Βασίλης Μπισμπίκης: Θηρία

2' 9" χρόνος ανάγνωσης
Φόρτωση Text-to-Speech...

Υπό το δημόσιο βλέμμα, τη ζωή σου δεν τη ζεις απλώς. Ζώντας την, την επινοείς. Τη μοιράζεσαι με τους ακολούθους σου σαν μια ρευστή αυτοβιογραφία, επιδεκτική σε αναδρομικές εξιδανικεύσεις και αυτο-ηρωοποιήσεις. Αυτό κάνει χρόνια τώρα και ο ηθοποιός, σελέμπριτι, κοινωνικός σχολιαστής, χορευτής, ινφλουένσερ και αρματολός της ασφάλτου Βασίλης Μπισμπίκης. Καταστρώνει τη ζωή του συνομιλώντας με τα Μέσα που τη διανέμουν για κατανάλωση. Τα χρησιμοποιεί και τον χρησιμοποιούν.

Βασίλης Μπισμπίκης: Θηρία-1Μπορεί καμιά φορά να γκρίνιαζε για τη βουλιμία τους – ούτε σε ένα «κουτουκάκι», έλεγε, δεν μπορούσε να βρει μια ήσυχη, ιδιωτική στιγμή. Τι θα ήταν όμως χωρίς το ανελέητο φως αυτής της προσοχής;

Πώς θα είχε την ευκαιρία να δώσει αναδρομικά νόημα στο παρελθόν του, κατασκευάζοντας και ο ίδιος αυτή την περσόνα που πατάει με το ένα πόδι στο πεζοδρόμιο της ταπεινής καταγωγής («σχολείο δεν τελείωσα», «με έδιωχναν από παντού») και με το άλλο στο κέντρο της πίστας;

Πώς θα παραγόταν αυτό το μιντιακό προϊόν, της κουτσαβάκικης θεατροκοπίας και του χλιδιάρη νταλγκά, αν δεν παρείχε και ο ίδιος εαυτόν στα χυτήρια της εικόνας;

Ποιος πάει να κρυφτεί μέσα στο τετρακίνητο «θηρίο»;

Γι’ αυτό ήταν εύκολο τα media να τον κατασπαράξουν στην αδύναμη στιγμή του. Γιατί ήδη τους ανήκε. Την ώρα που ο νόμος είχε κινηθεί εναντίον του, εκείνος έγερνε σε έναν λευκό τηλεοπτικό καναπέ, για να δηλώσει με εξομολογητικό ακκισμό «άνθρωπος του περιθωρίου» που πάντα ενδιαφερόταν για τους ανθρώπους του περιθωρίου.

Για έναν άνθρωπο που έχει αναλώσει τόση ενέργεια στην αυτοβιογράφηση, ήταν σκληρό ότι εντέλει αναλάμβανε να τον ορίσει καταδικαστικά ένα «θηρίο». Το αυτοκίνητο που οδηγούσε κατάφερε να πει περισσότερα για εκείνον απ’ όσα ο ίδιος έχει προσπαθήσει να αρθρώσει στις συνεντεύξεις του. Αγορασμένο σαν status symbol και ανηλεώς φωτογραφημένο τα τελευταία εικοσιτετράωρα σαν όργανο του μπισμπίκειου άγους, ο «Αρπαξ» –όπως είναι το όνομα του μοντέλου στα ελληνικά– είναι αυτοκίνητο «εκτός δρόμου», που εισβάλλει στο αστικό τοπίο σαν κινούμενη αξίωση επιβολής. Ο οδηγός του είναι πιο ψηλά από τους άλλους. Και έχει κάθε λόγο, εντός του ατσάλινου Αρπαγος, να αισθάνεται άτρωτος. Μπορεί να τους τρακάρει. Δεν μπορούν να τον τρακάρουν. Μπορεί να τους σαρώσει ασύλληπτος.

Φωτογράφιζαν τον Αρπαγα σαν προέκταση αρκουδομαγκιάς. Ομως, όπως πάντα, πίσω από το αμάξωμα κάθε κακομεταβολισμένης τεστοστερόνης, πάει να κρυφτεί μια ευάλωτη μειονεξία. Μέσα στην τετρακίνητη πανοπλία του αγροτικού με την καρότσα πάει να χωθεί το παιδί από την επαρχία που δεν έχει καταφέρει να συμφιλιωθεί με την πόλη. Που την αισθάνεται ακόμη ξένη, κι ας έχει σπαταληθεί στην αγορά της και στα θέατρά της, για να την κερδίσει.

Εχει δίκιο. Στη μεγάλη στραβή, η πόλη θα τον δέσει. Και θα τον διαπομπεύσει με πάνδημο κράξιμο. Σαν ξένο.

comment-below Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή

Editor’s Pick

ΤΙ ΔΙΑΒΑΖΟΥΝ ΟΙ ΣΥΝΔΡΟΜΗΤΕΣ

MHT