Κ. Π. ΚΑΒΑΦΗΣ, ΠΕΡΙΚΛΗΣ ΑΝΑΣΤΑΣΙΑΔΗΣ
Αλληλογραφία (1894/5-1905 & 1925),
επιμ.: Diana Haas
εκδ. ΜΙΕΤ, 2025
σελ. 390
Η ποίησή του στο επίκεντρο και γύρω της αναρίθμητες φιλολογικές και κριτικές μελέτες γραμμένες τα τελευταία εκατό χρόνια· και παράλληλες μελοποιήσεις ποιημάτων και παρωδήσεις στίχων· και ταυτόχρονα βιογραφίες, μυθοπλαστικά, κινηματογραφικά και θεατρικά έργα σε μια προσπάθεια να αναστήσουν το πρόσωπο και την προσωπικότητά του· και ο ίδιος διακριτικός στο βάθος – και πάντοτε μυστηριώδης.
Η καθηγήτρια Νταϊάνα Χάας είναι μία από τις ακαταπόνητες μελετήτριές του. Για περισσότερα από σαράντα χρόνια είναι σκυμμένη πάνω από την καβαφική πρώτη ύλη των αρχείων Περίδη, Παπουτσάκη, Χαριτάτου, Τσίρκα, Σεγκόπουλου, Σαββίδη και του ίδιου του Καβάφη, προκειμένου να φωτίσει το έργο και να ανασυνθέσει την προσωπικότητά του. Στη σημερινή μνημειώδη έκδοση επιστρατεύει κάθε είδους πηγή –εφημερίδες, περιοδικά, ημερολόγια, καταλόγους εκθέσεων, διοικητικούς, εμπορικούς και κοινωνικούς οδηγούς, ελληνικές και ξενόγλωσσες μελέτες– προκειμένου να πλαισιώσει τις τριάντα δύο επιστολές και τα εννέα σημειώματα που αντάλλαξαν ο Κ. Π. Καβάφης με τον στενό του φίλο Περικλή Αναστασιάδη, κυρίως ανάμεσα στα χρόνια 1894 και 1905. Και με το έργο της προσφέρει μια προνομιακή εικόνα από την καθημερινότητα της αλεξανδρινής ελληνικής παροικίας στην Αίγυπτο, την παρέα Καβάφη (the clique), τα ήθη και τα πνευματικά της ενδιαφέροντα, αλλά και πολλά κουτσομπολιά από την ταράτσα του κοσμικού Casino San Stefano· τα πένθη και τη μάστιγα της πανώλης· και τέλος από τον βίο των Αλεξανδρινών στις ευρωπαϊκές πρωτεύουσες, εφόσον οι περισσότερες επιστολές είναι γραμμένες με αφορμή ταξιδιών του ενός ή του άλλου φίλου εκτός Αιγύπτου.
Επτά χρόνια νεότερος από τον Καβάφη, ο Περικλής Αναστασιάδης (1870-1950) γεννήθηκε, και αυτός, στην Αλεξάνδρεια. Ανήκε σε επιφανή οικογένεια της παροικίας και διαδέχθηκε τον πατέρα του Αριστείδη στο χρηματιστήριο. Σύμφωνα με τις αναμνήσεις του Στρατή Τσίρκα, ήταν μετρίου αναστήματος με ευγενικούς τρόπους, του άρεσε να διηγείται «νόστιμα» ανέκδοτα με χαμηλή φωνή και γλώσσα καλλιεργημένη, ενδιαφερόταν έως τα βαθιά γεράματα για την αγγλική και γαλλική λογοτεχνία, κι ένας από τους λόγους που ο Καβάφης από μια ορισμένη εποχή κι έπειτα έπαψε να πλουτίζει τη βιβλιοθήκη του με νέα έργα, ήταν γιατί μπορούσε να τα δανείζεται από τον φίλο του.
«Dear Costy» και «dear Peri» αρχίζει η κάθε επιστολή (δεκαεπτά του Καβάφη και δεκαπέντε του Αναστασιάδη) εφόσον οι αλληλογράφοι βρίσκουν πιο πρακτικό να επικοινωνούν στην αγγλική. Οι επιστολές Αναστασιάδη σώζονται, όπως αναφέρει η μελετήτρια στην εκτενή εισαγωγή της, καθαρογραμμένες στα κατάλοιπα του ποιητή· όχι όμως και οι επιστολές Καβάφη, οι οποίες αποτελούν συντομογραφημένα σχέδια χωρίς χρονολογία (με δύο εξαιρέσεις). Τις δυσανάγνωστες (όπως προκύπτει από τις φωτογραφίες τους) στενογραφημένες σημειώσεις του Καβάφη, η Νταϊάνα Χάας τις ανασυνέστησε με την αξιοθαύμαστη μεθοδικότητα των άοκνων φιλολόγων και παράλληλα τις χρονολόγησε με τη βοήθεια ποικίλων ειδησεογραφικών και άλλων πηγών. Κι έτσι, δίπλα στην εκδήλωση συναισθημάτων του Καβάφη («Υστερα από τόσα χρόνια φιλίας, έχουμε γίνει πολύ απαραίτητοι ο ένας στον άλλο», γράφει στον Περικλή ο ποιητής), διαβάζουμε τη συζήτησή τους για ζητήματα που αφορούν το έργο του, αλλά και την κυκλοφορία μεταφράσεών του στα αγγλικά από τον περίφημο Hogarth Press του Λέοναρντ Γουλφ, στο οποίο και τον προτρέπει να συγκατατεθεί ο Αναστασιάδης. Πρόκειται για έναν τόμο που περιέχει επίσης αναλυτικότατα σχόλια της Χάας για κάθε επιστολή, επίμετρο με τα πρόσωπα της Αλεξάνδρειας και του Καΐρου, αναλυτικά ευρετήρια, καθώς και παράρτημα με κείμενο με τις εντυπώσεις του Αναστασιάδη από τον Καβάφη σύμφωνα με τον Μ. Περίδη.
Αν είναι να διαλέξω μόνο ένα από τα πολλά εντυπωσιακά του τόμου, είναι οι παράδοξες γλωσσικές επιλογές του ποιητή – η χρησιμοποίηση μιας ελληνικής λέξης μες στη ροή της αγγλικής έκφρασης, προσαρμοσμένης όμως στην ξενόγλωσση γραμματική. «But I have “παρακάμειd” it, and somehow got cramped by the exigencies of the meter», γράφει στον φίλο του σχετικά με τις απαιτήσεις της ρίμας που χρησιμοποιεί στο ποίημα «Η πόλις», βάζοντας στο τέλος της λέξης «παρακάμει» ένα d έτσι ώστε να το μετατρέψει στο αγγλικό present perfect tense. Και ομοίως, όταν δίνει στα ελληνικά οδηγίες στον αδελφό του Τζων σχετικά με την αγγλική μετάφραση της «Κηδείας του Σαρπηδώνος», γράφει: «Βέβαια δεν θα αναφέρης ακτίνας. Θα πης “κτεις φωτερά” μόνον – και οι δύο λέξεις θα sugger-άρουν το επίλοιπον». Sugger-άρουν με την έννοια του suggest. Επιλογές που οπωσδήποτε κρύβουν χιούμορ.

