Κωνσταντίνος Σφήκας: Δεν θέλουν πια μουσεία, αλλά fun, fun, fun

Κωνσταντίνος Σφήκας: Δεν θέλουν πια μουσεία, αλλά fun, fun, fun

Πώς ψυχογραφεί ένας έμπειρος ξεναγός τους τουρίστες του; Πώς αλλάζουν τα ενδιαφέροντα των επισκεπτών; Τι θυμάται από τη Ζιλιέτ Μπινός και τον Τζον Μάλκοβιτς;

6' 57" χρόνος ανάγνωσης

Eφτασε στο ραντεβού μας πρώτος. Εδωσε την τσάντα πλάτης για να περάσει από το σκάνερ, έβγαλε τα μηδενικά εισιτήρια για να ανέβουμε στο εστιατόριο του Μουσείου Ακρόπολης και μας περίμενε. Εστειλε και ένα μήνυμα στο κινητό μου. Οταν έφτασα ένιωθα πως είχα καθυστερήσει ολόκληρο το γκρουπ. «Είσαι αυστηρός και με τους πελάτες σου;». «Δεν γίνεται αλλιώς», απαντά. «Τις προάλλες είχα ένα γκρουπ από τη Θεσσαλονίκη για ξενάγηση στην Αθήνα. Τα πήγαμε μια χαρά, γιατί τους είπα από την αρχή ότι αν δεν είστε στην ώρα σας εγώ φεύγω και όποιος θέλει έρχεται με ταξί», λέει και σκάει ένα μεγάλο χαμόγελο.

Ο χρόνος για τον Κωνσταντίνο Σφήκα, όπως και για όλους τους ξεναγούς, είναι κρίσιμος. Ολοι έχουμε βρεθεί κάποια στιγμή σε μια οργανωμένη εκδρομή, όπου το πρόγραμμα είναι ιερό σαν ευαγγέλιο. «Μου έχει τύχει να μην έχω κοιμηθεί όλο το βράδυ τρέχοντας σε νοσοκομεία και κέντρα υγείας, και μετά το πρωί να γυρίζω στις 7 στο ξενοδοχείο και να φεύγω με τους υπόλοιπους για ξενάγηση. Τα έχει αυτά η δουλειά μας», εξηγεί καθώς βολευόμαστε σε ένα τραπέζι στην άκρη του εστιατορίου με θέα τον Ιερό Βράχο. Σε λίγες ώρες (ξανα)πετάει για να επιστρέψει στη Θεσσαλονίκη και η συνάντησή μας γίνεται αναγκαστικά πρωινή ώρα. Αντί για γεύμα συμφωνήσαμε να πάρουμε ένα δυναμωτικό πρωινό στο μουσείο, στο οποίο βέβαια είναι κάτι παραπάνω από συχνός επισκέπτης.

Το όνομα του Κωνσταντίνου Σφήκα βρέθηκε ξανά στην επικαιρότητα τον περασμένο Νοέμβριο, όταν για λογαριασμό του Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης ανέλαβε την ξενάγηση της Ζιλιέτ Μπινός και του Ρέιφ Φάινς. Με τους δύο σταρ του σινεμά έκαναν το city tour της Θεσσαλονίκης, ανέβηκαν στην Ανω Πόλη, επισκέφθηκαν τη Ροτόντα και παρακολούθησαν τη Θεία Λειτουργία στον ναό του Αγίου Δημητρίου. Μετά ο Βρετανός ηθοποιός επέστρεψε στο ξενοδοχείο του και με την Μπινός ταξίδεψαν έξω από τη Θεσσαλονίκη στο μοναστήρι του Αγίου Ιωάννη του Θεολόγου, όπου βρίσκεται ο τάφος του Αγίου Παϊσίου. Μια ημέρα μετά, η αναφορά της ηθοποιού από τη σκηνή του φεστιβάλ σε αυτή την εμπειρία προκάλεσε ορυμαγδό σχολίων και αντιδράσεων. «Δεν μπορώ να καταλάβω τις αντιδράσεις ορισμένων. Η ίδια έχει γίνει ορθόδοξη και έχει κάθε δικαίωμα, αν θέλει, να προσκυνήσει τον τάφο του αγίου, για τον οποίο περίμενε τρεις ώρες στην ουρά. Ζούμε σε δημοκρατία».

Οι διασημότητες

Στο τραπέζι μας προσγειώνονται δύο πιάτα με αχνιστά αυγά πασπαλισμένα με διάφορα μυρωδικά και δύο δυνατοί εσπρέσο για να ξεκινήσει η ημέρα. Ο κ. Σφήκας είναι διακριτικός όταν μιλάει για το ζευγάρι των δύο ηθοποιών, καθώς και για τους άλλους διάσημους που έχει κατά καιρούς ξεναγήσει, ανάμεσα στους οποίους συγκαταλέγονται οι Ολιβερ Στόουν, Γουίλεμ Νταφόε, Τζον Σέιλς, Κρις Κούπερ και ο Αλεξάντερ Πέιν. «Ο αγαπημένος μου μακράν είναι ο Τζον Μάλκοβιτς», σημειώνει και θυμάται ένα χαρακτηριστικό περιστατικό. «Είχα μάθει από έναν συνάδελφό μου ότι στον Μάλκοβιτς αρέσει να πίνει τρεις καπουτσίνο μαζί και όταν καθίσαμε στο Μουσείο Βυζαντινού Πολιτισμού τού έφερα τους καφέδες μπροστά του χωρίς να το ξέρει. Τότε χαμογέλασε πρώτη φορά σε όλη την ξενάγηση και μου έκανε πέντε ερωτήσεις για θέματα ιστορίας και αρχιτεκτονικής. Ηταν καίριες. Δεν θα το ξεχάσω ποτέ. Φεύγοντας από το ξενοδοχείο του, με χαιρέτησε έχοντας μαζί του ένα περίγραμμα που δίνω στους επισκέπτες με την αρχαία και βυζαντινή ιστορία της Ελλάδας για το αεροπλάνο. Εδειξε ενδιαφέρον που δεν δείχνουν πολλοί τουρίστες».

Η ώρα έχει προχωρήσει και το μουσείο γεμίζει επισκέπτες. Οι περισσότεροι ξένοι που ξεναγεί, λέει, συνήθως μπερδεύουν το Μουσείο Ακρόπολης με το Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο. «Η καρδιά της Αθήνας πάλλεται εδώ, αλλά η ναυαρχίδα των μουσείων είναι στην Πατησίων. Εκείνο όμως σχεδόν δεν μπαίνει στα προγράμματα των γκρουπ», υπογραμμίζει και αναρωτιέμαι γιατί. «Διότι απλοποιούνται τα πάντα. Τα απαιτητικά προγράμματα που είχαμε πριν από μερικά χρόνια έχουν αντικατασταθεί, γιατί ο κόσμος θέλει πολύ λιγότερα. Οι απαιτήσεις π.χ. των Αμερικανών είναι να περάσουν καλά, “fun, fun, fun” και μετά να δουν κάποια πράγματα. Ολα όμως είναι στο γρήγορο». Μετά την πανδημία, μας λέει, ο κόσμος είχε μια δίψα για ταξίδια. «Είδαμε μια κατάσταση λαιμαργίας από τον κόσμο για να ταξιδέψει, ήταν τρομακτικό».

Ο υπερτουρισμός βλάπτει την Ελλάδα. Τα κρουαζιερόπλοια θα πρέπει να φτάνουν σε τακτά χρονικά διαστήματα, π.χ. δύο το πρωί, δύο το απόγευμα. Οχι επτά μαζεμένα. Δεν αντέχουμε τόσο πολύ κόσμο.

Ο τουρισμός δεν έκανε κοιλιά, ωστόσο, τώρα όλοι συζητούν για το ζήτημα του υπερτουρισμού. Αυτό όμως δεν είναι κακό για έναν ξεναγό, σωστά; «Θεωρώ ότι ο υπερτουρισμός βλάπτει την Ελλάδα. Δεν βοηθάει το να βάλεις ένα κόστος μερικών ευρώ στον πελάτη βγαίνοντας απ’ το κρουαζιερόπλοιο. Εχει έρθει στην Ελλάδα. Θα του πεις “μη βγεις στη Μύκονο και στη Σαντορίνη, αλλιώς θα το πληρώσεις”; Θα το πληρώσει. Είναι εισπρακτικό το μέτρο. Τα κρουαζιερόπλοια θα πρέπει να φτάνουν σε τακτά χρονικά διαστήματα, π.χ. δύο πλοία το πρωί, δύο το απόγευμα. Οχι επτά μαζεμένα», σχολιάζει και μας δίνει μια μάλλον γνώριμη καλοκαιρινή εικόνα των κυκλαδίτικων νησιών. «Δεν αντέχουμε τόσο πολύ κόσμο, δεν υπάρχουν υποδομές, δεν αντέχουμε τόσο πολλές πισίνες, υπάρχει έλλειψη νερού. Δεν αντέχεις να περπατάς μισή ώρα για να κάνεις μια απόσταση 200 μέτρων σε ένα νησί».

Τα «ραντεβού»

Στην Ακρόπολη απέναντι βλέπουμε μικρούς και μεγάλους να ανεβαίνουν ο ένας πίσω από τον άλλο στον Ιερό Βράχο. Εχει κρύο και όλοι χαίρονται το ανέβασμα κάτω από τον ήλιο. Τι γίνεται το καλοκαίρι, με τη θερμοκρασία να φτάνει στους 40 βαθμούς; «Ή θα μπούμε 8 το πρωί για να βγούμε στις 9.30 ή το απόγευμα», λέει κατηγορηματικά και προσθέτει ότι το μέτρο με τις ζώνες επισκεψιμότητας έκανε δουλειά. «Αυτή τη στιγμή είναι πολύ πιο λογικά τα πράγματα, αλλά θα δούμε πώς θα πάει αυτό το καλοκαίρι· καμιά φορά χαλάνε τα μηχανήματα, μπλοκάρουν, δημιουργούνται προβλήματα».

Ο Κωνσταντίνος Σφήκας, με καταγωγή από την Κοζάνη και τον Ολυμπο, δεν είχε καμία σχέση με τις ξεναγήσεις μέχρι να γίνει 40 ετών. Εκεί που άλλοι αρχίζουν και σκέφτονται τη σύνταξη, εκείνος έκανε μια μεγάλη αλλαγή ζωής. «Ημουν τραπεζικός για 20 χρόνια». Μια εθελουσία έξοδος και μια ξενάγηση στις Αιγές τον οδήγησαν στα θρανία της Σχολής Ξεναγών. «Κατέθεσα τα χαρτιά μου για τις εξετάσεις κυριολεκτικά την τελευταία ημέρα». Από τότε και μέχρι σήμερα, στα 65 του χρόνια, οδηγεί απαιτητικά γκρουπ τουριστών στα όρη και στις θάλασσες της Ελλάδας· εσχάτως και υπογείως. «Εχω κάνει ήδη τέσσερις ξεναγήσεις στο μετρό Θεσσαλονίκης και έχω κλεισμένες κι άλλες. Ο κόσμος ενθουσιάστηκε με αυτό που είδε. Κάναμε πολύ μεγάλο αγώνα για να παραμείνουν τα αρχαία in situ, αλλά από τη στιγμή που δεν έγινε και το έργο τελείωσε, είναι μια πραγματικότητα. Αποδεχόμαστε την πραγματικότητα και πορευόμαστε με αυτήν».

Τα προβλήματα

Για το τέλος παραγγέλνουμε το αγαπημένο του γλύκισμα, μια τάρτα αμυγδάλου, και τον ρωτάμε για τους Ελληνες τουρίστες. Περνάμε τη βάση; «Οι Eλληνες έχουν, ας πούμε, απαιτήσεις», απαντά γελώντας, «δεν είμαστε οι καλύτεροι τουρίστες και έχουμε την εντύπωση ότι ο ξεναγός είναι δικός μας, χωρίς πολλές φορές να νοιαζόμαστε αν υπάρχουν και άλλοι δίπλα μας». Αλλά αυτά, σημειώνει, δεν είναι προβλήματα. «Η κατάρα του ξεναγού είναι άλλη», τονίζει, «ο αδιάφορος τουρίστας». Ο ίδιος απολαμβάνει τις ερωτήσεις των πελατών του και να μιλάει μαζί τους μέχρι το τέλος της σεζόν. «Τότε όμως θέλω να κλειστώ στο σπίτι μου ή να φύγω μακριά ένα ταξίδι. Και δεν θέλω να μιλάω σε άνθρωπο».

Οι τρεις τρούλοι

Παλιά οι τουρίστες, λέει ο Κωνσταντίνος Σφήκας, έρχονταν στην Ελλάδα ενημερωμένοι για τα αρχαία μνημεία και τα μουσεία. «Τώρα οι περισσότεροι είναι ενημερωμένοι για το πού θα βγάλουν την καλύτερη φωτογραφία. Αν δεν τους δείξεις πού είναι οι τρεις μπλε τρούλοι στη Σαντορίνη για να φωτογραφηθούν, είναι σαν να μην πήγαν». Βλέποντας την απορία στο βλέμμα μου, ο κ. Σφήκας μου εξηγεί ότι από ένα συγκεκριμένο σημείο στην Οία φαίνονται τρεις γαλάζιοι τρούλοι εκκλησιών και είναι ένα από τα πιο πολυφωτογραφημένα σημεία της περιοχής. «Τρελαίνονται όταν τους λέω ότι υπάρχει και τέταρτος τρούλος». Ανησυχεί, όμως, ότι μπορεί κάποιος να βρει τους τρούλους και ό,τι άλλο θέλει με μια απλή εφαρμογή στο κινητό του; «Καθόλου. Αυτό που θα σου δώσει ο ξεναγός, θα σ’ το δώσει εν μέρει ένα πολυμέσο. Ο ξεναγός θα απαντήσει σε κάθε σου ερώτηση, το κινητό όχι. Οταν φύγει ο τουρίστας μπορεί να μη θυμάται ένα μνημείο που είδε, αλλά θα θυμάται τι εντύπωση του έκανε ο ξεναγός του».

Η συνάντηση

Βρεθήκαμε στο εστιατόριο του Μουσείου της Ακρόπολης και πήραμε ένα πιάτο καγιανά με ντομάτα και φέτα σε φρυγανισμένο ζυμωτό ψωμί και ένα χωριάτικο ψωμί με αβοκάντο, ντομάτα, φέτα και τηγανητό αυγό. Για επιδόρπιο μοιραστήκαμε μια πάστα αμυγδάλου με bisquit αμύγδαλο και ήπιαμε δύο εσπρέσο και έναν καπουτσίνο. Ο λογαριασμός ήταν 46 ευρώ.

Κωνσταντίνος Σφήκας: Δεν θέλουν πια μουσεία, αλλά fun, fun, fun-1
comment-below Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή

Editor’s Pick

ΤΙ ΔΙΑΒΑΖΟΥΝ ΟΙ ΣΥΝΔΡΟΜΗΤΕΣ

MHT