Μέσα παίζεται η παράσταση. Και απέξω… Ενα περιφερόμενο πλήθος εξαθλιωμένων ανθρώπων, άστεγοι που σέρνουν ολόκληρες οικοσκευές μαζί τους, μπερδεμένοι με τοξικομανείς που βαράνε την ένεσή τους όπου μπορούν: στα σκαλοπάτια των παρακείμενων πολυκατοικιών, στα ασθενικά κηπάρια, στα λερά πεζοδρόμια. Δεν είναι πέντε ή δέκα. Μπορεί να φτάνουν ή να ξεπερνούν τους 100. Λίγα στενά πιο πάνω, ένα περιπολικό της Αστυνομίας διασφαλίζει την πρόσβαση των θεατών στις παραστάσεις του Εθνικού. Ανδρες της ΕΛ.ΑΣ. περιπολούν και στο «Αλμα».
Πέριξ της πλατείας Ομονοίας βρίσκονται περισσότερες από 30 σκηνές – Δέλεαρ τα φθηνά μισθώματα και η ποικιλία οικημάτων που μπορούν να ανακατασκευαστούν εύκολα.
Η απογευματοβραδινή πραγματικότητα στους πίσω δρόμους του Εθνικού Θεάτρου μέχρι την είσοδο του θεάτρου «Αλμα» στην οδό Ακομινάτου, πίσω από το θηριώδες κτίριο του ΟΣΕ, δύο οικοδομικά τετράγωνα όλα κι όλα, είναι επιεικώς τραγική. Δεν χωράει περιγραφές, ούτε αφελείς εξωραϊσμούς. Η κατάσταση απλώς δεν πάει άλλο. Το γεγονός ότι εκεί έχουν την έδρα τους η πρώτη κρατική σκηνή της χώρας και μια φιλόδοξη θεατρική σκηνή, που έχει περάσει εδώ κι ένα χρόνο στα χέρια σοβαρών επιχειρηματιών και φιλοξενεί δύο επιτυχημένες παραστάσεις από την Τετάρτη το βράδυ μέχρι την Κυριακή, μας υπενθυμίζει το μέγεθος της αθηναϊκής ιλαροτραγωδίας, που σε αυτήν την περίπτωση έχει ξεπεράσει κάθε προηγούμενο όριο.
Υψηλή ζήτηση
Σε αυτό το σημείο χρειάζεται να θυμίσουμε ότι το θέατρο είναι σήμερα η πλέον ακμαία πολιτιστική δραστηριότητα στην Αθήνα. Αδιάψευστος μάρτυρας το πρωτοφανές πλήθος των θεατρικών σκηνών, αλλά και η κατά καιρούς υψηλή ζήτηση για παραστάσεις, με αποτέλεσμα διαδοχικά sold out, που ωστόσο αφορούν ένα πολύ μικρό ποσοστό της ασυγκράτητης παραγωγής.

Χάρη σε αυτήν την υπερπροσφορά θεαμάτων, γειτονιές με σύνθετο και κατά καιρούς ιδιαίτερα απαιτητικό κοινωνικό και ανθρωπολογικό προφίλ στην καρδιά της Αθήνας αποκτούν ένα πολύτιμο σημείο αναφοράς, που φέρνει φως, ανθρώπινη παρουσία και απολύτως απαραίτητη επιχειρηματική δραστηριότητα μικρής κλίμακας. Αλλά όπως μας διδάσκουν τα παραδείγματα του Εθνικού και του «Αλμα», αυτό δεν είναι πάντα αρκετό. Οταν το 1991 ο ιδρυτής του θεατρικού οργανισμού «Αττις» Θόδωρος Τερζόπουλος αναζητούσε στέγη για την πειραματική του ομάδα, οι παρυφές του Μεταξουργείου στη νότια ενδοχώρα της Ομόνοιας δεν ήταν αρχικά στο μυαλό του. «Είχα οργώσει όλες τις γνωστές συνοικίες της Αθήνας τότε, από την Κυψέλη μέχρι το Παγκράτι, αλλά δεν έβρισκα τίποτα. Στην πορεία ανακάλυψα ότι δεν μου πήγαινε ο μικροαστικός τους χαρακτήρας. Συνειδητοποίησα ότι έψαχνα κάτι πιο ρηξικέλευθο κι ένα χώρο μεγαλύτερο από τα θέατρα της εποχής και το βρήκα στο φημισμένο “Μπορντέλο της Πιπίτσας” στην οδό Λεωνίδου, δυο βήματα από την Ομόνοια», θυμάται ο εισηγητής του σωματικού θεάτρου στην Ελλάδα. «Ηταν και τότε αυτό που αποκαλούμε σήμερα μια “υποβαθμισμένη” περιοχή, ο “νεροχύτης” της Αθήνας, κατηφόρα και λακκούβα μαζί, εκεί όπου ξεβράζονται τα νερά της πόλης». Του άρεσε αυτό, η λαϊκή πατίνα μιας ξεπεσμένης αστικής συνοικίας που κάποτε φιλοξένησε τις οικίες σημαντικών αθηναϊκών οικογενειών (Ζολώτα, Λαλαούνη, Παγκάλου κ.ά.).
Ακόμα περισσότερο του άρεσε το παρελθόν αυτής της ψευτοεκλεκτικιστικής τριώροφης κατοικίας των αρχών του 20ού αιώνα. «Είμαι από αυτούς που δεν απεχθάνονται τα μπορντέλα, το αντίθετο θα έλεγα. Επειδή το κτίριο ήταν σε πλήρη εγκατάλειψη από τα τέλη της δεκαετίας του ’70, βρήκαμε μπαίνοντας μέσα απίθανα ρούχα, ορισμένα καταπληκτικά έπιπλα που μπορέσαμε και τα διασώσαμε. Ενας ηλικιωμένος γείτονας μας είχε αφηγηθεί μια έξοχη ιστορία: στο σαλονάκι του σπιτιού η Πιπίτσα έβαζε πού και πού τα κορίτσια της να παίζουν κάποια νουμεράκια για να διασκεδάζουν τους πελάτες τους. Επομένως ο χώρος είχε ήδη ένα κάποιο θεατρικό παρελθόν», λέει σε εύθυμο τόνο ο Θόδωρος Τερζόπουλος.
Περιοχές με ιστορία
Εκείνα τα χρόνια στην ευρύτερη περιοχή λειτουργούσαν δύο ακόμα θέατρα. Το «Θέατρο της Ανοιξης» στην οδό Γερμανικού που ανέστειλε τη λειτουργία του το 2011 και η «Αποθήκη» της Αλίκης Γεωργούλη στου Ψυρρή, που επιβιώνει ως ένα από τα εμπορικότερα θέατρα της Αθήνας. Σήμερα, κάνοντας μια πρώτη καταγραφή των θεατρικών σκηνών πέριξ της πλατείας Ομονοίας, θα βρει κανείς σε ακτίνα 1.000 μέτρων περισσότερα από 30 θέατρα. Μια πρώτη ανάγνωση της υψηλής συγκέντρωσης σε μια κατά τ’ άλλα «δύσκολη» ζώνη του κέντρου της πόλης (ιδιαίτερα κατά τις βραδινές ώρες) είναι τα πιθανολογούμενα φθηνά μισθώματα και η ποικιλία χώρων (πρώην βιοτεχνικοί, για παράδειγμα) που μπορούν σχετικά εύκολα να μετατραπούν σε μικρές θεατρικές σκηνές.

«Δεν είναι μόνο αυτό», με «διορθώνει» ο σκηνοθέτης Δημήτρης Καραντζάς, ο οποίος από τον Σεπτέμβριο του 2020 ανέλαβε την καλλιτεχνική διεύθυνση του θεάτρου «Προσκήνιο» στον μικρό πεζόδρομο της Καπνοκοπτηρίου, δύο βήματα από την πλατεία Βάθης. «Το γεγονός ότι εμείς βρίσκουμε τους χώρους αυτούς σήμερα μαρτυράει το πλούσιο θεατρικό παρελθόν της ευρύτερης περιοχής με αξιοσημείωτο βάθος και πυκνότητα», επισημαίνει. Και έχει δίκιο. Το θέατρο «Προσκήνιο» είχε ιδρύσει η Νίκη Τριανταφυλλίδη (1942-2013) τη δεκαετία του ’80 και για ένα διάστημα ήταν το θεατρικό στέκι του Γιάννη Μπέζου. Επιβεβαιωτικό του ισχυρισμού του Καραντζά είναι και το παρελθόν του θεάτρου «Πορεία» στην οδό Τρικόρφων, που στέγασε από το 2000 και μετά το θεατρικό όραμα του Δημήτρη Τάρλοου.
Από την περίοδο της κρίσης στα αισιόδοξα σημάδια για το μέλλον
Αυτό πάντως που πριν από 25 χρόνια έμοιαζε με ριψοκίνδυνο επιχειρηματικό άλμα είναι σήμερα μια θεατρική ιστορία επιτυχίας. Το «Πορεία», σε μια νοητή τομή που σχηματίζουν οι «ζώνες επιρροής» της Βικτώριας και της Ομόνοιας και ίδρυσε το 1960 ο Αλέξης Δαμιανός της κινηματογραφικής «Ευδοκίας», δίνει σήμερα δουλειά σε περισσότερους από 150 εργαζομένους όλων των ειδικοτήτων. Αλλά η πορεία από το άγνωστο στα ψηλά πατώματα της θεατρικής Αθήνας δεν ήταν ανώδυνη.
Η θέση του ανάμεσα σε γειτονιές που βρέθηκαν στο μάτι του κυκλώνα τη δεκαετία της κρίσης το εξέθεσαν σε απρόβλεπτους κινδύνους, όπως θυμάται σήμερα ο Δημήτρης Τάρλοου. «Ευτυχώς είμαστε πιο κοντά στη Βικτώρια παρά στην Ομόνοια. Και σήμερα θα μπορούσα να πω ότι υπάρχει μια τάση αναγέννησης της ευρύτερης περιοχής».

Αλλά δεν ήταν πάντα έτσι. «Στις αρχές της κρίσης, όταν η Χρυσή Αυγή ήταν στα πάνω της, θυμάμαι να κάνουμε πρόβα και να μας χτυπούν λυσσασμένα την πόρτα του θεάτρου γιατί πίστευαν ότι κρύβαμε μετανάστες…». Και τον Μάιο του 2011, μετά τη στυγερή δολοφονία του Μανώλη Καντάρη από τρεις αλλοδαπούς στην οδό 3ης Σεπτεμβρίου, το «Πορεία» διέκοψε τη λειτουργία του για έναν ολόκληρο μήνα εξαιτίας των διαδηλώσεων που γίνονταν σε καθημερινή βάση στην περιοχή. «Ευτυχώς τα πράγματα έχουν αλλάξει προς το καλύτερο», συμπληρώνει ο Δημήτρης Τάρλοου.
Η φιλοδοξία δεν ήταν πολύ διαφορετική για την Prime Entertainment όταν ανέλαβε πέρυσι τη διεύθυνση του θεάτρου «Αλμα» με την ευγενική πεποίθηση ότι η τέχνη μπορεί να ξαναδώσει ζωή σε ένα χώρο και να αναγεννήσει μια ολόκληρη γειτονιά. Οπως δηλώνουν οι άνθρωποι της εταιρείας στην «Κ», αν και γνώριζαν εξαρχής τις δυσκολίες και τις κοινωνικές ιδιαιτερότητες της περιοχής, δεν αντιμετώπισαν την πρόκληση με φόβο ή αποστασιοποίηση, αλλά «με σχέδιο, πίστη και σεβασμό».
«Οταν η Χρυσή Αυγή ήταν στα πάνω της, θυμάμαι να κάνουμε πρόβα και να μας χτυπούν λυσσασμένα την πόρτα του θεάτρου γιατί πίστευαν ότι κρύβαμε μετανάστες», λέει ο Δημήτρης Τάρλοου από το «Πορεία».
Τι μπορεί όμως να σημαίνει αυτό; «Με τη συνεργασία του δήμου και των αρμόδιων αρχών, να διασφαλίζουμε κάθε βράδυ ένα ασφαλές και λειτουργικό περιβάλλον γύρω από το θέατρο». Η εμπειρία τους λέει ότι, σταδιακά, οι κάτοικοι και οι άνθρωποι της περιοχής άρχισαν να προσπαθούν περισσότερο για τον περιβάλλοντα χώρο, επιτρέποντας στην παλιά θεατρική στέγη της Κατερίνας Μαραγκού να επανέλθει στον θεατρικό χάρτη.

Ο Θόδωρος Τερζόπουλος σημειώνει ότι και η δική του γειτονιά, όχι τόσο μακριά από το «Αλμα», κατά διαστήματα υποβαθμιζόταν σε τραγικό βαθμό. «Σήμερα, σε εμάς τουλάχιστον, το μείζον είναι η βρωμιά και τα σπίτια που καταρρέουν. Καμία πρόνοια από το κράτος και τον δήμο, όχι τώρα αλλά στο διηνεκές. Πολλές φορές βγαίνω με τη σκούπα και καθαρίζω ο ίδιος».
Ο φωτισμός
Οταν ο Δημήτρης Καραντζάς ανέλαβε το «Προσκήνιο», η ευρύτερη πιάτσα εμπορίας και χρήσης ναρκωτικών ήταν ενεργή και στον πεζόδρομο όπου βρίσκεται το θέατρο. «Οφείλω να πω ότι ανησυχούσα – κυρίως για τις ζωές αυτών των ανθρώπων και λιγότερο για το πώς θα δουλέψουμε εμείς. Ευτυχώς η λειτουργία του θεάτρου μαζί με την εγκατάσταση ισχυρού φωτισμού έφερε αποτελέσματα. Ανοιξαν κάποια καφέ και εστιατόρια, η εικόνα άλλαξε γρήγορα».
Ο ίδιος ωστόσο είναι καχύποπτος. «Οι πιάτσες αυτές λειτουργούν σε πολύ συγκεκριμένα σημεία, που είναι αδύνατον να πιστέψω ότι δεν τα γνωρίζουν αυτοί που οφείλουν να τα γνωρίζουν. Εδώ τα γνωρίζουμε εσείς κι εγώ», καταλήγει εύλογα ο γνωστός σκηνοθέτης.

