Σύμφωνα με τη μεγάλη έρευνα για τις καταναλωτικές συνήθειες Future Consumer Index 2024 που δημοσιοποίησε χθες η EY, η δεύτερη μεγαλύτερη «φυλή» (τυπολογία) καταναλωτών στην Ελλάδα είναι αυτή που χαρακτηρίζεται ως «Health First», η «φυλή» που έχει ως βασική της προτεραιότητα, ακόμη και για τις αγορές που κάνει, την υγεία.
Στη φετινή έρευνα οι Ελληνες καταναλωτές που υπάγονται σε αυτή την ομάδα αντιστοιχούν στο 22% από 18% το 2023, ποσοστό υψηλότερο ακόμη και από αυτό που είχε καταγραφεί το 2021 (21%), όταν ακόμη ζούσαμε στη σκιά της πανδημίας. Ποια είναι τα βασικά χαρακτηριστικά αυτής της ομάδας; Η ποιότητα του προϊόντος αποτελεί σημαντικό αγοραστικό κριτήριο, όπως επίσης και αν το προϊόν είναι υγιεινό. Πρόκειται επίσης για καταναλωτές που δεν αγοράζουν μόνο τα απαραίτητα και δεν τους προβληματίζει πάρα πολύ το εισόδημά τους. Μάλιστα, η ίδια η ΕΥ τονίζει στον σχολιασμό για τα ευρήματα της φετινής έρευνας, ότι μετά την αγωνία για τα οικονομικά του νοικοκυριού και την οικονομία της χώρας, αυτό που ανησυχεί περισσότερο τους καταναλωτές είναι η ψυχική –σε ποσοστό 41%– και η σωματική τους υγεία (39%).
Το παραπάνω φαίνεται ότι το έχουν αντιληφθεί ήδη αρκετές βιομηχανίες τροφίμων, αλλά και επιχειρήσεις λιανικής στην Ελλάδα και πλέον επενδύουν σε κατηγορίες τροφίμων οι οποίες επίσης θεωρείται ότι προάγουν την υγιεινή διατροφή –πέρα από τα κλασικά βιολογικά προϊόντα– ή καλύπτουν σύγχρονες διατροφικές τάσεις, όπως οι τροφές που είναι πλούσιες σε πρωτεΐνες, που απευθύνονται στους αυστηρά χορτοφάγους (vegan) και σε όσους ακολουθούν ωμοφαγική διατροφή (καταναλώνουν δηλαδή μόνο ή κυρίως άψητα και ακατέργαστα τρόφιμα). Η απόφαση –για παράδειγμα– της αρτοβιομηχανίας «Καραμολέγκος» να επενδύσει στην εταιρεία Nutree, εξαγοράζοντας πλειοψηφικό πακέτο αυτής (κατά πληροφορίες το 60%), η οποία παρασκευάζει ενεργειακές μπάρες και μάλιστα μπάρες που απευθύνονται και στο ειδικό κοινό των vegan και όσων ακολουθούν ωμοφαγική διατροφή, μόνο τυχαία δεν είναι. Υπολογίζεται ότι ένα εκατομμύριο Ελληνες καταναλώνουν συστηματικά μπάρες δημητριακών, ενώ αύξηση γνωρίζουν τα τελευταία χρόνια οι μπάρες με ξηρούς καρπούς και αποξηραμένα φρούτα που δεν έχουν υποστεί καμία θερμική επεξεργασία. Στο παιχνίδι έχουν μπει εδώ και χρόνια όχι μόνο οι κολοσσοί στα δημητριακά πρωινού (Nestle, Kellogg’s, General Mills), αλλά και ελληνικές εταιρείες μπισκότων και σοκολατοειδών (Παπαδοπούλου, ΙΟΝ, Βιολάντα) με απλές μπάρες ή μπάρες με υψηλή περιεκτικότητα σε πρωτεΐνη, καθώς και αρκετά μικρότερες ελληνικές επιχειρήσεις (ΙΝΤΡΟΦΕΞ με το σήμα Millhouse, Σδούκος, η Nutree κ.ά.). Ιδιαίτερο ενδιαφέρον έχει το γεγονός ότι στην κατηγορία έχουν εισέλθει και βιομηχανίες τροφίμων που είναι θεωρητικά άσχετες με αυτήν, όπως η βιομηχανία τυροκομικών «Optima» αλλά και η βιομηχανία «Αθανάσιος Κουκουτάρης ΑΒΕΕ» (γνωστή από τις πίτες Alfa).
Υπολογίζεται ότι ένα εκατομμύριο Ελληνες καταναλώνουν συστηματικά μπάρες δημητριακών.
Αξίζει να σημειωθεί ότι συνολικά η αγορά που αφορά τις ενεργειακές μπάρες παγκοσμίως αναπτύσσεται με μέσο ετήσιο ρυθμό 4,5%, υπολογίζεται σε 4,26 δισ. ευρώ και προβλέπεται ότι μέχρι το 2028 θα ξεπεράσει τα 5 δισ. ευρώ.
Ακόμη πιο πρόσφατη μόδα είναι τα γιαούρτια με επιπλέον πρωτεΐνη και κυρίως τα επιδόρπια με πρωτεΐνη, όπως οι πουτίγκες, οι οποίες «κατέκλυσαν» τα ψυγεία των σούπερ μάρκετ. Από τους ξένους «παίκτες» έντονη παρουσία στην ελληνική αγορά έχουν οι Danone, Alpro και Arla, ενώ δυναμικά μπήκαν στην κατηγορία οι ελληνικές ΔΕΛΤΑ και Κρι Κρι. H τελευταία αξιοποιεί την τάση για τις τροφές με ενισχυμένη πρωτεΐνη που υπάρχει παγκοσμίως, έχοντας εισέλθει με γιαούρτια που έχουν υψηλή περιεκτικότητα σε πρωτεΐνη (24 και 22 γραμμάρια) κυρίως σε Ηνωμένο Βασίλειο, Ιταλία και προσφάτως και στη Γαλλία. Στο Ηνωμένο Βασίλειο η κατηγορία σημείωσε το 2023 αύξηση του όγκου πωλήσεων κατά 34,2% σε σύγκριση με το 2022, ενώ στην Ιταλία η αντίστοιχη αύξηση ήταν 26,2%. Πρόκειται για δύο χώρες όπου οι αγορές των γιαουρτιών με αυξημένη περιεκτικότητα σε πρωτεΐνη, αν και μικρές ακόμη, είναι εξαιρετικά σημαντικές, ύψους 104 εκατ. ευρώ (Ηνωμένο Βασίλειο) και 41 εκατ. ευρώ (Ιταλία). Μάλιστα στις αγορές αυτές η Κρι Κρι έχει τοποθετηθεί με επώνυμα προϊόντα της και όχι με προϊόντα ιδιωτικής ετικέτας, όπως πράττει σε μεγάλο βαθμό με τα απλά γιαούρτια.
Αρκετά από τα προϊόντα αυτά –μπάρες, υγιεινά σνακ για παιδιά και άλλα– βρίσκουν μάλιστα θέση όχι μόνο στα ράφια των σούπερ μάρκετ, αλλά και σε άλλα κανάλια διανομής, όπως ντελικατέσεν, καταστήματα βιολογικών προϊόντων, καταστήματα ειδών ευεξίας, αλλά ακόμη και σε φαρμακεία, επιτυγχάνοντας έτσι και υψηλά περιθώρια κέρδους.

