Την Κυριακή 26 Ιανουαρίου ο Κώστας Τοπουζίδης συμμετείχε για πρώτη φορά σε πορεία για το πολύνεκρο σιδηροδρομικό δυστύχημα των Τεμπών. Επί δύο χρόνια απείχε από τις περισσότερες εκδηλώσεις και απέφευγε να παρακολουθεί σχετικά δημοσιεύματα ώστε να μην ανακαλέσει και άλλες επώδυνες μνήμες. Τη νύχτα της μετωπικής σύγκρουσης βρισκόταν στην επιβατική αμαξοστοιχία. Γλίτωσε με κάταγμα στα πλευρά, μικροεκδορές και θλάσεις. Μέχρι και σήμερα όμως, όπως και άλλοι επιζήσαντες, προσπαθεί να αντιμετωπίσει το ψυχικό τραύμα.
«Πριν από το συμβάν ήμουν ένας άνθρωπος που είχε πλήρη άγνοια κινδύνου. Μετά τα Τέμπη φοβάμαι για το παραμικρό και πρέπει να διαχειριστώ τον πόνο που βίωσα, τις ενοχές που ένιωθα και νιώθω, ακόμη κι αν έχουν ελαττωθεί», λέει ο 28χρονος. «Ενοχές γιατί επιβίωσα, γιατί δεν μπόρεσα να βοηθήσω τους συνανθρώπους μου παραπάνω εκείνο το βράδυ και ένα τεράστιο “γιατί συνέβη αυτό”».
Στη μαζική διαδήλωση στη Θεσσαλονίκη στα τέλη του περασμένου μήνα, ο Τοπουζίδης αντιλήφθηκε για πρώτη φορά τον κοινωνικό αντίκτυπο που είχε το δυστύχημα. «Ενιωσα τη στήριξη του κόσμου», επισημαίνει. Η πορεία κατέληξε στον σιδηροδρομικό σταθμό της πόλης. Επί δύο χρόνια εκείνος δεν τον είχε προσεγγίσει. Επαθε κρίση πανικού. «Αφού συνήλθα, ένιωσα σαν να μου έφυγε ένα βάρος. Αυτό όμως κράτησε για μία εβδομάδα. Οσο πλησιάζει η επέτειος, είμαι χειρότερα συναισθηματικά. Νιώθω έναν κόμπο στο στομάχι», τονίζει.
Ισχυρό σοκ
Τη νύχτα του δυστυχήματος, αφού απεγκλωβίστηκε από το τρένο, πάτησε σε άμορφες μάζες από ζεστά σίδερα, κινήθηκε ανάμεσα σε καπνούς και εστίες φωτιάς για να διαφύγει μαζί με άλλους επιβάτες. Οσα βίωσε και αντίκρισε εκείνη τη νύχτα καθόρισαν έπειτα την καθημερινότητά του. «Το πώς θα πήγαινα στο μπάνιο, πώς θα έβγαινα έξω, πώς θα μιλούσα σε κάποιον, το μάθαινα ξανά. Επρεπε να επαναπροσδιορίσω πώς αντιδρώ σε οτιδήποτε γιατί είχα πάθει ένα ισχυρό σοκ. Ακόμη και στο σπίτι, με τον παραμικρό θόρυβο ένιωθα τρόμο», λέει.
Ο ξαφνικός ήχος ενός φορτηγού που θα περνούσε δίπλα του, το τράνταγμα στο αστικό λεωφορείο όταν θα έβρισκαν οι ρόδες του σε λακκούβα στον δρόμο, μπορούσαν να πυροδοτήσουν κρίσεις πανικού. «Στα Τέμπη το βαγόνι μας έκανε τούμπες, οπότε σε κάθε τράνταγμα μου έρχεται κατευθείαν αυτή η εικόνα, σκέφτομαι αμέσως τι πρέπει να κάνω, πώς να σωθώ», εξηγεί. Ακόμη και τώρα ζορίζεται να μπει σε μέσα μαζικής μεταφοράς, ειδικά όποτε είναι γεμάτα με κόσμο. Μετά το δυστύχημα είχε αρκετά συχνά μέσα στην ημέρα αναλαμπές με εικόνες από εκείνο το βράδυ, γιατί δεν είχε χάσει τις αισθήσεις του, τα θυμόταν όλα.
Σπούδαζε οικονομικά στο Πανεπιστήμιο Μακεδονίας αλλά δεν μπορούσε να συγκεντρωθεί στο διάβασμα, στην εξεταστική αντιμετώπισε κι άλλη κρίση πανικού. Χρειάστηκε έναν παραπάνω χρόνο για να λάβει το πτυχίο του. Αρκετούς μήνες μετά το δυστύχημα, όταν πέρασε από συνέντευξη για θέση εργασίας στην εξυπηρέτηση πελατών ενός ομίλου τηλεπικοινωνιών, τον ρώτησαν εάν θα μπορούσε να αντεπεξέλθει στην πίεση του πόστου ως επιζών των Τεμπών. Δεν είχε μοιραστεί ο ίδιος την πληροφορία ότι επέβαινε στο τρένο. Οπως λέει, τα στελέχη της εταιρείας τού ανέφεραν ότι μια συνάδελφός τους βρισκόταν στο ίδιο δρομολόγιο, ίσως να είχαν δει το όνομά του σε κάποια λίστα τραυματιών. «Με σόκαρε ότι κάποιος εκεί έξω το γνώριζε και ότι μπορεί να ήταν και αρνητικό. Είναι κάτι πολύ προσωπικό», λέει. Αυτή η αναπάντεχη αντιμετώπιση τον έριξε ψυχολογικά και ανέβαλε για λίγο καιρό ακόμη την αναζήτηση εργασίας.
Εχω ενοχές γιατί επιβίωσα, γιατί δεν μπόρεσα να βοηθήσω τους συνανθρώπους μου παραπάνω εκείνο το βράδυ και ένα τεράστιο «γιατί συνέβη αυτό», λέει ο 28χρονος Κώστας Τοπουζίδης.
Στις 28 Φεβρουαρίου 2023, όταν συγκρούστηκαν οι δύο αμαξοστοιχίες, η Εμυ Κουσίδου βρισκόταν στο τρίτο βαγόνι. Πετάχτηκε από τη θέση της και έπεσε πάνω στον απέναντι επιβάτη. Η πρώτη της σκέψη ήταν να φωνάξει τα ονόματα των φίλων της για να βεβαιωθεί ότι όλες ήταν καλά. Το πόδι μιας εξ αυτών είχε σφηνώσει στο τραπεζάκι και τη βοήθησαν να απεγκλωβιστεί. Διέφυγαν από ένα σπασμένο παράθυρο. «Ο λόγος που βρήκα τη δύναμη να βγω από το βαγόνι εκείνη την ημέρα ήταν οι γονείς μου. Εκείνους σκεφτόμουν, είπα ότι δεν γίνεται να μείνουν χωρίς παιδί», λέει στην «Κ». «Η ζωή μου δύο χρόνια μετά δεν είναι όπως πριν από το ατύχημα. Επί μονίμου βάσεως ήμουν με ένα χαμόγελο και πλέον έχει φύγει η χαρά. Εχω ανασφάλεια για τα πάντα».
Σπούδασε Φιλολογία, έκανε ιδιαίτερα σε μαθητές προ του δυστυχήματος και πρόσεχε ένα μωράκι. Αποφάσισε έπειτα να απέχει για καιρό από αυτές τις εργασίες γιατί αντιμετώπιζε κενά μνήμης και μεταπτώσεις στην ψυχολογία της. Με το πέρασμα του χρόνου επανέρχονταν εικόνες στο μυαλό της, κυρίως τα βράδια. Ενιωθε, όπως περιγράφει η 26χρονη, το τράνταγμα της σύγκρουσης σαν να το περνούσε ξανά και ξανά. Την πρώτη φορά που μπήκε σε αστικό λεωφορείο στη Θεσσαλονίκη δεν άντεξε να ολοκληρώσει τη διαδρομή. «Ακόμη και όταν περπατούσα στον δρόμο ένιωθα ότι μπορούσε να συμβεί το οτιδήποτε. Μπορεί να έκαναν έργα, να έριχναν πίσσα και η μυρωδιά και μόνο μου προκαλούσε αηδία και επανέφερε όλα όσα είχα ζήσει στα Τέμπη. Δεν το άντεχα», λέει.
Συνεδρίες
Η Εμυ Κουσίδου δέχθηκε ψυχολογική υποστήριξη για μετατραυματική διαταραχή και παρακολούθησε ομαδικές συνεδρίες μαζί με άλλους επιζήσαντες στο νοσοκομείο ΑΧΕΠΑ της Θεσσαλονίκης. Και ο Κώστας Τοπουζίδης συμμετείχε σε αντίστοιχες συνεδρίες. «Βοήθησαν», λέει. «Είχα τεράστια ταύτιση με τους άλλους επιζήσαντες, δεν χρειαζόταν κάποια επεξήγηση, μπορούσαν να καταλάβουν τι μπορεί να βιώνω». Ελαβε αγωγή, κάνει ψυχοθεραπεία και μέχρι και σήμερα μπορεί να υπάρξουν ημέρες που θα χρειαστεί να πάρει αγχολυτικά για να είναι λειτουργικός. «Μπήκα σε ένα τρένο και από τη μια μέρα στην άλλη άλλαξε όλη μου η ζωή», τονίζει. «Ενα μεγάλο κομμάτι μου έμεινε σε εκείνο το σημείο».
Αβεβαιότητα
Δύο χρόνια μετά, η Κουσίδου παραδίδει και πάλι ιδιαίτερα μαθήματα, προσπαθεί να προχωρήσει στη ζωή της και τονίζει ότι έχει συσσωρευτεί μέσα της θυμός. «Θα ήθελα να είχα τη δύναμη να φύγω από τη χώρα. Μου προκαλεί τρομερή αβεβαιότητα αυτό το κράτος, όχι μόνο για όσα συνέβησαν τότε, αλλά για όλη τη διαχείριση αυτά τα χρόνια», τονίζει. «Παρακολουθώ όλα όσα λέγονται για τα Τέμπη και νιώθω ακόμη πένθος για όσους έφυγαν. Σαν να ήταν η οικογένειά μου, σαν να ήξερα αυτούς τους 57 ανθρώπους από πάντα».
Αντίστοιχα συναισθήματα έχει και ο Τοπουζίδης. «Είμαι θυμωμένος γιατί ανέδειξε στα δικά μου μάτια πόσο δυσλειτουργική είναι η ελληνική κοινωνία, πόσο ανύπαρκτος είναι ο κυβερνητικός τομέας και πόσο δεν λειτουργεί καλά», λέει. «Νιώθω και φόβο, δύο χρόνια μετά. Μήπως μου συμβεί ξανά κάτι αντίστοιχο στην Ελλάδα όπου ζω. Μήπως συμβεί το ίδιο ξανά στα τρένα. Μήπως κάποιος άλλος βιώσει αυτό που πέρασα κι εγώ: τον θάνατο που μύρισα εκείνο το βράδυ, τους ανθρώπους που άγγιξα και “έφυγαν”, τον τρόμο που ένιωσα ότι μπορεί να πεθάνω. Θέλω να δικαιωθώ, θέλω οι υπαίτιοι να πάνε φυλακή».
____________________________________________________________________________
Κεντρική φωτό: Ο Κώστας Τοπουζίδης γλίτωσε από το δυστύχημα με κάταγμα στα πλευρά, μικροεκδορές και θλάσεις. Αφού απεγκλωβίστηκε από το τρένο, πάτησε σε άμορφες μάζες από ζεστά σίδερα, κινήθηκε ανάμεσα σε καπνούς και εστίες φωτιάς για να διαφύγει. Οπως λέει ο ίδιος, όσα βίωσε εκείνη τη νύχτα καθόρισαν την καθημερινότητά του. [ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΑΒΡΑΜΙΔΗΣ]

