Γιατί είναι απαραίτητη η ρύθμιση του σακχάρου

Γιατί είναι απαραίτητη η ρύθμιση του σακχάρου

Οι εξετάσεις, η διατροφή, η άσκηση

5' 21" χρόνος ανάγνωσης

Περισσότεροι από ένας στους τρεις ενήλικες στις Ηνωμένες Πολιτείες έχουν προδιαβήτη, δηλαδή επίπεδα σακχάρου στο αίμα υψηλότερα από το φυσιολογικό, που μπορούν να εξελιχθούν σε διαβήτη. Περισσότεροι από ένας στους δέκα έχουν διαβήτη, που χαρακτηρίζεται από ακόμη υψηλότερα επίπεδα σακχάρου στο αίμα, τα οποία μπορούν να οδηγήσουν σε σοβαρά προβλήματα υγείας, όπως οφθαλμολογικές διαταραχές, καρδιακές παθήσεις, εγκεφαλικά, βλάβες στο νευρικό σύστημα και άλλα σοβαρά προβλήματα υγείας. Οι επιπλοκές μπορούν να αποφευχθούν με την καλή ρύθμιση του σακχάρου στο αίμα. Οι συνήθειες διατροφής, η ώρα των γευμάτων, η φυσική άσκηση και τα επίπεδα στρες επηρεάζουν το πόσο ψηλά (ή χαμηλά) φτάνουν τα επίπεδα σακχάρου στο αίμα. «Η πρόληψη είναι το κλειδί», σημειώνει η δρ Ελίζαμπεθ Χάλπριν, επικεφαλής του τμήματος διαβήτη ενηλίκων στο Joslin Diabetes Center στη Βοστώνη.

Το σώμα μας διασπά τους υδατάνθρακες που καταναλώνουμε και τους μετατρέπει σε γλυκόζη, η οποία στη συνέχεια απορροφάται στην κυκλοφορία του αίματος. Είναι η κύρια πηγή ενέργειας του σώματος. Το πάγκρεας αντιλαμβάνεται πόση γλυκόζη ή σάκχαρο υπάρχει στο αίμα και παράγει αντίστοιχη ποσότητα της ορμόνης ινσουλίνη. Η ινσουλίνη δρα σαν «κλειδί» για να επιτρέψει στη γλυκόζη να εισέλθει στα κύτταρα, τα οποία τη χρησιμοποιούν για καύσιμο. Η υπερβολική γλυκόζη μπορεί να προκαλέσει βλάβες.

Οταν το σάκχαρο στο αίμα είναι σταθερά υψηλό, κάποιοι άνθρωποι αναπτύσσουν αντίσταση στην ινσουλίνη: το σώμα σταματάει να ανταποκρίνεται επαρκώς στην ινσουλίνη, με αποτέλεσμα τα κύτταρα να μην προσλαμβάνουν αρκετή γλυκόζη από το αίμα. Το πάγκρεας παράγει περισσότερη ινσουλίνη, αλλά τελικά δεν μπορεί να αντεπεξέλθει, με αποτέλεσμα υψηλά επίπεδα γλυκόζης στο αίμα και, τελικά, προδιαβήτη ή διαβήτη. Η περίσσια γλυκόζης μπορεί με τον καιρό να βλάψει τα αιμοφόρα αγγεία, οδηγώντας σε μακροπρόθεσμες επιπλοκές του διαβήτη.

Οι μετρήσεις

Η γλυκοζυλιωμένη αιμοσφαιρίνη (A1C) μετράει το ποσοστό των ερυθρών αιμοσφαιρίων που έχουν συνδεθεί με γλυκόζη. Αυτή η εξέταση επιτρέπει στους γιατρούς να εκτιμήσουν τον μέσο όρο σακχάρου στο αίμα για τους τελευταίους τρεις μήνες. Μια εξέταση γλυκόζης αίματος μετράει άμεσα πόσο σάκχαρο υπάρχει στο αίμα σας σε μια συγκεκριμένη χρονική στιγμή. Οι μετρήσεις γίνονται συνήθως με εξετάσεις αίματος από τη φλέβα ή με μια σταγόνα αίματος από το δάχτυλο. Εάν τα επίπεδα γλυκόζης νηστείας και A1C είναι και τα δύο πάνω από ορισμένα όρια –ή αν ένα από αυτά υπερβαίνει το όριο σε δύο διαδοχικές εξετάσεις– μπορεί να γίνει διάγνωση διαβήτη.

Στους ασθενείς με διαβήτη οι γιατροί στοχεύουν τα επίπεδα A1C να παραμένουν κάτω από 7% για να μειωθεί ο κίνδυνος επιπλοκών, αποφεύγοντας ταυτόχρονα την υπογλυκαιμία, η οποία μπορεί να προκαλέσει συμπτώματα όπως ζάλη, τρέμουλο ή ακανόνιστο καρδιακό παλμό και, σε σοβαρές περιπτώσεις, μπορεί να επηρεάσει τη λειτουργία του εγκεφάλου.

Οπως λένε οι γιατροί, οι φορητοί αισθητήρες, όπως τα συστήματα συνεχούς παρακολούθησης της γλυκόζης, μπορούν να είναι χρήσιμα για ασθενείς που διατρέχουν κίνδυνο υπογλυκαιμίας, καθώς καταγράφουν το σάκχαρο στο αίμα σε πραγματικό χρόνο.

Η Αμερικανική Διαβητολογική Εταιρεία συνιστά στους γιατρούς να συνταγογραφούν εξετάσεις σακχάρου σε κάθε ενήλικα που είναι υπέρβαρος ή παχύσαρκος και έχει οποιονδήποτε πρόσθετο παράγοντα κινδύνου για διαβήτη. Σε αυτούς περιλαμβάνονται η ύπαρξη συγγενή πρώτου βαθμού με διαβήτη ή καρδιακή νόσο, υπέρταση ή σύνδρομο πολυκυστικών ωοθηκών. Εάν τα αποτελέσματα δείξουν ότι είστε προδιαβητικός, προτείνεται ετήσιος έλεγχος. Εάν οι τιμές είναι φυσιολογικές, ο έλεγχος πρέπει να γίνεται κάθε τρία χρόνια. Ατομα χωρίς παράγοντες κινδύνου μπορούν να αρχίσουν τις εξετάσεις στην ηλικία των 35 ετών.

Στις ΗΠΑ, περισσότεροι από ένας στους δέκα έχουν διαβήτη, που μπορεί να οδηγήσει σε σοβαρά προβλήματα υγείας.

Το φαγητό

Οι τροφές πλούσιες σε άμυλο ή υδατάνθρακες –όπως τα ζυμαρικά, το ρύζι, το ψωμί και οι πατάτες–, καθώς και οι ζαχαρούχες, όπως τα μπισκότα και τα αναψυκτικά, αυξάνουν τα επίπεδα σακχάρου στο αίμα. «Στα άτομα με διαβήτη η σχέση μεταξύ ινσουλίνης και γλυκόζης είναι διαταραγμένη», λέει η Χάλπριν. Οι αιχμές του σακχάρου προκαλούν το πάγκρεας να απελευθερώσει αυξημένη ινσουλίνη. Αυτό μπορεί να οδηγήσει σε πτώση του σακχάρου στο αίμα, δημιουργώντας λιγούρες και αίσθημα αδιαθεσίας.

Η κατανάλωση πρωτεϊνών και λιπών μαζί με υδατάνθρακες μπορεί να επιβραδύνει την απορρόφησή τους, διατηρώντας το σάκχαρο πιο σταθερό. «Η άνοδος δεν είναι τόσο υψηλή και η πτώση δεν είναι τόσο γρήγορη», λέει η Χάλπριν. Η παράλειψη ή η καθυστέρηση γευμάτων, καθώς και η υπερβολική κατανάλωση αλκοόλ ή η κατανάλωσή του με άδειο στομάχι, μπορεί να οδηγήσουν σε χαμηλά επίπεδα σακχάρου στο αίμα, ιδιαίτερα σε άτομα με διαβήτη.

Οι συστάσεις

Η άσκηση συμβάλλει στη μείωση του σακχάρου στο αίμα, καθώς χρησιμοποιεί τη γλυκόζη ως πηγή ενέργειας, ενισχύει την ανάπτυξη μυϊκής μάζας που απορροφά εύκολα τη γλυκόζη και μειώνει το σωματικό λίπος, το οποίο αυξάνει την αντίσταση των κυττάρων στην ινσουλίνη.

Το άγχος αυξάνει μια ορμόνη που ονομάζεται κορτιζόλη, η οποία δίνει σήμα στο συκώτι να απελευθερώσει περισσότερη γλυκόζη στο αίμα, λέει η Σούζαν Σπρατ, καθηγήτρια ιατρικής στο τμήμα ενδοκρινολογίας, μεταβολισμού και διατροφής στο Πανεπιστήμιο Ντιουκ. Η έλλειψη ύπνου μπορεί επίσης να αυξήσει τα επίπεδα κορτιζόλης, σημειώνει. Ο ανεπαρκής ύπνος μπορεί έμμεσα να επηρεάσει τα επίπεδα γλυκόζης στο αίμα, δυσκολεύοντας τη σωστή διατροφή, την απώλεια βάρους, την άσκηση και τη διαχείριση του άγχους, αναφέρει η Χάλπριν.

Οι γιατροί συνιστούν στους ασθενείς με διαβήτη ή προδιαβήτη να γεμίζουν το πιάτο τους κατά το ήμισυ με πράσινα φυλλώδη λαχανικά, κατά το ένα τέταρτο με άπαχη πρωτεΐνη, όπως ψάρι ή φακές και κατά το υπόλοιπο ένα τέταρτο με τροφές πλούσιες σε άμυλο. Αυτή η ισορροπία είναι χρήσιμη και για τους ανθρώπους χωρίς διαβήτη.

Η άσκηση –ακόμη και ένα απλό δεκάλεπτο περπάτημα μετά το γεύμα– μπορεί να συμβάλει στη μείωση του σακχάρου στο αίμα. Μπορεί επίσης να βοηθήσει στην απώλεια βάρους, η οποία, σύμφωνα με τους ειδικούς, αποτελεί βασικό στοιχείο στη διαχείριση του διαβήτη, καθώς μειώνει την αντίσταση στην ινσουλίνη.

Οταν οι αλλαγές στον τρόπο ζωής δεν επαρκούν, οι γιατροί μπορεί να προτείνουν φαρμακευτική αγωγή. Η μετφορμίνη, ένα οικονομικό και ευρέως διαδεδομένο φάρμακο, βοηθάει στη μείωση της παραγωγής γλυκόζης από το συκώτι. Οι σουλφονυλουρίες είναι μια παλαιότερη, επίσης οικονομική κατηγορία φαρμάκων, που διεγείρει το πάγκρεας να εκκρίνει περισσότερη ινσουλίνη, αλλά ενδέχεται να προκαλέσει υπερβολική πτώση του σακχάρου και αύξηση του βάρους.

Νεότερα φάρμακα για τον διαβήτη, όπως το Ozempic και το Jardiance, είναι πιο ακριβά, αλλά μπορούν να βοηθήσουν στην απώλεια βάρους και τη μείωση του σακχάρου στο αίμα. Η ινσουλίνη, η οποία μπορεί επίσης να είναι ακριβή και πρέπει να χορηγείται με ένεση, συχνά αποδεικνύεται αποτελεσματική όταν οι υπόλοιπες θεραπείες δεν αρκούν, όπως επισημαίνουν οι ειδικοί. «Εάν έχετε πρόβλημα γλυκόζης και δεν μπορείτε να το ελέγξετε με τη διατροφή, την άσκηση, τον καλύτερο ύπνο και τη διαχείριση του άγχους, μη λέτε όχι στα φάρμακα», λέει η Σπρατ.

comment-below Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή

Editor’s Pick

ΤΙ ΔΙΑΒΑΖΟΥΝ ΟΙ ΣΥΝΔΡΟΜΗΤΕΣ

MHT