Η λογική της πόλωσης

3' 10" χρόνος ανάγνωσης
Φόρτωση Text-to-Speech...

Το μέγεθος της τραγωδίας στη Γάζα γίνεται εύκολα αντιληπτό με μια σύντομη ματιά στις δορυφορικές φωτογραφίες της περιοχής πριν και μετά την ισραηλινή επίθεση. Ο Οργανισμός Ηνωμένων Εθνών υπολογίζει πως το 78% του κτιριακού αποθέματος είτε έχει καταστραφεί ολοσχερώς είτε έχει υποστεί σοβαρές ζημιές, πως το 98,5% της καλλιεργήσιμης γης είναι κατεστραμμένο (ακόμη και τα δέντρα έχουν ξεριζωθεί) και το 90% των σχολείων βρίσκεται εκτός λειτουργίας. Δεν υπάρχει ούτε ύδρευση ούτε αποχέτευση. Οι νεκροί έχουν φθάσει στις 66.000 και ο λιμός είναι κομμάτι της καθημερινότητας. Ακόμη και αν συμφωνηθεί κατάπαυση του πυρός, το κόστος τού να ξαναγίνει η περιοχή αυτή βιώσιμη είναι αστρονομικό: πριν από ένα χρόνο, η Παγκόσμια Τράπεζα εκτιμούσε το κόστος της ανοικοδόμησης στα 53 δισ. δολάρια – έχει αυξηθεί έκτοτε. Το μέγεθος της ανθρώπινης αυτής τραγωδίας είναι τέτοιο που δεν χρειάζεται καν να περιγραφεί ως γενοκτονία για να μας συγκινήσει και να μας κινητοποιήσει.

Η ηθική καταδίκη του ισραηλινού κράτους για την ισοπέδωση της Γάζας επεκτείνεται συνεχώς και περιλαμβάνει σημαντικό ποσοστό Ισραηλινών πολιτών. Πρόσφατες δημοσκοπήσεις στις ΗΠΑ δείχνουν ότι για πρώτη φορά το ποσοστό που θεωρεί το Ισραήλ κυρίως υπεύθυνο για την κατάσταση στην περιοχή ξεπερνά το αντίστοιχο ποσοστό για τους Παλαιστινίους: το 35% των Αμερικανών τοποθετείται υπέρ των Παλαιστινίων έναντι του 34% που υποστηρίζει τους Ισραηλινούς, ενώ το 31% αποφεύγει να πάρει σαφή θέση. Παράλληλα, η πλειοψηφία του αμερικανικού κοινού διαφωνεί με την αποστολή επιπλέον οικονομικής και στρατιωτικής βοήθειας στο Ισραήλ, με 7 στους 10 νέους κάτω των 30 να αντιτίθενται στην αμερικανική στήριξη του Ισραήλ. Πρόκειται για μια τεκτονική αλλαγή για μια χώρα όπου η στήριξη του Ισραήλ έως πρόσφατα (και σίγουρα αμέσως μετά την 7η Οκτωβρίου 2023) υπήρξε ευρύτατη, διαχρονική και διακομματική.

Τα χαρακτηριστικά της ανθρωπιστικής αυτής κρίσης είναι τέτοια, που θα περίμενε κανείς πως η καταδίκη της ισραηλινής επίθεσης και η προσπάθεια να τεθεί ένα τέλος σ’ αυτήν θα οδηγούσαν σε γενική ομοφωνία. Οπως όμως παρατηρείται και σε άλλες περιπτώσεις, δεν συμβαίνει κάτι τέτοιο. Δεν είναι λίγοι εκείνοι που είτε βρίσκουν δικαιολογίες για τις πράξεις του Ισραήλ είτε, στις πιο ακραίες περιπτώσεις, το χειροκροτούν για τη δράση του. Στην Ελλάδα, όπου η στρατιωτική συνεργασία με το Ισραήλ έχει αποκτήσει στοιχεία στρατηγικής συμμαχίας και έχει ενταχθεί στο πλαίσιο της ελληνοτουρκικής διαμάχης, η απροθυμία καταδίκης του Ισραήλ είναι μεγαλύτερη ίσως απ’ ό,τι θα ήταν διαφορετικά.

Το «ο εχθρός του εχθρού μου είναι φίλος μου» ουδετεροποιεί τη σκέψη μας (γιατί να σκεφτούμε αυτόνομα όταν μπορούμε να έχουμε γνώμη για τα πάντα, αρκεί να είναι αντίθετη από αυτή των «άλλων»;) και οδηγεί σταδιακά στην απώλεια της κρίσης μας.

Δεν είναι, όμως, μόνον η απουσία ομοφωνίας. Είναι όλο και πιο συχνές οι εντονότατες διαμάχες μεταξύ ανθρώπων με συνήθως περιορισμένη και επιφανειακή πληροφόρηση για το τόσο σύνθετο αυτό πρόβλημα. Πρόκειται, με άλλα λόγια, για τη ροπή μας προς τον διχασμό και μάλιστα με οποιαδήποτε αφορμή. Εννοείται πως δεν είναι ιδιαίτερο χαρακτηριστικό μας – το φαινόμενο το συναντάμε παντού στο κόσμο, ακόμη και στις πιο «ανεπτυγμένες» κοινωνίες. «Amicus meus, inimicus inimici mei», λέει το λατινικό ρητό – με άλλα λόγια, «ο εχθρός του εχθρού μου είναι φίλος μου». Αρκεί λοιπόν να πάρουν θέση (όποια και να είναι αυτή) οι «αντίπαλοί μας» για να υιοθετήσουμε εμείς την ακριβώς αντίθετη – και αυτό ισχύει και για τις δύο πλευρές.

Είναι ένα ένστικτο που ουδετεροποιεί τη σκέψη μας (γιατί να σκεφτούμε αυτόνομα όταν μπορούμε να έχουμε γνώμη για τα πάντα, αρκεί να είναι αντίθετη από αυτή των «άλλων»;) και που σταδιακά οδηγεί στην απώλεια της κρίσης μας. Πρόκειται, εντέλει, για μια διπλή ύβρι: Αφενός, γιατί υπονομεύει τη δυνατότητά μας να παρέμβουμε θετικά στα πράγματα και, αφετέρου, γιατί δείχνει ότι αντιμετωπίζουμε μια μεγάλη ανθρώπινη τραγωδία με την απόλυτη ανωριμότητα: γιατί μας προσφέρει έναν εύκολο τρόπο για να συνεχίζουμε τους ασήμαντους καβγάδες μας.

*O κ. Στάθης Ν. Καλύβας είναι καθηγητής Πολιτικής Επιστήμης, κάτοχος της έδρας Gladstone στο Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης.

comment-below Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή

Editor’s Pick

ΤΙ ΔΙΑΒΑΖΟΥΝ ΟΙ ΣΥΝΔΡΟΜΗΤΕΣ

MHT