Αν ένας εξωγήινος κατέβαινε στη γη, θα αναρωτιόταν γιατί μιλάμε τόσο πολύ για τα προσωπικά μας. Οταν ήμουν μικρότερη βαριόμουν αφόρητα αυτό που νόμιζα πως είναι «κλασική κοριτσίστικη κουβεντούλα», να πρέπει να λες μυστικά, για να δένεσαι με τις φιλενάδες σου. Να σου ασκούνται πιέσεις να ερωτευτείς – κατώφλι πριν να παντρευτείς. Ηταν τόσο τεράστια η ανάγκη που είχαμε εγώ κι οι φίλες μου να «πούμε τα προσωπικά μας», που οποιοδήποτε βλέμμα από κάποιο αγόρι που δεν ήξερε καν πώς λεγόμασταν μάς έδινε υλικό. Γιατί μου γέλασε ο τάδε απ’ το Γ2; Επρεπε ν’ αναλυθεί.
Τραγούδια, ερωτικό κάλεσμα
Σχεδόν όλα τα τραγούδια που μας τάιζε η μαζική κουλτούρα γύρω στο 2008, τα αντιαισθητικά ελληνόφωνα λαϊκά, οι σαχλές αμερικανικές κομεντί, τα ελληνικά σίριαλ, όλα ήταν για το πώς να ερωτεύεσαι. Ετσι, όταν στο μάθημα κάποιοι φωτισμένοι καθηγητές μάς έλεγαν ότι το καθοριστικό γεγονός της ενηλικίωσής μας θα ήταν η οικονομική κρίση, η πρόβλεψη από το ένα αυτί έμπαινε από το άλλο έβγαινε. Το λες και μέθοδο επιβίωσης. Δεν είχαμε αγωνία πώς θα παντρευτούμε, γιατί είχαμε δει τους γάμους των ενηλίκων της ζωής μας κι είχαμε καταλάβει. Αλλά η πίεση να ερωτευτούμε παράφορα ήταν τεράστια. Το πράγμα δεν έπαιρνε αναβολή, έπρεπε να ψάξεις πράγματα στο Ιντερνετ, να «μάθεις το σώμα σου» (στα 15…) και να απολαύσεις αυτό για το οποίο μιλούσαν όλοι τη δεκαετία της γέννησής μας: σεξ.
Τι κάνεις στα προσωπικά σου;
Αυτό δεν είναι κείμενο κατά του έρωτα. Δεν γίνεται να γραφτεί τέτοιο κείμενο και να έχει την παραμικρή σοβαρότητα. Είναι ένα κείμενο που ασχολείται με τα θέματα που μας απασχολούν. Είμαστε άραγε τόσο συχνά ερωτευμένοι, όσο νομίζουμε ότι είμαστε ή δραματοποιούμε και στην ενήλικη ζωή την ειδοποίηση στο Tinder (πλατφόρμα αναζήτησης ερωτικού συντρόφου), την παραμικρή επαφή, το ελάχιστο σκίρτημα, για να μη νιώθουμε μόνοι, ριγμένοι και αφημένοι πίσω στην κούρσα της βελτιστοποίησης της προσωπικής ζωής;
Ενας τεράστιος όγκος προϊόντων ποπ κουλτούρας είναι για το πώς να σε παρατάνε ή για το πώς να παρατάς εσύ και να βγαίνεις αλώβητος. Ή λένε για το πώς να έχεις διαμάντια και πολλές κοπέλες. Στους χώρους κατανάλωσης ο καταναλωτής βομβαρδίζεται από το ενδεχόμενο της θαλπωρής μίας ζωής εκπληρωμένου έρωτα. Αγοράστε αυτήν την κούπα, όχι για να πίνετε καφέ στη δουλειά ή την ώρα της ανάγνωσης του βιβλίου σας, αλλά για να στέκεστε όρθια/ος πλάι στον νεροχύτη και σε μία υγιέστερη, νεότερη και πιο ενυδατωμένη εκδοχή σας, να καλημερίζετε το άλλο σας μισό.
Τα τραπέζια στα εστιατόρια είναι για δύο ή για μεγάλες παρέες. Μόνο στα μοναχικά ταχυφαγεία αργά το βράδυ μπορείς να κάθεσαι με άδειο βλέμμα και να κοιτάς τα φώτα της πόλης. Ή στους φούρνους, νωρίς το πρωί, εκεί που η λειτουργικότητα νικάει την απόλαυση, μπορείς να καθίσεις στο όρθιο και να μασουλήσεις μία τυρόπιτα χωρίς να τραβάς το βλέμμα ή να νιώθεις υπερβολικά μόνος. Δεν μπορείς να κάνεις το ίδιο, όμως, σ’ ένα πολυσύχναστο εστιατόριο με ρομαντική διακόσμηση και προσφορές στο μενού δύο ατόμων.
Ή μπορείς, αλλά θα ερωτηθείς εάν είσαι μόνος ή μόνη κι εκεί θα χρειαστεί να επιστρατεύσεις την ισχυρή σου προσωπικότητα, ώστε να καθίσεις με το βιβλίο σου και να παραγγείλεις το μποζολέ καθώς ο σερβιτόρος θα ξεστρώνει το τραπέζι για δύο. Γι’ αυτό συχνά οι μοναχικοί λάτρεις του καλού φαγητού καταφεύγουν στα εστιατόρια των ξενοδοχείων. Τα ξενοδοχεία δεν έχουν πρόβλημα με τις μονάδες.
Κατέβασε την εφαρμογή
Στις μεγάλες μητροπόλεις ο Ιανουάριος είναι ο μήνας της διαφήμισης για τις πλατφόρμες εύρεσης συντρόφου. Στις στάσεις των λεωφορείων, στα τρένα, στα μετρό και στον αέρα που ανασαίνεις η πίεση για την εύρεση της αγκαλιάς του χειμώνα είναι τέτοια που μπορεί να την κατεβάσεις τελικά την εφαρμογή και να αναζητήσεις το άλλο σου μισό μέσα από ένα πλήθος αγνώστων που θα ξεδιαλέξει για σένα κάποιος αλγόριθμος ανάλογα με τις σεξουαλικές σου προτιμήσεις, τον γεωεντοπισμό και τα ενδιαφέροντά σου. Δεν είναι οπωσδήποτε μία κακή εξέλιξη, εάν σκεφτείς πως λίγα χρόνια πριν, οι άνθρωποι παντρεύονταν τον πρώτο τυχόντα, την πρώτη τους σχέση ή αυτόν που φάνταζε κάπως οκέι στη μικροκοινωνία του χωριού. Λίγα περισσότερα χρόνια πίσω οι άνθρωποι παντρεύονταν με προξενιό.
Η εναλλαγή συντρόφων, οι δοκιμές στον έρωτα είναι κατακτήσεις της νεωτερικότητας. Στο παρελθόν, η απουσία πειραματισμών μείωνε τις πιθανότητες ν’ αντλήσει κανείς χρήσιμη πληροφόρηση μέσα απ’ την αποτυχία του. Αφού η αγορά του έρωτα ήταν τεχνητά μη ανταγωνιστική, εν ολίγοις παντρευόταν κανείς όποια/όποιον τού ’διναν ή όταν με την πρώτη/δεύτερη επαφή νόμιζε πως ερωτεύτηκε, υπήρχαν λιγότερες πιθανότητες να μάθει κανείς πράγματα για τον εαυτό του και τους γύρω του. Αν κακοποιούνταν, δεν έφευγε. Αν έτρωγε ξύλο, καθόταν. Αν δεν ικανοποιούνταν σεξουαλικά, πάλι καθόταν. Το ερωτικό παιχνίδι γινόταν παίγνιο μηδενικού αθροίσματος: η μία πλευρά θα έχανε οπωσδήποτε.
Οι εφαρμογές τύπου Tinder, Grindr, Bumble, Hinge, εφαρμογές για να βγεις ραντεβού, υπόσχονται κάτι απολύτως μοντέρνο. Μπορείς να δοκιμάζεις εαυτούς, περιβάλλοντα, καταστάσεις και, αν δεν σου πάνε, να τα απορρίπτεις. Ο Simmel είχε συλλάβει τον τρόπο που λειτουργούσε ο καπιταλισμός ήδη από τον προηγούμενο αιώνα. Το χρήμα «λειτουργεί ως τρόπος απελευθέρωσης του ατόμου από κληρονομημένες κοινωνικές κατασκευές όπως η τάξη, η εθνοτική καταγωγή ή η θρησκεία» (Emanuele Coccia, Philosophy Of The Home, με παραπομπές στον Simmel). Στον 20ό αιώνα, μπορούσες να αγοράσεις ρούχα, να μετακομίσεις σε πόλη, ν’ αλλάξεις κούρεμα και να φανερώσεις κάτι για την προσωπικότητά σου εντελώς διαφορετικό από την καταγωγή σου. Μπορούσες να εφεύρεις έναν εαυτό.
Αυτό υπόσχονται και οι εφαρμογές. Μπορείς να πας σ’ ένα ραντεβού και να «μοιραστείς» όσα θέλεις εσύ. Επειτα, αν τίποτα δεν συμβεί, μπορείς να δοκιμάσεις πάλι. Και στο κάτω κάτω μπορείς και μόνος σου, όπως σου λένε όλα τα βιβλία επιθετικά προωθημένης αυτοβοήθειας, καθώς και μία σειρά από τραγούδια: Υou can buy yourself flowers. Μπορείς να επανευφερίσκεις αυτό που είσαι με κάθε άνθρωπο που συναντάς. Να φοράς τα σώματα των άλλων και να τ’ αλλάζεις όπως ένα κασκόλ.
Χωρίς να υποτιμώ την απελευθερωτική δύναμη της οικονομικής ελευθερίας (γιατί οτιδήποτε τέτοιο θα ήταν γελοίο) σκέφτομαι πως η προσφορά του εαυτού, η διαθεσιμότητα στην ηλεκτρονική αγορά αναζήτησης συντρόφου δεν είναι χωρίς αρνητικές συνέπειες.
Οπως η μανία ν’ αγοράσεις, παντελόνια σκουφάκια και κασκόλ σ’ αφήνει στο τέλος στραγγισμένο, χωρίς χρήμα, χρόνο ή όρεξη, εθισμένο στη σύγκριση τιμών, έτσι και η υπερβολική αναζήτηση συντρόφου μπορεί να σε αδειάσει. Μπορεί να σε διδάξει να καταναλώνεις πρόσωπα. Μπορεί να σε πείσει πως ερωτεύτηκες, ενώ απλώς ήθελες λίγη παρέα, για να βγει το βράδυ. Πότε ερωτευόμαστε αληθινά και πότε βιαζόμαστε να ανταποκριθούμε στο τι θα πουν οι άλλο; Πότε έχουμε πέσει θύμα των παραπλανητικών προϊόντων του πολιτισμού μας; Κι είναι άραγε η λογοτεχνία ένα απ’ αυτά;
Ενας αποτυχημένος γάμος
Τα ρομαντικά ποιήματα, τα μυθιστορήματα, τα παραμύθια έχουν κατηγορηθεί για την ικανότητά τους να αποπροσανατολίζουν. Μπορούσαν να σου φουσκώσουν τα μυαλά κι αντί να κάνεις γάμο σύμφωνο με τα οικονομικά και κοινωνικά σου συμφέροντα, να τρέχεις να κυνηγάς ανεμόμυλους. Ομως, η λογοτεχνία μάς έχει δώσει και το αντίθετο παράδειγμα.
Ενας από τους πιο χάλια γάμους στην ιστορία της ανθρωπότητας μπορεί να εντοπιστεί στο αριστουργηματικό μυθιστόρημα της George Eliot, Middlemarch. Αν βαριέστε να διαβάσετε το βιβλίο ή δεν σας αρέσει η λογοτεχνία του 19ου αιώνα, πρώτον, κρίμα, δεύτερον, μπορείτε ν’ ακούσετε ένα υπέροχο podcast γι’ αυτό εδώ. Στο συγκεκριμένο μυθιστόρημα η πάμπλουτη πουριτανή Δωροθέα, μέλος της άρχουσας τάξης της επαρχιακής Αγγλίας, ερωτεύεται στο μυαλό της τον κατά πολλά χρόνια μεγαλύτερό της κύριο Casaubon, έναν χλωμό ακαδημαϊκό που πασχίζει χωρίς επιτυχία να γράψει το μεγάλο έργο.
Ο γάμος είναι καταστροφή. Η Δωροθέα πίστευε πως θα μάθαινε πράγματα πλάι στον μεγάλο άνδρα. Ο άνθρωπος την θέλει για αντιγραφέα και γλάστρα. Οι συνταρακτικές συζητήσεις που είχε φανταστεί δεν γίνονται ποτέ. Και το χειρότερο: ο άντρας της δεν είναι κάποιος μεγάλος διανοούμενος τελικά. Πότε ερωτευόμαστε και πότε βλέπουμε στο πρόσωπο ενός άλλου το ενδεχόμενο να μας ανοίξει κόσμους; Πότε αυτό που φανερώνεται σαν έρωτας είναι απλώς δύο συγχυσμένοι και μπερδεμένοι άνθρωποι εγκιβωτισμένοι στις συμβάσεις της εποχής τους;
Στη συλλογή φιλοσοφικών δοκιμίων Philosophy Of The Home (2024, μετάφραση από τα ιταλικά του Richard Dixon), απ’ όπου κι η παραπάνω παραπομπή στον Simmel, ο Coccia αναρωτιέται πώς θα ήταν τα σπίτια μας εάν προτεραιοποιούσαμε τις αξίες της αγάπης που διαρκεί, της φροντίδας, της ισότητας, του σεβασμού και του νοιαξίματος, αντί για τη στιγμιαία διέγερση του ενθουσιασμού μιας νέας γνωριμίας. Μπορεί να μην ήταν αυτά τα σπίτια βίας, λεκτικής, ψυχολογικής και σωματικής, μεταξύ συντρόφων. Τα ναυαγισμένα πλοία των ενθουσιασμών που έγιναν διαψεύσεις.
Πράγματα που με κάνουν να πιστεύω στην ανθρωπότητα αυτή την εβδομάδα
Οι άνθρωποι που αγοράζουν λουλούδια όχι για τον εαυτό τους, αλλά για κάποιον άλλο. Οσοι μαγειρεύουν μία κατσαρόλα φαγητό, για να την μοιραστούν. Το ντοκιμαντέρ Self-Portrait As a Coffee-Pot για όσους λατρεύουν τα στούντιο των μεγάλων καλλιτεχνών και τη γαλήνη ενός καθαρού μυαλού.
