Είπα να τρώω υγιεινά. Και μετά άρχισε το σαφάρι

Είπα να τρώω υγιεινά. Και μετά άρχισε το σαφάρι

Τρόφιμα που δεν βρίσκονται στο σούπερ μάρκετ της γειτονιάς. Συστατικά που δεν λένε όλη τη διατροφική αλήθεια. Πώς μια «καλή» δίαιτα μπορεί να καταλήξει καθημερινός γρίφος

7' 5" χρόνος ανάγνωσης
Φόρτωση Text-to-Speech...

Υποτίθεται ότι συμμαζευόμαστε διατροφικά ή τρέχουμε πανικόβλητοι στα γυμναστήρια εκεί κάπου μετά τις γιορτές. Ή λίγο πριν από το Πάσχα, με τις πρώτες γενναιόδωρες λιακάδες και τη δαμόκλειο σπάθη της αναπόφευκτης έκθεσης στις ελληνικές παραλίες να επικρέμαται πάνω από το κεφάλι μας.

Εγώ το είδα λίγο διαφορετικά. Μάλλον πρόκειται για σχολικό κατάλοιπο που διαρκεί μερικές δεκαετίες· ο Σεπτέμβριος είναι η δική μου εκδοχή της «Πρωτοχρονιάς», ο μήνας που σηματοδοτεί βαρύγδουπες αποφάσεις και υποσχέσεις που με μαθηματική ακρίβεια δεν πρόκειται να τηρηθούν. Σε αυτήν την ετήσια γιορτή ψευδαισθητικών ενοράσεων και πανηγυρικών διαψεύσεων, σειρά είχε (όχι για πρώτη φορά) η αναθεώρηση των διατροφικών συνηθειών μου.

Τώρα όμως τα πράγματα είχαν σοβαρέψει. Το σχέδιο ήταν να περιορίσω δραστικά τους τρεις λευκούς διαβόλους της σύγχρονης διατροφής: τη ζάχαρη, το αλεύρι και το αλάτι. Κυρίως θα έπρεπε να επανεξετάσω τα πιο ελκυστικά κομμάτια της διατροφικής μου ρουτίνας, που περιελάμβαναν αρκετούς άχρηστους και επιζήμιους επεξεργασμένους υδατάνθρακες. Οσο φιλόδοξο και αν ακούγεται αισθανόμουν αποφασισμένος. Βοηθούσε και η ιστορία επιτυχίας (και τυφλής αφοσίωσης) ενός καλού φίλου, ο οποίος όχι μόνον έβλεπε αποτελέσματα (απώλεια βάρους) αλλά αισθανόταν απείρως καλύτερα. Γιατί να μη δοκίμαζα κι εγώ;

Αφού αποχαιρέτησα τους στυλοβάτες του διατροφικού μου Αρμαγεδδώνα (μπισκότα ολικής άλεσης και σπιτικά κέικ κατά συρροήν, αγνό ελληνικό μέλι, τα δύο εορταστικά σουβλάκια της εβδομάδας, τις αμέτρητες Coca-Cola χωρίς ζάχαρη κ.λπ.) έτρεξα στο σούπερ μάρκετ της γειτονιάς για να προμηθευτώ τους αντικαταστάτες του. Το προηγούμενο βράδυ είχα ανακοινώσει τις αποφάσεις μου στο ChatGPT, που φυσικά μου έδωσε αμέσως συγχαρητήρια και προσφέρθηκε να με ενθαρρύνει με άπειρες ιδέες, tips και συνταγές για το «ψευτογλυκό» που θα έπαιρνε τη θέση του κέικ στην πρώτη βραδινή λιγούρα. Τι θα έλεγα για λίγο στραγγιστό γιαούρτι 2% με μισό κουταλάκι ταχίνι και μισή μπανάνα; Χμ, δεν έβλεπα την ώρα…

Η επίσκεψη στο σούπερ μάρκετ αποδείχθηκε λιγότερο πανηγυρική από αυτό που είχα στο μυαλό μου. Προσπάθησα να επικεντρωθώ στο τμήμα των φρούτων και των λαχανικών ρίχνοντας κλεφτές ματιές στα (λιγοστά) ράφια με τα βιολογικά προϊόντα. Οσο κι αν προσπάθησα δεν μπορούσα να αποβάλω τη σκέψη ότι το τμήμα με τα βιολογικά ήταν ένας πολύ διακριτικός τόπος τιμωρίας για τα πλέον επίλεκτα μέλη της κοινωνίας μας. Ολα έδειχναν πιο χλωμά και πιο μίζερα συγκριτικά με τα ενισχυμένα με φυτοφάρμακα και αντιβιοτικά «κανονικά» ζαρζαβατικά και, φυσικά, ήταν ακριβότερα. Για να πάρω το γάλα βρώμης και τους ξηρούς καρπούς, έπρεπε να διασχίσω τροχάδην τους ατελείωτους διαδρόμους με τα συσκευασμένα τρόφιμα. Σύμφωνα με το ChatGPT, εννέα στα δέκα προϊόντα αυτής της κατηγορίας ήταν πρακτικά «απαγορευμένα» για έναν νεοφώτιστο της υγιεινής διατροφής όπως εγώ.

Αλλά αυτή ήταν μόνον η αρχή. Ο μεστός σε γενέθλια και γιορτές φίλων Οκτώβριος θα δοκίμαζε πολύ πιο σκληρά τις αντοχές της διατροφικής μου επανάστασης. Οι ελληνικές μαζώξεις δεν διακρίνονται για τη θερμιδική τους αυτοσυγκράτηση. Πολύ ψωμί, πολλά αλλαντικά, πολύ κίτρινο τυρί και, φυσικά, πανδαισία γλυκισμάτων κάθε είδους. Μια σαλατούλα στην άκρη του τραπεζιού μου έκανε τα γλυκά μάτια με ύφος μάλλον περιπαικτικό. Αυτή θα ήταν η ζωή μου από δω και πέρα;

Παγίδες και μάρκετινγκ

Απευθύνθηκα στην κλινική διαιτολόγο και διατροφολόγο Μαρία Μπίζιου σε αναζήτηση χείρας βοηθείας. «Τα τελευταία χρόνια», μας λέει, «έχει γίνει ένα μεγάλο βήμα στα ελληνικά σούπερ μάρκετ καθώς, αν έχετε προσέξει, στα περισσότερα από αυτά ο καταναλωτής μπαίνοντας στο κατάστημα πέφτει πάνω στα φρούτα και στα λαχανικά, στα είδη μαναβικής. Υπάρχει λοιπόν ένα είδος ανεπαίσθητης “καθοδήγησης” προς τη σωστή διατροφή».

Αλλά τα καλά νέα τελειώνουν κάπου εδώ. Η εμπειρία της κ. Μπίζιου επισημαίνει ότι μόλις ένα 20% των τυποποιημένων τροφίμων που θα βρούμε σε ένα τυπικό ελληνικό σούπερ μάρκετ θα μπορούσε να χαρακτηριστεί «υγιεινό». Τα πράγματα είναι ακόμη χειρότερα σε κατηγορίες προϊόντων που θεωρούμε (και πλασάρονται από το μάρκετινγκ) «υγιεινά», όπως τα δημητριακά πρωινού και οι μπάρες δημητριακών. «Λόγω επαγγελματικής ιδιότητας πραγματοποιώ έρευνα σε μηνιαία βάση, προκειμένου να μπορώ να προτείνω κάτι στους πελάτες μου. Είναι ζήτημα να έχω ανακαλύψει έναν ή δύο κωδικούς από τους εκατοντάδες που υπάρχουν σε ένα κατάστημα σούπερ μάρκετ. Το ίδιο ισχύει έως ένα βαθμό και για τα συσκευασμένα αρτοσκευάσματα, όπως το ψωμί για τοστ, που είναι επίσης ένα δημοφιλές προϊόν γιατί είναι τόσο εύκολο να φτιάξουμε ένα τοστ και γιατί σε ποιον δεν αρέσει ένα τοστ;».

Οι παγίδες είναι αμέτρητες, προειδοποιεί η Μαρία Μπίζιου. Ακόμη και τρόφιμα που διαφημίζονται ως «υγιεινά» συνήθως δεν είναι – δυστυχώς. «Μπορεί ένα προϊόν να πλασάρεται ως “χωρίς ζάχαρη” αλλά να έχει φρουκτόζη, που είναι χειρότερη από τη ζάχαρη, φοινικέλαιο ή τρανς λιπαρά οξέα, και δεν θα το μάθετε ποτέ γιατί δεν θα μπορείτε να τα αναγνωρίσετε διαβάζοντας την ετικέτα. Υπάρχουν τόσο πολλές στρεβλώσεις ως προς τι θεωρείται υγιεινό, στρεβλώσεις που εκμεταλλεύεται η βιομηχανία τροφίμων. Προφανώς υπάρχουν καλές επιλογές και στο σούπερ μάρκετ, αλλά ο κόσμος θα πρέπει να είναι σε θέση να τις αναγνωρίσει. Χρειαζόμαστε, λοιπόν, διατροφική εκπαίδευση για να γνωρίζουμε τι αγοράζουμε και τι μαγειρεύουμε και τι βάζουμε στο σώμα μας. Ευτυχώς οι πηγές για να αντλήσουμε πληροφόρηση είναι αμέτρητες, ενώ υπάρχουν και ειδικοί για να μας καθοδηγήσουν στα πρώτα μας βήματα».

Υγιεινή, αλλά και πιο ακριβή;

Για τους νεόκοπους σαν κι εμένα, ένας ακόμη αποθαρρυντικός παράγοντας είναι το θεωρητικά υψηλότερο κόστος μιας πιο υγιεινής διατροφής. Εδώ η Μαρία Μπίζιου έχει μια λιγότερο διαδεδομένη άποψη. Πιστεύει ότι ο δρόμος για μια καλύτερη διατροφική ρουτίνα δεν περνάει υποχρεωτικά από (ή μόνο από) την αγορά των βιολογικών προϊόντων, που όντως κοστίζουν ακριβότερα. «Η υγιεινή διατροφή δεν πρέπει να ταυτίζεται με κάτι ακριβό ή απρόσιτο, όπως δεν πρέπει να ταυτίζεται υποχρεωτικά με τα βιολογικά προϊόντα», επιμένει. «Θα υποστήριζα ότι υπό προϋποθέσεις μπορεί να αποδειχθεί και πιο οικονομική. Αν σκεφτούμε πόσες φορές δεν θα φάμε έξω ή δεν θα παραγγείλουμε μαγειρεύοντας τροφές που συνήθως κοστίζουν πολύ λιγότερο. Υγιεινή διατροφή σημαίνει κατά κύριο λόγο κατανάλωση εποχικών φρούτων και λαχανικών, φυτικής πρωτεΐνης μέσα από τα όσπρια, τα οποία αν συνδυαστούν με δημητριακά μπορούν να μας δώσουν μια πρωτεΐνη σχεδόν ισάξια βιολογικής αξίας με αυτήν του κρέατος, μικρότερη κατανάλωση ζωικών πρωτεϊνών που κοστίζουν περισσότερο και μεγαλύτερη ζωικών πρωτεϊνών που είναι πιο οικονομικές όπως τα αυγά και το γιαούρτι. Αν αθροίσουμε όλα τα παραπάνω, θα διαπιστώσουμε ότι μια πιο υγιεινή διατροφή όχι μόνο δεν κοστίζει περισσότερο, αλλά ενδεχομένως να αποδειχθεί πιο οικονομική. Χωρίς να βάζω στην εξίσωση όσα κερδίζουμε από την αποφυγή μελλοντικών θεμάτων και προβλημάτων της υγείας».

«Μπορεί ένα προϊόν να πλασάρεται ως “χωρίς ζάχαρη”, αλλά να έχει φρουκτόζη, που είναι χειρότερη από τη ζάχαρη, και δεν θα το μάθετε ποτέ γιατί δεν θα μπορείτε να τα αναγνωρίσετε διαβάζοντας την ετικέτα», επισημαίνει η κλινική διαιτολόγος Μαρία Μπίζιου.

Ο Βασίλης Σουβατζόγλου μαζί με τον αδελφό του Γιώργο «τρέχουν» από το 2006 το πρώτο organic food market στο κέντρο της Αθήνας, αρχικά σε ένα μικροσκοπικό κατάστημα 25 τ.μ. στην οδό Βουλής κι εδώ και λίγα χρόνια από τη ναυαρχίδα τους, το «4SeasonsΒιο» των 180 τ.μ. στην οδό Νίκης. Ο Βασίλης, 43 ετών, υπολογίζει ότι μεσοσταθμικά η διαφορά τιμής ανάμεσα στα βιολογικά και στα συμβατικά προϊόντα είναι της τάξης του 20% αλλά, όπως τονίζει, δεν μπορούμε να συγκρίνουμε «μήλα με πορτοκάλια». «Το κόστος παραγωγής ανάμεσα στο βιολογικό και στο συμβατικό προϊόν είναι πολύ μεγαλύτερο από αυτό που βλέπει ο καταναλωτής στο ράφι. Και πώς να βάλεις δίπλα δίπλα ένα υπερεπεξεργασμένο προϊόν μαζικής παραγωγής με κάτι που έχει από πίσω του μόχθο και φροντίδα για τον καταναλωτή; Εμείς, πάντως, φροντίζουμε ως μια αφοσιωμένη ομάδα 27 ατόμων να ρίχνουμε το κόστος επενδύοντας στην εποχικότητα, στην εντοπιότητα, αλλά και στις μακροχρόνιες συνεργασίες, ψωνίζοντας, συνήθως, απευθείας από τον παραγωγό».

Οι μόδες

Βρίσκω την ευκαιρία και ρωτάω τη Μαρία και τον Βασίλη για τις εκάστοτε διατροφικές μόδες, από τα χαμηλά λιπαρά της δεκαετίας του ’80 στα τρόφιμα ολικής άλεσης, στα super foods και τώρα στη σχετικά νέα τάση με τα προϊόντα υψηλής ποιότητας πρωτεΐνης (high protein) που κάνει θραύση. «Προσωπικά, είμαι πολύ εντάξει με τις μόδες, γιατί προσφέρουν περισσότερες επιλογές. Αρκεί και πάλι να έχουμε την εκπαίδευση να μπορούμε να τις “διαβάσουμε” σωστά», επισημαίνει η κλινική διαιτολόγος και διατροφολόγος. «Ναι, τώρα, ζούμε τη “στιγμή” του high protein», επιβεβαιώνει ο Βασίλης Σουβατζόγλου. «Η κάθε νέα μόδα και τάση θα “δώσει” νέα προϊόντα πρσανατολισμένα σε αυτήν, αλλά είναι καλό να θυμόμαστε ότι οι περισσότερες από τις προηγούμενες τάσεις, από τη διατροφή χωρίς γλουτένη ή χωρίς λακτόζη μέχρι τη βίγκαν διατροφή, έμειναν και ακριβώς διεύρυναν τις διατροφικές επιλογές μας. Για μένα, ωστόσο, το πιο σημαντικό σε ένα πιο υγιεινό διατροφικό πλάνο θα πρέπει να είναι η έμφαση στην πρώτη ύλη».

«Ζούμε τη “στιγμή” του high protein», λέει ο Βασίλης Σουβατζόγλου, ιδιοκτήτης καταστήματος οργανικών προϊόντων. Ωστόσο, «οι περισσότερες από τις προηγούμενες τάσεις, από τη διατροφή χωρίς γλουτένη μέχρι τη βίγκαν διατροφή, έμειναν και διεύρυναν τις διατροφικές επιλογές μας». 

comment-below Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή

Editor’s Pick

ΤΙ ΔΙΑΒΑΖΟΥΝ ΟΙ ΣΥΝΔΡΟΜΗΤΕΣ

MHT