Η μοναξιά ήταν πιο τραυματική από τον ιό

Μια έρευνα μετράει τις βουβές πληγές που προκάλεσε η πανδημία στους ανθρώπους της τρίτης ηλικίας στην Ελλάδα

6' 3" χρόνος ανάγνωσης

«Τι κορωνοϊό, παιδί μου, εδώ έχουμε περάσει Κατοχή», είπε ο 96χρονος κ. Στέλιος σε έναν από τους ερευνητές του Πανεπιστημίου Αιγαίου. Οι περισσότεροι ηλικιωμένοι από τους οποίους οι επιστήμονες πήραν συνέντευξη έδειχναν –και σίγουρα είχαν– αντοχές, έχοντας περάσει στη ζωή τους κρίσεις, πολέμους, δικτατορία. Οσο όμως έμπαιναν πιο βαθιά στο τι σήμαινε το να γερνάς στην Ελλάδα της πανδημίας, διαπίστωναν πως το αποτύπωμα ήταν υπαρκτό και απτό.

Η ιδέα για τη συγκεκριμένη έρευνα που ολοκληρώθηκε πρόσφατα με χρηματοδότηση από το Ελληνικό Ιδρυμα Ερευνας και Καινοτομίας, πρωτοσυζητήθηκε κατά τη διάρκεια της πρώτης καραντίνας. Η εξαμελής ομάδα (του εργαστηρίου μελετών οικογένειας και συγγένειας του πανεπιστημιακού τμήματος Κοινωνικής Ανθρωπολογίας και Ιστορίας, με διευθύντρια την καθηγήτρια Βενετία Καντσά ) έβλεπε το κρατικό αφήγημα για προστασία των ηλικιωμένων «μας», αλλά ταυτόχρονα όσο περνούσε ο καιρός παρατηρούσαν πως η οριζόντια εφαρμογή των μέτρων, χωρίς διαφοροποιήσεις ή ευελιξία, είχε μεγαλύτερη διάρκεια από όσο αντέχεται.

«Οι επιδημίες ξέρουμε πως γενικά σε μια κοινωνία φέρνουν στην επιφάνεια τα δομικά προβλήματα. Βλέπεις ποιες αξίες και αρχές ενεργοποιούνται. Αυτό θέλαμε να μελετήσουμε σε μια χώρα όπου το δημόσιο σύστημα υγείας ταλανίζεται από χρόνια έλλειψη πόρων και πρόχειρες, αποσπασματικές και υπό όρους πολιτικές», σημειώνει η επίκουρη καθηγήτρια Αίγλη Χατζούλη, η οποία είχε την επιμέλεια της τελικής επιστημονικής έκδοσης. Μαζί με πέντε ακόμη συναδέλφους της (Φάλια Βαρελάκη, Γιώργος Κωστακιώτης, Ειρήνη Παπαδάκη, Πάνος Τίγκας, Πάκο Χαλκίδης) έκαναν 120 συνεντεύξεις σε ανθρώπους τρίτης ηλικίας αλλά και επαγγελματίες υγείας σε διάφορα σημεία της Ελλάδος, θέλοντας να φωτίσουν την εμπειρία αυτής της ηλικιακής ομάδας που παρότι αποτελεί ένα διαρκώς αυξανόμενο ποσοστό του γενικού πληθυσμού, δεν έχει μελετηθεί αρκετά στη χώρα μας.

Η μοναξιά ήταν πιο τραυματική από τον ιό-1

Οι ερευνητές θεωρούν δεδομένο πως η αναγκαστική απομόνωση έφερε αύξηση άνοιας και προβλήματα κινητικότητας, αλλά και πως υπήρχαν πολλές άλλες παράπλευρες απώλειες που δεν είναι εύκολο να καταγραφούν: «Η γενικότερη παρακολούθηση των ηλικιωμένων έμεινε πίσω. Διαγνώσεις που δεν έγιναν την κατάλληλη στιγμή ή θεραπείες που δεν ξεκίνησαν και μετά μπορεί να ήταν αργά. Πολλοί άνθρωποι έχασαν τη ζωή τους από αυτόν τον λόγο», σημειώνουν.

Βαρύτατες συνέπειες προκάλεσε, όμως, η ψυχολογική επιβάρυνση – η κατάθλιψη από τον εγκλεισμό και την έλλειψη επικοινωνίας. Κάποιοι περιγράφουν πως κοιτούσαν φωτογραφίες για να θυμηθούν πώς είναι να είσαι με την οικογένεια, με φίλους, να έχεις μια κανονική ζωή. Φοβούνταν μην αρρωστήσουν. Αλλά κυρίως αυτό που δεν άντεχαν ήταν να μη ζουν. «Για να μην πεθάνω έμενα σπίτι, αλλά τελικά έχανα το πιο σημαντικό αφού πέθαινα κάθε μέρα (…) είναι ένας άλλου τύπου θάνατος». Υπήρχαν ανακοινώσεις θανάτων όπου ο άνθρωπος στην άλλη άκρη της γραμμής ήταν μόνος. «Δεν είχε κάποιον να στηριχθεί, έναν ώμο να κλάψει», θυμούνται οι εργαζόμενοι στα νοσοκομεία. Κηδείες που έγιναν μόνο με τους απολύτως κοντινούς με σφραγισμένα φέρετρα. «Πόσες φορές μας ζητούσαν να γράψουμε πως δεν είναι COVID, για να μπορέσουν να κάνουν κανονική κηδεία».

Ο μεγαλύτερος φόβος των ανθρώπων σε αυτή την ηλικία ήταν πως τελειώνει ο χρόνος. Πως δεν θα προλάβαιναν να αποχαιρετήσουν τους ανθρώπους τους. Προσπαθούσαν να προσαρμοστούν και να κρατήσουν επικοινωνία μέσω της τεχνολογίας, αλλά πολλοί ηλικιωμένοι, ειδικά στις δομές, ήταν αδύνατο να εκπαιδευτούν.

«Για κάποιους μια κλήση στο τάμπλετ γινόταν αντιληπτή ως κάποιου είδους μετάδοση σε μικρή τηλεόραση», σημειώνουν οι ερευνητές. Πολλοί από αυτούς που αναγκαστικά έκαναν το διαδικτυακό άνοιγμα, έμοιαζαν να προσεγγίζουν την ψηφιακή κοινωνικότητα ως ένα «ανεπαρκές φαντασματικό υποκατάστατο μιας πραγματικότητας που είχε τεθεί σε αναστολή».

«Συγκεκριμένοι ηλικιωμένοι ανησυχούσαν περισσότερο για το πώς θα πλήρωναν τoυς λογαριασμούς απ’ ό,τι για την COVID (…) Η αναστολή της λειτουργίας των συσσιτίων ήταν επίσης για κάποιους καταστροφική».

Πρακτικά προβλήματα επιβάρυναν ακόμη περισσότερο τη δύσκολη καθημερινότητα. Πολλά νοικοκυριά ηλικιωμένων με σταθερή σύνταξη αναγκαστικά βοήθησαν οικονομικά τα παιδιά τους που δεν μπορούσαν να αντεπεξέλθουν. Η έρευνα έφερε επίσης στην επιφάνεια και έναν ως επί το πλείστον αόρατο πληθυσμό, που αγωνιζόταν να επιβιώσει με το ελάχιστο εγγυημένο εισόδημα, ύψους 200 ευρώ. «Οι συγκεκριμένοι ηλικιωμένοι ανησυχούσαν περισσότερο για το πώς θα πλήρωναν τoυς λογαριασμούς απ’ ό,τι για την COVID (…) Ενώ η αναστολή της λειτουργίας των συσσιτίων ήταν επίσης για κάποιους καταστροφική», σημειώνουν.

Κενό φροντίδας

H απουσία των συγγενών, που ειδικά στην Ελλάδα συμβάλλουν με πολλούς τρόπους στο σπίτι αλλά και κατά τη διάρκεια νοσηλείας (από την καθαριότητα και τη λήψη φαρμάκων μέχρι τη διεκπεραίωση της γραφειοκρατίας), δημιούργησε ένα τεράστιο κενό φροντίδας. Το πώς αυτό το κενό καλύφθηκε είχε να κάνει με τον επαγγελματισμό, την κατάρτιση, αλλά κυρίως με το φιλότιμο των επαγγελματιών υγείας.

Από τις συνεντεύξεις συγκέντρωσαν πολλές ιστορίες, κάποιες απογοητευτικές, ιατρών και νοσηλευτών που σε αυτή τη φάση του πανικού και του βεβαρημένου έργου κλείνονταν στα γραφεία τους στο νοσοκομείο και μιλούσαν στους ασθενείς μόνο μέσα από την κάμερα. Οι περισσότερες όμως ιστορίες έχουν να κάνουν με επαγγελματίες υγείας που έγιναν αποδέκτες της μοναξιάς και του φόβου και με ευρηματικότητα συνέχισαν το έργο τους, προσπαθώντας οι ίδιοι να καλύψουν το κενό της φροντίδας. Oπως ένας ψυχίατρος που συνέχισε να βλέπει κόσμο στην αυλή του νοσοκομείου ή οι γιατροί και νοσηλευτές που βοηθούσαν τους ασθενείς να κάνουν βιντεοκλήσεις κυρίως για να μη χάνουν την ελπίδα και να συνεχίσουν να πολεμούν για την υγεία τους. Υπήρχαν και εκείνοι που έγιναν οι ίδιοι συγγενείς, επικοινωνώντας με τους ασθενείς που ήταν ολομόναχοι με κάθε ευκαιρία και εκτός βάρδιας. «Oταν έφυγε από το νοσοκομείο, μού είπε “την ευχή μου να έχεις, αν δεν ήσουν εσύ να με νοιάζεσαι και να με φροντίζεις δεν θα τα είχα καταφέρει”», αναφέρει μια γιατρός που είχε αναπτύξει ιδιαίτερη σχέση με ασθενή της.

Το βασικό συμπέρασμα της έρευνας «Bio-Age: Η βιοκοινωνική εμπειρία της γήρανσης κατά τη διάρκεια της πανδημίας COVID-19» ήταν πως ενώ οι κυβερνητικές αποφάσεις μπορεί να θεωρήθηκαν μονόδρομος και η προστασία που παρείχαν τα μέτρα στην αρχή να ήταν ανακουφιστική, η προτεραιότητα, το να σωθούν ζωές, έπρεπε να μετασχηματιστεί σε κάτι άλλο και αυτό δεν έγινε. Πολλοί γιατροί παραδέχονται πως ούτε εκείνοι είχαν σταθμίσει τον ψυχολογικό κίνδυνο έναντι του σωματικού. «Η μοναξιά ήταν η πανδημία εντός της πανδημίας», τονίζουν.

Επιπλέον, μελετώντας τις κεντρικές νοηματικές τυπολογίες που αναπαράχθηκαν και επικράτησαν στον δημόσιο λόγο τα δύο χρόνια της πανδημίας, ήρθε στην επιφάνεια κάτι οξύμωρο. Ενώ υπήρχε αρχικά το αφήγημα πως τους προστατεύουμε όλους, αλλά κατ’ εξοχήν τους ηλικιωμένους, στη συνέχεια διαπιστώθηκε μια μεταστροφή από «κατηγορία σε κίνδυνο» σε κατηγορία επικίνδυνη, έως και περιττή. Ηλικιακός ρατσισμός και επιθετικότητα απέναντι στους ηλικιωμένους, η οποία δημιουργήθηκε μέσω των αυστηρών μέτρων απομόνωσης που ελήφθησαν «για χάρη τους κυρίως» και την ποινικοποίηση όσων ηλικιωμένων «δεν εμβολιάζονται».

Νέοι δημόσιοι χώροι

Η Αίγλη Χατζούλη επισημαίνει πως δεν ήταν όλα τα ευρήματα δύσκολα και αρνητικά. Τα συναισθήματα –συχνά απόγνωσης– ενεργοποίησαν με έναν πρωτόγνωρο τρόπο πολλούς από τους συνεντευξιαζόμενους. Μετέτρεψαν τα μπαλκόνια, τα πεζοδρόμια ή τις πλατείες σε νέους δημόσιους χώρους της πανδημίας ή επινόησαν εναλλακτικές θρησκευτικές πρακτικές – π.χ. Ανάσταση από τα μπαλκόνια. Δημιουργήθηκαν πολλά δίκτυα, άμεσα και αποτελεσματικά, για να βοηθήσουν ο ένας τον άλλον. «Η ανάγκη κάνει θαύματα. Αρχίσαμε να τηλεφωνούμε σε όσους ζουν μόνοι τους. Τους είπαμε ότι αν χρειάζεστε κάτι, θα το έχετε έξω από την πόρτα σας. Καλέσαμε πολλούς, ακόμη και ανθρώπους που δεν τους ξέραμε πριν. Εκείνες τις μέρες κάποιοι πέθαιναν μόνοι τους. Ηταν σημαντικό να ξέρουν ότι αν συμβεί κάτι, υπάρχουν άνθρωποι που μπορούν να βοηθήσουν», θυμούνται.

«Η ανάγκη κάνει θαύματα. Αρχίσαμε να τηλεφωνούμε σε όσους ζουν μόνοι τους. Τους είπαμε ότι αν χρειάζεστε κάτι, θα το έχετε έξω από την πόρτα σας. Καλέσαμε πολλούς ανθρώπους που δεν τους ξέραμε πριν».

Διαβάστε το βιβλίο ΕΔΩ.

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΧΕΙΑ

comment-below Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή

Editor’s Pick

ΤΙ ΔΙΑΒΑΖΟΥΝ ΟΙ ΣΥΝΔΡΟΜΗΤΕΣ

MHT