Πόσο έχει αλλάξει η Αμερική; Πόσο διαφορετική είναι για έναν μετανάστη; Στον απόηχο των αμερικανικών εκλογών, η Γιώτα Ταχταρά, δημοσιογράφος και υπεύθυνη επικοινωνίας στο Πανεπιστήμιο του Μίσιγκαν, και ο Πουλίκος Πουλικάκος, καθηγητής Ογκολογικών Επιστημών στη Νέα Υόρκη, μοιράζονται στην «Κ» τις εμπειρίες τους από την καθημερινή ζωή στις ΗΠΑ, καθώς και τις απόψεις τους για τις βαθιές αλλαγές που έχουν συντελεστεί στην αμερικανική κοινωνία τα τελευταία χρόνια.
Αφήνοντας πίσω την Ελλάδα που βυθιζόταν στην κρίση
«Το καλοκαίρι του 2010 που μετακόμισα μόνιμα στις ΗΠΑ, άφηνα πίσω μου την Ελλάδα που μόλις τότε είχε αρχίσει να βυθίζεται στην κρίση, ή μάλλον τότε εμφανίζονταν οι πραγματικές διαστάσεις της κρίσης». Η Γιώτα Ταχταρά θυμάται πως με την άφιξή της στην Αμερική βίωσε ένα κλίμα αισιοδοξίας, καθώς πολιτικές όπως το Obamacare δημιουργούσαν την αίσθηση ότι η χώρα έβαζε τα θεμέλια για μια νέα εποχή προόδου και συμπερίληψης.

«Ταυτοχρόνως όμως έφτασα στις ΗΠΑ των πυροβολισμών στα σχολεία, των τεράστιων εσωτερικών προβλημάτων και της σταθερά επιθετικής εξωτερικής πολιτικής. Η διαφορά ήταν ο τρόπος που μιλούσαμε για τα κοινωνικά προβλήματα, και οι συστημικές αλλαγές που εφαρμόζονταν για να λυθούν κάποια από αυτά. Εδώ, στην πολιτεία του Μίσιγκαν για παράδειγμα, υπήρχε ένα μεγάλο θέμα με το αστικό κέντρο του Ντιτρόιτ που δεν είχε πρόσβαση σε φρέσκα φρούτα και λαχανικά, κάτι που επηρέαζε κυρίως τον μαύρο και ισπανόφωνο πληθυσμό. Ηταν τότε που η Μισέλ Ομπάμα ξεκίνησε τους “αστικούς κήπους”(urban gardens), μια πρακτική που όχι μόνο έφερνε κοντά την κοινότητα, αλλά κατάφερε –μαζί με άλλες πολιτικές– να ρίξουν την Αμερική από την πρωτοκαθεδρία της παιδικής παχυσαρκίας, θέση που διεκδικεί η Ελλάδα εδώ και μερικά χρόνια».
Μια από τις πρώτες μέρες στο εργαστήριο θυμάμαι έναν νεαρό τεχνικό, 25 ετών, να μου ανακοινώνει με χαμόγελο πως ετοιμάζεται να αγοράσει σπίτι. Για έναν 30χρονο Ελληνα μια τέτοια κίνηση φάνταζε αδιανόητη. – Πουλίκος Πουλικάκος, καθηγητής Ογκολογικών Επιστημών στη Νέα Υόρκη
Ο Πουλίκος Πουλικάκος θυμάται τη δική του μετάβαση στις ΗΠΑ, καθώς μετακόμισε αρχικά στη Φιλαδέλφεια, το 2003, όταν η Ελλάδα ετοιμαζόταν για τους Ολυμπιακούς Αγώνες. «Οι γύρω μου απορούσαν για την απόφασή μου καθώς τίποτα δεν προμήνυε την οικονομική κρίση που θα ακολουθούσε. Θυμάμαι ήταν Απρίλιος όταν έφτασα στη Φιλαδέλφεια και οι αυλές των σπιτιών άρχιζαν να γεμίζουν με πασχαλινά λαγουδάκια, τα οποία σταδιακά αντικαθιστούσαν τα σημαιάκια που είχαν βάλει οι Αμερικανοί στον κήπο τους, λόγω του πολέμου στο Ιράκ. Μια από τις πρώτες μέρες στο εργαστήριο θυμάμαι έναν νεαρό τεχνικό, 25 ετών, να μου ανακοινώνει με χαμόγελο πως ετοιμάζεται να αγοράσει σπίτι. Για έναν 30χρονο Ελληνα μια τέτοια κίνηση φάνταζε αδιανόητη».
«Τη χώρα μας μας την παίρνουν άλλοι»
Ο ίδιος το 2006 μετακόμισε στη Νέα Υόρκη για μεταδιδακτορικό στο Μεμόριαλ. Δύο χρόνια αργότερα, το 2008, εκλέχτηκε για πρώτη φορά ο Μπαράκ Ομπάμα. Οπως σχολιάζει ο Πουλίκος, η εκλογή του καλλιέργησε πολλές προσδοκίες, παρόλο που συνέπεσε με την τεράστια οικονομική κρίση.

«Σε αντίθεση με την Ελλάδα η Αμερική μπόρεσε να ανακάμψει γρήγορα. Η επανεκλογή του ήταν σχεδόν σίγουρη. Την ίδια στιγμή δημιουργούνταν και οι προϋποθέσεις για τη μετέπειτα εκλογή του Τραμπ. Η νέα εποχή που εγκαινίαζε ο Ομπάμα, της πολυπολιτισμικότητας και του Obamacare, δημιούργησε το αίσθημα σε τμήματα της παραδοσιακής λευκής πλειοψηφίας στην αμερικανική ενδοχώρα πως “τη χώρα μας μας την παίρνουν άλλοι”». Αυτό το αίσθημα ενίσχυσε και τη δυσαρέσκεια για τις “ελίτ των Ακτών” που δεν νοιάζονται για την καθημερινότητα του απλού πολίτη. Είναι αξιοσημείωτο ότι ένα μέρος των τότε ψηφοφόρων του Ομπάμα έχουν σήμερα μετακινηθεί στον Τραμπ. Το 2016 στη Νέα Υόρκη έπρεπε να είσαι παρατηρητικός για να εντοπίσεις υποστηρικτή του Τραμπ. Ηταν αυτονόητο πως αν βρισκόμουν σε μια παρέα 15 ατόμων θα ήταν όλοι Δημοκρατικοί ή τουλάχιστον αυτό θα δήλωναν. Πλέον οι υποστηρικτές του Τραμπ είναι πιο φανεροί». Αυτή η μετακίνηση προς τον Τραμπ καταγράφεται και στην ελληνική κοινότητα στις ΗΠΑ, η οποία είναι διχασμένη όσο ποτέ.
Θυμάμαι τη μέρα που βγήκαν τα αποτελέσματα για την πρώτη εκλογή του Τραμπ και βλέπαμε κόσμο να αγκαλιάζεται και να κλαίει στον δρόμο. Από απελπισία. Ηταν μια γενική αίσθηση καταστροφής. – Γιώτα Ταχταρά, δημοσιογράφος και υπεύθυνη επικοινωνίας στο Πανεπιστήμιο του Μίσιγκαν
Η Γιώτα Ταχταρά από την πλευρά της επισημαίνει το προφανές: δεν γίνεται να μιλήσουμε για τις ΗΠΑ σαν σύνολο, καθώς όπως αναφέρει είναι τρομερά ισοπεδωτικό και ανακριβές και «αγνοεί τις τεράστιες διαφορές (μορφωτικές, κοινωνικές, ταξικές, πολιτισμικές) από πολιτεία σε πολιτεία, ακόμα και από πόλη σε πόλη. Είναι μια χώρα 335 εκατομμυρίων ανθρώπων που ζουν με τρεις ώρες διαφορά από ακτή σε ακτή. Εμείς ζούμε σε μια κολεγιούπολη δημοκρατικών, το Ann Arbor, βάση ενός από τα μεγαλύτερα δημόσια πανεπιστήμια της χώρας (εδώ ήρθε να σπουδάσει και μία από τις κόρες του Ομπάμα)».
«Θυμάμαι την μέρα που βγήκαν τα αποτελέσματα για την πρώτη εκλογή του Τραμπ και βλέπαμε κόσμο να αγκαλιάζεται και να κλαίει στο δρόμο. Από απελπισία. Ηταν μια γενική αίσθηση καταστροφής. Και δεν είχαν άδικο. Σχεδόν αμέσως άρχισαν τα προβλήματα: η απαγόρευση εισόδου στα αεροδρόμια των Ηνωμένων Πολιτειών σε πολίτες από μουσουλμανικές χώρες, η επίθεση τυχαίων, λευκών κυρίως αμερικάνων σε περαστικούς που μιλούσαν άλλες γλώσσες, η φοβερή κακοδιαχείριση της πανδημίας, η βία κατά των Ασιατών, και φυσικά η αλλαγή στην σύνθεση του Ανώτατου Δικαστηρίου που έφερε την ανατροπή του Roe v. Wade (σ.σ. η απόφαση που ίσχυε από το 1973 και κατοχύρωνε το συνταγματικό δικαίωμα των γυναικών στην άμβλωση) που μετράει καθημερινά θύματα γυναικών και εφήβων κοριτσιών που πεθαίνουν ή ακρωτηριάζονται γιατί δεν μπορούν οι γιατροί να τους προσφέρουν την περίθαλψη που χρειάζονται».
Ενα χάσμα που μοιάζει αγεφύρωτο
Το βράδυ της πρώτη εκλογής του Τραμπ έχει μείνει χαραγμένο και στη μνήμη του Πουλίκου. «Θυμάμαι πως το 2016 το βράδυ των αποτελεσμάτων ήμουν σε μια βράβευση στη Βοστώνη. Την ώρα που παραλάμβανα το βραβείο ήταν όλοι στα κινητά τους, υπήρχε μια διάχυτη ανησυχία. Το αποτέλεσμα ήταν σοκ». Η εμπειρία του 2020, ωστόσο, διαφέρει σημαντικά. Ο Πουλικάκος υπογραμμίζει ότι παρά την ανησυχία, ο κόσμος φαίνεται να έχει προσαρμοστεί σε αυτή τη νέα πραγματικότητα «Υπάρχει η πεποίθηση – σωστή ή λαθεμένη, θα φανεί – πως το σύστημα είναι ανθεκτικό. Ισως για αυτό η κόντρα ανάμεσα στα δύο κόμματα να είναι περισσότερο πολιτισμική και δεν μπορεί σε καμία περίπτωση να συγκριθεί με την πόλωση που είχε ζήσει για παράδειγμα η Ελλάδα το 2015. Για τον περισσότερο κόσμο θα υπάρξει μια διαφωνία σε ένα οικογενειακό τραπέζι και ως εκεί».

Η Γιώτα, από την πλευρά της, επισημαίνει ότι οι πολιτικές εντάσεις έχουν πλέον διεισδύσει στις ζωές των ανθρώπων. «Αυτό που συμβαίνει τώρα στην Αμερική, αυτός ο διχασμός και το χάος είναι κάτι παραπάνω από τα αστεία στο tiktok για το πώς να μην μαλώσεις με τους ηλικιωμένους συγγενείς της οικογένειας στο τραπέζι των Ευχαριστιών. Είναι ένα χάσμα που μοιάζει αγεφύρωτο. Γιατί στην ουσία δεν ψηφίσαμε μόνο διαφορετικούς κομματικούς υποψηφίους, αλλά υποστηρίξαμε και διαφορετικές φιλοσοφίες ζωής». Η ένταση που περιγράφει η Γιώτα διαχέεται και στην καθημερινότητα, καθώς η προπαγάνδα διαμορφώνει το κλίμα γύρω της. «Τους τελευταίους έξι μήνες πριν από τις εκλογές του Νοεμβρίου, έφταναν καθημερινά φυλλάδια στο γραμματοκιβώτιό μας που μας ενημέρωναν ότι η Κάμαλα θα έρθει να μας πάρει τα όπλα και πρέπει να ενωθούμε όλοι ενάντια σ’ αυτήν την απειλή! Με τον ίδιο πανικό που αφαιρούν την πρόσβαση στην περίθαλψη των τρανς εφήβων, γιατί φοβούνται ότι θα γίνει “μόδα”».
Θα επέστρεφαν στην Ελλάδα;
Παράλληλα με τις αμερικανικές εξελίξεις, η Γιώτα Ταχταρά παρακολουθεί τις εξελίξεις στην Ελλάδα. Η σύγκριση, όπως σημειώνει, είναι απογοητευτική. «Τα τελευταία 14 χρόνια που λείπω, δεν μπορώ να πω ότι με έχουν γεμίσει αισιοδοξία. Για μένα που βιώνω την ελληνική πραγματικότητα αποσπασματικά, είναι πολύ εύκολο να συγκρίνω το πριν και το μετά. Πώς ήταν η ζωή όταν ξεκίνησα να δουλεύω το 2002, πώς εξελίχθηκε η καριέρα, οι αποδοχές και το βιοτικό μου επίπεδο εκείνη τη δεκαετία και πώς όλα έχουν αντιστραφεί μετά το 2010. Αφησα μια Αθήνα γεμάτη γέλια και φώτα και όνειρα, και επέστρεφα σε μια μαζική κατάσταση θυμού, έντασης, απογοήτευσης. Συχνά μιλάμε με άλλους Ελληνες της διασποράς και λέμε ότι είναι διπλά αποκαρδιωτικό να έχουμε τέτοια νέα και στις δύο πατρίδες μας».
Οσον αφορά μια ενδεχόμενη επιστροφή στην Ελλάδα, ο Πουλίκος απαντά ότι «η αλήθεια είναι πως το βρίσκω υπερβολικό να σκεφτώ να φύγω από την Αμερική εξαιτίας των πολιτικών εξελίξεων. Είμαι τώρα τακτικός καθηγητής στην Ιατρική Σχολή του Μαουντ Σινάι και έχω Εργαστήριο που ερευνά αντικαρκινικές θεραπείες. Προσπαθώ κι εγώ και άλλοι για το καλύτερο, ακόμα κι αν οι συνθήκες δεν είναι πάντα ιδανικές. Ακούς κάποιες φορές το “ήρθε η ώρα να φύγουμε”, αλλά λίγοι το κάνουν».
Εικονογράφηση: Michael Kirki

