Τι έγινε, ρε παιδιά; Ερχονται τα τανκς; Θα κατεβάσει η κυβέρνηση τον στρατό για να φυλάει το Σύνταγμα; Θα απαγορεύσει τις διαδηλώσεις;
Τι συνέβη, πατριώτες; Αλώθηκε ο τόπος ο ιερός; Κατέλαβαν οι μπάχαλοι τον Αγνωστο Στρατιώτη; Κατασκήνωσε η αναρχία στο κέντρο της πρωτεύουσας;
Ούτε το ένα ούτε το άλλο. Η ρουτίνα των διαδηλωτών εκτυλίσσεται εδώ και μήνες ανενόχλητη στην πλατεία – πολύ πριν από την απεργία πείνας. Ο ίδιος ο κυβερνητικός εκπρόσωπος παρέχει επίσημες διαβεβαιώσεις για το ανεξίτηλο των γκράφιτι, αναγνωρίζοντάς τους ισχύ μνημείου-μπροστά-από-το-μνημείο. Η ευπάθεια της κυβέρνησης απέναντι στην κοινωνική πίεση είναι τέτοια, ώστε να διαβεβαιώνει ότι ο στρατός θα περιοριστεί σε καθήκοντα μνημειοκόμου. Συντηρητή και καθαριστή.
Ούτε το κενοτάφιο κινδυνεύει. Το 2010 είχε εκραγεί εκεί βόμβα. Ενα χρόνο μετά, η πλατεία ήταν κατειλημμένη επί μήνες, με κάμπινγκ και αντικοινοβουλευτικά χάπενινγκ. Οι απόπειρες εισβολής στο Kοινοβούλιο διά του μνημείου, ακόμη και η πυρπόληση των φυλακίων των ευζώνων, είχαν καταντήσει καθιερωμένο τελετουργικό. Κι όμως το σύμβολο –και, κυρίως, ο θεσμός, στα έμπεδα του οποίου έχει τεθεί– άντεξε. Αντεξε όχι υλικά, ως κατασκευή, αλλά ως τόπος κοινής αναφοράς – ως εθνικός ομφαλός, στον οποίο αισθάνονται όλοι την ελευθερία να προβάλλουν τις αξίες τους και τις αγωνίες τους. Τα σημερινά δρώμενα αγανάκτησης φαντάζουν, σε σύγκριση με τις βίαιες επιθέσεις της χρεοκοπικής εποχής, σαν ακτιβιστική παντομίμα. Απλή όχληση, όχι απειλή.
Αρα; Αφού δεν έχουμε ούτε χούντα ούτε αναρχία, πώς πρέπει να εξηγήσει κανείς τους αντίπαλους ηθικούς πανικούς – τις υστερίες για κατάλυση της δημοκρατικής νομιμότητας; Είναι σύμπτωμα μιας χρονίως υπερτασικής δημοκρατίας, που τα τελευταία χρόνια υποβάλλεται, όπως όλες, και στην τοξική δίαιτα των κοινωνικών δικτύων. Και ασθμαίνει κυνηγημένη διαρκώς από τον ίσκιο της.
Μέσα σε αυτό το περιβάλλον οικουμενικού θορύβου, είναι δύσκολο να βρεθεί το μέτρο της δημοκρατικής ορθότητας – το μέτρο βάσει του οποίου θα ξεχωρίσουμε τη θεμιτή από την αθέμιτη διαμαρτυρία, τον θεμιτό από τον αθέμιτο περιορισμό του δικαιώματος. Αμφότερες οι πλευρές συνταγματολογούν, επικαλούμενες τον καταστατικό νόμο σαν απόλυτο οδηγό. Ομως, κανένα Σύνταγμα δεν μπορεί να απαγορεύει τη χρήση τροπολογιών ως εργαλείων φρονηματισμού ή ακόμη και ενδοκυβερνητικού ξεκατινιάσματος. Κανένας γραπτός κανόνας δεν μπορεί να περιγράψει το όριο πέρα από το οποίο η χρήση του δημόσιου χώρου –ο κυριολεκτικός χρωματισμός του– γίνεται σφετερισμός. Η αυθόρμητη εγκατάσταση γίνεται αυθαίρετη. Η διεκδίκηση γίνεται επιβολή.
Το μέτρο αυτό είναι άγραφο και διαρκώς επισφαλές. Αλλά ζωτικό για τη συλλογική ζωή.
Είναι τρομακτική η συχνότητα με την οποία χρησιμοποιείται τις τελευταίες ημέρες το επίθετο «ιερός». Ο πατέρας ως «ιερό» πρόσωπο. Το μνημείο ως «ιερός» τόπος. Χαράσσονται έτσι εκατέρωθεν άβατα. Αντί του μέτρου της δημοκρατικής συμβίωσης –του μοιράσματος της ίδιας πλατείας– ορθώνεται ένα εσωτερικό σύνορο. Οι από δω δεν θέλουν να ακούν τους από κει. Δεν θέλουν καν να ξέρουν ότι υπάρχουν.
Διακυβερνήσιμοι
Η χώρα, είπε ο Ευάγγελος Βενιζέλος, δεν είναι διακυβερνήσιμη. Γιατί το λέει; Διότι διαβάζει τις σφυγμομετρήσεις. Και τι μας δείχνει ο σφυγμός, περίπου είκοσι μήνες πριν από την εκπνοή της τετραετίας; Οτι δεν προκύπτει κυβέρνηση – ούτε αυτοδύναμη ούτε με συνεργασία. Δίνεται έτσι στις δημοσκοπήσεις περιωπή νομιμοποιητικού δείκτη. Για τη «διακυβερνησιμότητα» της χώρας δεν έχει σημασία η κοινοβουλευτική πλειοψηφία. Εχει σημασία η δυσαρμονία της Βουλής με τα γκάλοπ. Ποιο είναι άραγε σήμερα στον κόσμο των δυτικών δημοκρατιών το υπόδειγμα «διακυβερνησιμότητας»; Είναι μήπως η Αμερική – με την εθνοφρουρά στους δρόμους και το υπουργείο Δικαιοσύνης να κινεί διώξεις κατά των προσώπων που αντιπαθεί ο πρόεδρος; Είναι μήπως η Γαλλία που ο πρόεδρος επαναδιορίζει τον παραιτηθέντα πρωθυπουργό, μέχρι να ξαναπαραιτηθεί; Είναι η σιδηρά Γερμανία, όπου οι συμμαχικές κυβερνήσεις καρκινοβατούν από την αέναη εσωτερική διαπραγμάτευση μεταξύ των εταίρων – που οδήγησε τον προηγούμενο συνασπισμό σε πρόωρη διάλυση; Ενώ εμείς δραματοποιούμε τους οιωνούς μιας εικαζόμενης αστάθειας, οι άλλοι τη ζουν.

