κίμελ μια νίκη στον πόλεμο της ελευθερίας της έκφρασης; Σε μια πρώτη ανάγνωση, ναι. Ο γνωστός κωμικός βγήκε ξανά στον αέρα και το βράδυ της Τρίτης και όσοι –τυχόν– δεν τον ήξεραν στη δική μας γωνιά της Ευρώπης, σίγουρα αναζήτησαν το μισάωρο σόου του στο Διαδίκτυο, που μέχρι την περασμένη Τετάρτη είχε ήδη πάνω από 7 εκατομμύρια θεάσεις στο YouTube. Ο λόγος του ήταν προσεκτικός και μετρημένος. Ηταν σοβαρός και απολογητικός στα σχόλια που έκανε για τη δολοφονία του Τσάρλι Κερκ, συγκινημένος όταν μίλησε για τη χήρα του Κερκ και τη συγχώρεση που έδωσε στον δολοφόνο του, αλλά δεν άφησε σε χλωρό κλαρί τον Αμερικανό πρόεδρο –επιστράτευσε και τον ορκισμένο εχθρό του, τον Ρόμπερτ ντε Νίρο– και την επίθεση που έχει εξαπολύσει στα παραδοσιακά και συνήθως ενοχλητικά ΜΜΕ.

Σε μια δεύτερη ανάγνωση, η υπόθεση Κίμελ δείχνει και κάτι που δεν πρέπει να μας αρέσει. Το πόσο ανοχύρωτα είναι τα ΜΜΕ σε τέτοιες πιέσεις, ακόμη και τόσο ισχυρά όπως το δίκτυο ABC και η εταιρεία στην οποία ανήκει, ο κολοσσός της Ντίσνεϊ. Μπορεί να μη γνωρίζουμε τις λεπτομέρειες, αλλά πόσο δύσκολο είναι να τις φανταστούμε; Οι απειλές που εκτοξεύθηκαν την πρώτη εβδομάδα έπιασαν τόπο, έπεσαν τα τηλεφωνήματα και ο παρουσιαστής παύθηκε. Το κύμα αντιδράσεων γιγαντώθηκε και άγγιξε τον πυρήνα της Ντίσνεϊ, τις ταινίες της, που κοστίζουν εκατοντάδες εκατομμύρια. Η ζυγαριά αυτή τη φορά έγειρε προς τον Κίμελ. Ο Στίβεν Κόλμπερτ ακόμη ψάχνει για δουλειά.

Κάθε εξουσία επιδιώκει τον έλεγχο των ΜΜΕ, αλλά στην εποχή του τραμπισμού αυτό γίνεται τόσο απροκάλυπτα, που καταντάει θέαμα.

Αν τα βάλουμε κάτω θα δούμε ότι αυτός ο πόλεμος ξεκίνησε το 2018 με τον ανταποκριτή του CNN Τζιμ Ακόστα, που τον πέταξαν έξω από τον Λευκό Οίκο οι σημερινοί του ένοικοι επειδή έκανε (ενοχλητικές) ερωτήσεις. Μηνύσεις και αγωγές ασκήθηκαν κατά του Associated Press, των New York Times, του CBS και της εκπομπής «60 Minutes», της Wall Street Journal. Στις τελευταίες αμερικανικές εκλογές η Washington Post κράτησε ουδέτερη στάση και δεν υποστήριξε κανέναν υποψήφιο, σπάζοντας μια παράδοση δεκαετιών και οδηγώντας πολλούς αρθρογράφους της σε παραίτηση. Είναι η ίδια εφημερίδα που ξεσκέπασε το σκάνδαλο Γουότεργκεϊτ τη δεκαετία του ’70.

Κάθε εξουσία, όσο δημοκρατική και αν είναι, επιδιώκει τον έλεγχο των ΜΜΕ, αλλά στην εποχή του τραμπισμού αυτό γίνεται τόσο απροκάλυπτα, που καταντάει θέαμα· σαν μία ακόμη στάση στο τρενάκι του τρόμου. Κάθε εξουσία προτιμάει την πληροφορία κατακερματισμένη, να γίνεται θρύψαλα από τους ινφλουένσερ ταύρους στα υαλοπωλεία των σόσιαλ μίντια, ώστε για να ανασυρθεί από τον αλγόριθμο ο χρήστης θα πρέπει να έχει ικανότητες ψηφιακού ναρκαλιευτή. Οι νάρκες της ακύρωσης, όμως, είναι παντού.

comment-below Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή

Editor’s Pick

ΤΙ ΔΙΑΒΑΖΟΥΝ ΟΙ ΣΥΝΔΡΟΜΗΤΕΣ

MHT