ΑΝΤΡΕΑΣ ΦΡΑΓΚΙΑΣ
Λοιμός
επιμ. Δημήτρης Χριστοδούλου
εκδ. Ποταμός, 2025, σελ. 335
Κυκλοφόρησε στα μαύρα χρόνια της χούντας· το διαβάσαμε πριν από πενήντα τρία χρόνια, χαράχτηκε μέσα μας κι έκτοτε μας σημαδεύει. Πώς γίνεται και ο Αντρέας Φραγκιάς κατόρθωσε να πραγματοποιήσει την προτροπή του ομοϊδεάτη ποιητή: «Σαν πρόκες πρέπει να καρφώνονται οι λέξεις, να μην τις παίρνει ο άνεμος»; Πώς γίνεται και η κόλαση του «Λοιμού» παραμένει οδυνηρά ζωντανή στη φαντασία μας μισόν αιώνα αργότερα;
Μέσα στα τριάντα χρόνια της συγγραφικής δημιουργίας του, ο αριστερός μεταπολεμικός Αντρέας Φραγκιάς (1921-2002) έγραψε τέσσερα όλα κι όλα μυθιστορήματα: «Ανθρωποι και σπίτια» (1955), «Η καγκελόπορτα» (1962), «Λοιμός» (1972) και το δίτομο «Πλήθος» (1986). Και όπως συμβαίνει με όλους τους αληθινούς σκαπανείς, κάθε έργο του περιείχε μια νέα θεματολογική και αισθητική πρόταση. Τα δύο πρώτα μυθιστορήματα «Ανθρωποι και σπίτια» και «Η καγκελόπορτα», με τα οποία έκανε την εμφάνισή του, ανήκουν στο ρεύμα του ρεαλισμού. Οι ιστορίες τους λαμβάνουν χώρα στη ρημαγμένη μεταπολεμική Αθήνα της δεκαετίας του ’40 («Ανθρωποι και σπίτια») και στην ανοικοδομούμενη μετεμφυλιακή Αθήνα της δεκαετίας του ’50 («Η καγκελόπορτα»). Η οδυνηρή καθημερινότητα των μικροαστικών γειτονιών της πρωτεύουσας, οι κατεστραμμένες κατοικίες, η ανεργία, η μετεμφυλιακή τρομοκρατία και η πάλη των αναξιοπαθούντων κατοίκων να επιβιώσουν, αναπλάθονται με ζωηρές λεπτομέρειες.
Εξορία
Ο πεζογράφος μας, όμως, ποτέ δεν ενδιαφέρθηκε να επαναλάβει τα επιτεύγματά του. Κάνοντας δέκα χρόνια αργότερα στον «Λοιμό» μια θεαματική στροφή, μετέφερε τη δράση σε ένα εφιαλτικό στρατόπεδο συγκέντρωσης πάνω σε ένα ξερονήσι. Και ακόμη, εγκατέλειψε τις αναλυτικές ρεαλιστικές σκηνές για να συνδυάσει έναν αδρό νατουραλισμό με την αλληγορία. Με μια γλώσσα λιτή και σκληρή, ανέπλασε τη φρίκη των τερατωδών μηχανισμών που είδαν το φως στη διάρκεια του 20ού αιώνα με στόχο να ποδοπατήσουν την προσωπικότητα εκατοντάδων χιλιάδων ανθρώπων. Ο τόπος δεν κατονομάζεται, ούτε ο χρόνος. Αδιάκοπος άνεμος, καυτός ήλιος, τα κύματα της θάλασσας, μύγες, ποντίκια και μια φρικτή χαράδρα συνθέτουν το σκηνικό. Ούτε οι άνθρωποι που κατοικούν σε αυτόν τον τόπο κατονομάζονται – διοικητές, επόπτες, κράχτες, χαφιέδες, και τα πολυπληθή θύματά τους, ο περιδεής, ο εξυπνάκιας, ο αφηρημένος, ο ξεροκέφαλος, ο αναιδής, ο συνετός, ο πολύπειρος, ο νεοσύλλεκτος, το τυχερό ανθρωπάκι. Η προνοητικότητα δεν ανταμείβεται, οι κανόνες κάθε στιγμή αλλάζουν, η αβεβαιότητα κυριαρχεί, η λογική αίρεται· καλό είναι να περνάει κανείς απαρατήρητος σε αυτή την παντοδύναμη γραφειοκρατία του τρόμου. Η Ιστορία διακόπτει έτσι τον βηματισμό της· όσα λαμβάνουν χώρα στον «Λοιμό» συνέβησαν και θα συμβαίνουν πάντα. Πρόκειται, καθώς σημειώνει στο αναλυτικό επίμετρό του ο Δημήτρης Χριστόπουλος, για ένα στρατόπεδο, καθολικό σύμβολο καταπίεσης, για έναν διαχρονικό τόπο εξορίας, με αποτέλεσμα να ισχύει στην περίπτωση του «Λοιμού» αυτό που ο Μίλαν Κούντερα είχε πει για τον Κάφκα: «Απλώνει παντού το σκοτάδι αφήνοντας όλα τα φώτα αναμμένα». Με πλαστική εικονοποιία που δημιουργούν τα απλά ουσιαστικά και ρήματα και η απουσία επιθέτων, με σταθερό αφηγηματικό ρυθμό, με μυθολογικές και κοσμολογικές αναγωγές και με μια ειρωνική εκφορά λόγου που υιοθετεί άλλοτε τον τόνο των θυτών και άλλοτε των θυμάτων, ο Φραγκιάς συνθέτει κάτι που θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ποιητική της κόλασης.
Παρότι ο «Λοιμός» υπήρξε το κορυφαίο έργο του και ένα από τα πιο σκληρά της ελληνικής πεζογραφίας, πάλι ο συγγραφέας μας δεν επαναπαύθηκε. Στο δίτομο «Πλήθος», ανέπτυξε μια τεράστια αλληγορική σύνθεση, έναν κόσμο τρομακτικό όπου λαμβάνει χώρα διαρκής δράση η σημασία της οποίας ολοκληρωτικά διαφεύγει. Ενα κινηματογραφικό συνεργείο αποτυπώνει τα πάντα σε ατελείωτα μέτρα φιλμ, με αποτέλεσμα αληθινή και εικονική πραγματικότητα να αναμειγνύονται, να ταυτίζονται και να συγχέονται.
Η μοίρα του συνόλου
Παρά τη μετακίνηση του Φραγκιά από τη ρεαλιστική παράδοση σε ένα οργουελιανό σύμπαν, κοινό στοιχείο που διακρίνει και τα τέσσερα μυθιστορήματά του είναι πως ποτέ ο συγγραφέας δεν ασχολείται με τη μοίρα ενός μόνον προσώπου, αντιθέτως τον απασχολεί η τύχη του ως τμήματος συνόλου. Καθένας από τους ήρωες πάντοτε αποτελεί κομμάτι ευρύτερης ομάδας, η οποία και προσδιορίζει τη μοίρα του. Μιλώντας για την κατεστραμμένη και ανοικοδομούμενη μεταπολεμική Αθήνα, για την εφιαλτική παροικία των στρατοπέδων συγκέντρωσης που σφράγισαν τον 20ό αιώνα και για τη μαζική κοινωνία ομοιωμάτων την οποία παράγει ο σύγχρονος πολιτισμός, ο Αντρέας Φραγκιάς υπήρξε ο κατεξοχήν συγγραφέας του συλλογικού βίου – της πολύπαθης κοινότητας, του τυραννισμένου κοινωνικού συνόλου.

