Το «πράσινο φως» για τη μείωση του επιτρεπόμενου ορίου ταχύτητας των οχημάτων, εντός κατοικημένων περιοχών, από τα 50χλμ/ώρα στα 30 χλμ/ώρα, αρχής γενομένης από 1η Νοεμβρίου του 2025 με στόχο τη μείωση των τροχαίων και τη νομιμοποίηση -υπό όρους- των διηθήσεων των δικύκλων μεταξύ των λωρίδων της ίδια κυκλοφορίας, δίνει ο νέος ΚΟΚ, που θα βρίσκεται σε δημόσια διαβούλευση από το απόγευμα της Παρασκευής μέχρι και τις 24 Ιανουαρίου.
Ο νέος ΚΟΚ ουσιαστικά κινείται στη λογική της τιμωρίας του ίδιου του οδηγού και της «απενοχοποίησης» του οχήματος, δηλαδή δεν αφαιρούνται πινακίδες για παραβάσεις που αφορούν σε επικίνδυνες οδηγικές συμπεριφορές, για τις οποίες πλέον τιμωρείται μόνο ο οδηγός (χρηματικό πρόστιμο, αφαίρεση άδειας οδήγησης, βαθμοί ποινής στο σύστημα ελέγχου συμπεριφοράς οδηγών ΣΕΣΟ).
Οπως έχουν σημειώσει κατά καιρούς ειδικοί, οι αλλαγές αφορούν κυρίως στον εξορθολογισμό των παραβάσεων και τη διάκρισή τους σε τρεις βασικές κατηγορίες με βάση την επικινδυνότητα για τη ζωή, τη σωματική ακεραιότητα των χρηστών του οδηγού δικτύου, την υποχρέωση για μέριμνα και προστασία των ατόμων με αναπηρία, αλλά και την πρόληψη των τροχαίων ατυχημάτων.
Οι παραβάσεις κατηγοριοποιούνται ως εξής: χαμηλής επικινδυνότητας (Ε1), μεσαίας επικινδυνότητας (Ε2) και υψηλής επικινδυνότητας (Ε3). Παράλληλα, θεσπίζεται υποτροπιάζουσα και αντικοινωνική συμπεριφορά, όπου μπορεί να επιβληθεί επιπλέον διοικητικό μέτρο καθώς και κατηγορία ιδιαίτερων επιπτώσεων στην οδική ασφάλεια (Ε4). Παραβάσεις αντικοινωνικής συμπεριφοράς αφορούν σε: χρήση λωρίδων έκτακτης ανάγκης, κίνηση σε πεζοδρόμια πλατείες, στάση/ στάθμευση σε ειδικούς χώρους για ΑΜΕΑ κλπ.
Πρόστιμα και κυρώσεις
Τα διοικητικά πρόστιμα μπορούν να ξεκινούν από τα 30 ευρώ και κλιμακώνονται σημαντικά σε περιπτώσεις υποτροπών, ενώ για ορισμένες παραβάσεις προβλέπονται και ποινές φυλάκισης έως και 12 μήνες. Η ποινή αυτή επιβάλλεται για παράδειγμα σε περιπτώσεις μη ορθής σήμανσης των εργασιών που εκτελούνται στις οδούς.
Σύμφωνα με τις αλλαγές του ΚΟΚ, βαρύς είναι ο «πέλεκυς» για παραβάσεις που αποτελούν τη Νο. 1 αιτία πρόκλησης τροχαίων, όπως η παραβίαση ερυθρού σηματοδότη. Σε αυτή την περίπτωση επιβάλλεται πρόστιμο 700 ευρώ, ενώ προβλέπεται και αφαίρεση της άδειας οδήγησης για 30 ημέρες. Σε περίπτωση υποτροπής εντός ενός έτους, η ποινή κλιμακώνεται και επιβάλλεται πρόστιμο 1.000 ευρώ, ενώ αφαιρείται η άδεια οδήγησης για 180 μέρες.
Βαρύς είναι ο «πέλεκυς» και για το αλκοόλ στο τιμόνι. Ενδεικτικά, για περιπτώσεις όπου η συγκέντρωση του αλκοόλ στο αίμα κατά την οδήγηση κινείται στα όρια μεταξύ 0,50 g/l έως 0,80 g/l, το πρόστιμο αγγίζει τα 350 ευρώ, ενώ η άδεια οδήγησης αφαιρείται για ένα μήνα. Σε αυτή την περίπτωση, αφαιρούνται για 30 ημέρες και τα στοιχεία κυκλοφορίας του οχήματος. Εάν η συγκέντρωση οινοπνεύματος στο αίμα ξεπεράσει το 1,10 g/l, ο παραβάτης τιμωρείται με πρόστιμο 1.200 ευρώ, αφαιρείται επί τόπου η άδεια οδήγησης για 180 ημέρες, ενώ προβλέπεται και ποινή φυλάκισης τουλάχιστον δύο μηνών. Παράλληλα, σε αυτή την περίπτωση το όχημα ακινητοποιείται υποχρεωτικά και φυλάσσεται.
Βαρύ πρόστιμο προβλέπεται επίσης και σε περίπτωση μη χρήση κράνους και ζώνης ασφαλείας από τον οδηγό. Για τη συγκεκριμένη παράβαση επιβάλλεται πρόστιμο 350 ευρώ, αφαιρείται η άδεια οδήγησης για ένα μήνα από 10 ημέρες που ισχύει σήμερα, ενώ αφαιρούνται και τα στοιχεία κυκλοφορίας του οχήματος για 30 ημέρες.
Οι ποινές για τα όρια ταχύτητας κλιμακώνονται σταδιακά. Ενδεικτικά, σε περιπτώσεις υπέρβασης του ορίου ταχύτητας, πάνω από 50 χλμ/ώρα, επιβάλλεται διοικητικό πρόστιμο 700 ευρώ και αφαιρείται η άδεια οδήγησης για ένα μήνα, ενώ διοικητικό πρόστιμο 150 ευρώ (χωρίς αφαίρεση διπλώματος) προβλέπεται σε περιπτώσεις υπέρβασης του ορίου ταχύτητας έως 20χλμ/ώρα, όταν μέχρι σήμερα το πρόστιμο ήταν 40 ευρώ.
Παράλληλα, αυστηροποιείται το κυρωτικό πλαίσιο για τα οχήματα μικροκινητικότητας και τα μηχανοκίνητα δίκυκλα, καθώς η χρήση του κράνους και η τήρηση των ορίων ταχύτητας είναι αδιαπραγμάτευτα και τιμωρούνται αυστηρά. Επίσης, επιστρατεύονται ηλεκτρονικά μέσα, όπως κάμερες στα λεωφορεία για τη διαπίστωση των παραβάσεων.
Σε ό,τι αφορά τη μείωση του ορίου ταχύτητας εντός κατοικημένων περιοχών στα 30χλμ/ώρα από 50 χλμ, διευκρινίζεται πως σε μονόδρομους στους οποίους υπάρχουν δύο τουλάχιστον λωρίδες κυκλοφορίας, διαχωριζόμενες με κατά μήκος διαγραμμίσεις και σε οδούς διπλής κατεύθυνσης, μέσα στις κατοικημένες περιοχές, διατηρείται το ανώτατο επιτρεπόμενο όριο ταχύτητας των πενήντα (50) χιλιομέτρων την ώρα, εκτός αν άλλως ορίζεται με ειδική σήμανση.
Υπενθυμίζεται πως μίας από τις πρωτιές της Ελλάδας είναι ότι κατέχει από τα υψηλότερα ποσοστά νεκρών σε τροχαία δυστυχήματα που συμβαίνουν σε κατοικημένες περιοχές (50% στο σύνολο των θανατηφόρων τροχαίων), σε σχέση με τον ευρωπαϊκό μέσο όρο, που είναι στο 38%.

