Οι αποδοχές στον δημόσιο τομέα δεν είναι υψηλότερες από τις αντίστοιχες του ιδιωτικού τομέα, εφόσον συγκρίνονται εργαζόμενοι με αντίστοιχα προσόντα. Σε αυτό το συμπέρασμα καταλήγει μελέτη του ΚΕΠΕ για τα έτη 2022-2023, η οποία διαψεύδει την κοινή πεποίθηση ότι οι δημόσιοι υπάλληλοι είναι πιο καλοπληρωμένοι από τους ιδιωτικούς.
Σύμφωνα με όσα αναφέρει η μελέτη, ενώ είναι αλήθεια ότι ο μέσος καθαρός μισθός στον δημόσιο τομέα το 2023 ήταν κατά 8% υψηλότερος έναντι του ιδιωτικού (1.179,3 ευρώ έναντι 1.090 ευρώ), όταν συγκριθούν πανομοιότυποι εργαζόμενοι με το ίδιο εκπαιδευτικό επίπεδο, εμπειρία και ηλικία, τα αποτελέσματα αντιστρέφονται. Ειδικότερα, με βάση το ωρομίσθιο, οι δημόσιοι υπάλληλοι αμείβονται κατά 13,3% λιγότερο σε σχέση με τους ιδιωτικούς υπαλλήλους με τα ίδια προσόντα, με τη διαφορά να φτάνει το 33,3% για τους κατόχους διδακτορικού τίτλου. Σε επίπεδο μηνιαίων αποδοχών η υστέρηση στον δημόσιο τομέα είναι μεταξύ 15,8% και 18,6% (ανάλογα με τη μεθοδολογία που ακολουθείται). Στη σύγκριση έχει συνεκτιμηθεί το γεγονός ότι οι εργαζόμενοι στον ιδιωτικό τομέα παίρνουν 13ο και 14ο μισθό, ενώ στο Δημόσιο έχει καταργηθεί. Δηλαδή, ο υπολογισμός έγινε προσθέτοντας τους 14 μισθούς στον ιδιωτικό τομέα και διαιρώντας στη συνέχεια τις συνολικές ετήσιες αποδοχές τους διά του 12, ώστε να υπάρχει το ίδιο μέτρο σύγκρισης με τον δημόσιο τομέα.
Οι ερευνητές του ΚΕΠΕ (Γιώργος Ιωαννίδης και Ελισάβετ Νίτση) αποδίδουν το γεγονός αυτό στο «πάγωμα» των αμοιβών στον δημόσιο τομέα κατά τα τελευταία 10 έτη, την ώρα που στον ιδιωτικό τομέα η άνοδος του οικονομικού κύκλου και η μείωση της ανεργίας βοηθούσαν στην αύξηση των μισθών. Οπως επισημαίνεται, «η συνδυαστική επίδραση των περικοπών των μισθών των δημοσίων υπαλλήλων, σε συνδυασμό με την πλήρη εφαρμογή του (χαμηλότερου) ενιαίου μισθολογίου για τους νεοεισερχόμενους, ώθησε τον μέσο μισθό στο Δημόσιο προς τα κάτω. Αντιθέτως, όταν οι οικονομικές συνθήκες άρχισαν να βελτιώνονται, η ανεργία να πέφτει και το ΑΕΠ να αυξάνεται, οι μισθοί στον ιδιωτικό τομέα αυξήθηκαν, σε αντίθεση με το δημόσιο όπου παρέμειναν στο ίδιο επίπεδο». Σύμφωνα με τους ίδιους, το χάσμα υπέρ του ιδιωτικού τομέα διευρύνθηκε μεταξύ 2022 και 2023 λόγω της αύξησης των κατώτατων μισθών στον ιδιωτικό τομέα.
Ο μέσος μισθός στον δημόσιο τομέα είναι υψηλότερος έναντι του ιδιωτικού, αλλά όταν συγκρίνονται δημόσιοι υπάλληλοι και ιδιωτικοί με το ίδιο επίπεδο είναι χαμηλότερος.
Πρέπει να σημειωθεί, πάντως, ότι πλέον οι μισθοί στον δημόσιο τομέα δεν είναι «παγωμένοι». Συγκεκριμένα, το 2024 δόθηκαν αυξήσεις για πρώτη φορά μετά από 14 χρόνια και συγκεκριμένα μεσοσταθμική αύξηση 6,5%. Επιπροσθέτως, φέτος θα δοθεί οριζόντια αύξηση σε όλους τους μισθούς του δημοσίου τομέα, έτσι ώστε ο βασικός μισθός για τον νεοδιοριζόμενο δημόσιο υπάλληλο υποχρεωτικής εκπαίδευσης να μην υπολείπεται του βασικού μισθού του ιδιωτικού τομέα. Για φέτος αυτή η διαφορά που θα καλυφθεί υπολογίζεται σε 20 ευρώ. Από το 2026 θα δίνεται ολόκληρη η αύξηση του κατώτατου μισθού του ιδιωτικού τομέα και στον δημόσιο.
Στο παρελθόν, τα πράγματα ήταν διαφορετικά και συγκεκριμένα πολύ ευνοϊκότερα για τους δημοσίους υπαλλήλους. Σε μελέτη για την περίοδο 1975-85 (Κιουλάφας κ.α.) διαπιστώθηκε ότι οι απασχολούμενοι στις δημόσιες επιχειρήσεις απολάμβαναν ένα θετικό και διευρυνόμενο μισθολογικό χάσμα ύψους 20%-25%, έναντι των μισθωτών του ιδιωτικού τομέα με τα ίδια χαρακτηριστικά. Μελέτη του 2011 για την περίοδο 2004-2007 (Giordano κ.α.), που αφορά και την Ελλάδα, διαπίστωσε ότι το μισθολογικό χάσμα της περιόδου ήταν 21,4%. Σύμφωνα με πιο πρόσφατες μελέτες, το θετικό μισθολογικό χάσμα υπέρ του Δημοσίου το 2013 κυμαινόταν μεταξύ 8,5% και 10%.
Τα δεδομένα της μελέτης του ΚΕΠΕ προέρχονται από την Ερευνα Εργατικού Δυναμικού της ΕΛΣΤΑΤ των ετών 2022 και 2023.

