Oταν η στάση του Τσώρτσιλ αμφισβητείται

5' 0" χρόνος ανάγνωσης
Φόρτωση Text-to-Speech...

Για πολλούς, ο Ουίνστον Τσώρτσιλ ήταν ο σημαντικότερος πολιτικός του εικοστού αιώνα. Για ακόμη περισσότερους ήταν ο «πατέρας της νίκης» κατά του ναζισμού. Γιατί ακόμη και όσοι αμφισβητούν τα πρωτεία του μπροστά στον Στάλιν και τα είκοσι εκατομμύρια των Ρώσων νεκρών του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, δεν αρνούνται τον καταλυτικό ρόλο του, τον Μάιο του 1940, όταν μόνος αυτός αποφάσισε να ορθώσει το ανάστημα στη ναζιστική λαίλαπα. Μας το θύμισε πρόσφατα ο Γκάρι Ολντμαν, που τον ενσάρκωσε καταπληκτικά στην ταινία «Ωρες σκοτεινές».

Και στην Ελλάδα ο Τσώρτσιλ εκθειάζεται, κυρίως για την αποφασιστικότητα που έδειξε τις πρώτες μέρες των Δεκεμβριανών. Τότε, θυμίζω, απέστειλε στην Αθήνα τουλάχιστον 80.000 οπλίτες από το ιταλικό μέτωπο, στήνοντας μιαν από τις μεγαλύτερες αερογέφυρες του πολέμου. Χάρη σε αυτούς, η μάχη κερδήθηκε. Στην αντίπερα όχθη, εντούτοις, και για τον ίδιο ακριβώς λόγο, ο Τσώρτσιλ δαιμονοποιείται: χωρίς αυτόν, το ΚΚΕ πίστευε και πιστεύει ότι τότε θα επικρατούσε.

Τι νόημα έχει, ωστόσο, η ανακίνηση των ξεχασμένων αυτών ιστοριών σήμερα; Αφορμή μου έδωσαν δύο σημαντικά άρθρα που δημοσίευσε ο καθηγητής Τζον Ο. Ιατρίδης στην «Athens Review of Books», τον περασμένο Μάρτιο και Ιούλιο. Το πρώτο ήταν αφιερωμένο στον συνταγματάρχη Εντι Μάγιερς, τον χρονολογικά πρώτο επικεφαλής των Βρετανών κομάντος που είχαν αποσταλεί στην Ελλάδα το 1942. Ο Μάγιερς είχε οργανώσει την ανατίναξη της γέφυρας του Γοργοποτάμου, σε μια σπάνια κοινή επιχείρηση ΕΛΑΣ και ΕΔΕΣ. Εμεινε όμως στην Ιστορία και για τις πρωτοβουλίες που ανέλαβε προκειμένου να αποτραπεί ο Εμφύλιος. Οσο για το δεύτερο άρθρο, μας πήγε ενάμιση χρόνο πίσω: αφορούσε τη μάχη της Κρήτης και τα λάθη που έκαναν οι Βρετανοί και οι σύμμαχοί τους, που οδήγησαν μοιραία στην κατάληψη της μεγαλονήσου από τα αερομεταφερόμενα γερμανικά στρατεύματα, την τελευταία εβδομάδα του Μαΐου του 1941 («επιχείρηση Ερμής»).

Θα σταθώ στο δεύτερο από τα ως άνω άρθρα, γιατί μας επιφύλασσε μια μεγάλη έκπληξη. Εκεί που θα περίμενε κανείς ότι ο αρθρογράφος θα το έκλεινε, μετά την αναφορά του στις τύχες των πρωταγωνιστών της μάχης της Κρήτης, ο Ιατρίδης έκανε μια πολύ ενδιαφέρουσα αποτίμηση του Τσώρτσιλ και του ρόλου του στα ελληνικά πολιτικά πράγματα. Χωρίς να αμφισβητεί την ιδιοφυΐα του, υποστήριξε ότι ο Τσώρτσιλ έκανε και αυτός λάθη, όπως όλοι οι μεγάλοι ηγέτες, και τα απέδωσε στην υπερβολική αυτοπεποίθησή του, σε αυτό που ο Τζον Κόλβιλ, ο προσωπικός γραμματέας του, είχε αποκαλέσει «παράξενη διαισθητική δύναμη», που του προσέδιδε «ακλόνητη ανεξαρτησία σκέψης». Τέτοια λάθη, κατά τον Ιατρίδη, ήταν η αποστολή μικρού εκστρατευτικού σώματος στην Ελλάδα, την άνοιξη του 1941, όταν ήταν βέβαιο ότι η Γερμανία θα μας επιτεθεί, αλλά και η πλημμελής προετοιμασία της άμυνας της Κρήτης, παρά την έγκαιρη αποκρυπτογράφηση των γερμανικών σχεδίων για την εξ αέρος εισβολή.

Σε ένα άλλο μείζον, κατά τον Ιατρίδη, λάθος του Τσώρτσιλ θέλω να σταθώ, γιατί αυτό είχε τις πιο μακροπρόθεσμες επιπτώσεις. Ηταν η παρότρυνση του Τσώρτσιλ –και του Ρούζβελτ, τον οποίο ο τελευταίος παρέσυρε– προς τον Γεώργιο Β΄ να μη δεσμευθεί ότι θα επιστρέψει στην Ελλάδα μετά την απελευθέρωση, πριν από τη διεξαγωγή δημοψηφίσματος για το πολιτειακό. Το αίτημα αυτό είχε διατυπώσει προς την εξόριστη ελληνική κυβέρνηση, τον Αύγουστο του 1942, η αντιπροσωπεία όλων των αντάρτικων οργανώσεων (ΕΑΜ/ΕΛΑΣ, ΕΔΕΣ, ΕΚΚΑ) που ο Εντι Μάγιερς, με δική του όπως φαίνεται πρωτοβουλία, είχε καταφέρει να μεταφέρει στο Κάιρο, χρησιμοποιώντας το μυστικό αεροδρόμιο που είχε κατασκευαστεί στη Νεράιδα, κοντά στη σημερινή λίμνη Πλαστήρα (που τότε βέβαια δεν υπήρχε). Αρχικά, στο αίτημα αυτό είχε συνηγορήσει ακόμη και ο Βρετανός πρέσβης Λίπερ. Το υιοθέτησαν επίσης η εξόριστη κυβέρνηση, ο Παναγιώτης Κανελλόπουλος, καθώς και ο Γεώργιος Εξηντάρης, πολιτικός γενικότερης αποδοχής, ο οποίος είχε φθάσει στο Κάιρο κομίζοντας τις απόψεις των παλαιών αστικών κομμάτων.

Για την αποστολή της αντιπροσωπείας των βουνών και την οδυνηρή παραμονή των μελών της στο Κάιρο εκείνο το καλοκαίρι συμβαίνει να έχω ζωηρή εικόνα, γιατί είχα την ευκαιρία να συνομιλήσω με έναν από τους συμμετέχοντες σε αυτήν, τον δικηγόρο Κώστα Δεσποτόπουλο. Παλαιός συνεργάτης του Γεωργίου Παπανδρέου, ήταν, όπως φαίνεται, ο μόνος κάτοχος της αγγλικής στο στρατηγείο του ΕΛΑΣ και γι’ αυτό συμμετείχε ένα χρόνο αργότερα και στη Συνδιάσκεψη της Καζέρτας. Σύμφωνα λοιπόν με τη διήγηση του Δεσποτόπουλου, την επομένη κιόλας της άφιξης της αντιπροσωπείας στο Κάιρο ο Λίπερ παρέθεσε δείπνο για τους νεοαφιχθέντες στο σπίτι του όπου, προς μεγάλη έκπληξη των τελευταίων, είχε καλέσει για τον καφέ και τον Γεώργιο Β΄, με τον οποίο συζήτησαν εκτενώς.

Κατά τον καθηγητή Τζον Ο. Ιατρίδη, ήταν λάθος του Τσώρτσιλ η παρότρυνσή του προς τον Γεώργιο Β΄ να μη δεσμευθεί ότι θα επιστρέψει στην Ελλάδα μετά την απελευθέρωση, πριν από τη διεξαγωγή δημοψηφίσματος για το πολιτειακό.

Τα πάντα εντούτοις άλλαξαν λίγες μέρες αργότερα, όταν ο βασιλιάς, ανησυχώντας προφανώς για τον θρόνο του αν δεν επέστρεφε στην Ελλάδα «με τον στρατό Του», απευθύνθηκε στον Τσώρτσιλ και τον Ρούζβελτ, ζητώντας τους να τον συμβουλεύσουν για το πρακτέο. Γιατί το αίτημα να περιμένει έως ότου ο ελληνικός λαός αποφανθεί ανεπηρέαστος για το πολίτευμα που επιθυμούσε, τον φόβιζε.

Η απάντηση που πήρε ήταν να μη δεσμευθεί με κανέναν τρόπο για τον χρόνο επιστροφής του και να επιμείνει στο ραδιοφωνικό μήνυμα που είχε απευθύνει προς τον ελληνικό λαό στις 4.7.1943. Σε αυτό, χωρίς να κάνει την παραμικρή αυτοκριτική για την υποστήριξη που είχε αφειδώς παράσχει προς τη δικτατορία της 4ης Αυγούστου, είχε δηλώσει ότι δεσμευόταν πως θα συμμορφωθεί προς τις αποφάσεις της Εθνοσυνέλευσης που θα εκλεγόταν μετά την απελευθέρωση. Δεν έδινε, ωστόσο, την παραμικρή εγγύηση γι’ αυτό. Ηταν ως εκ τούτου επόμενο να μην πείσει κανέναν για την ειλικρίνειά του.

Η ευκαιρία είχε χαθεί. Οι πιθανότητες εθνικής συμφιλίωσης εξαφανίζονταν. Γιατί ο Τσώρτσιλ, όπως σημειώνει ο Ιατρίδης, «αγνοώντας τις συμβουλές κορυφαίων διπλωματικών και στρατιωτικών συμβούλων του, καθώς και την έντονη αντίθεση των Ελλήνων στον βασιλιά, […] εκτροχίασε την τελευταία ευκαιρία για συμβιβασμό εντός του βαθιά πολωμένου και επιρρεπούς στη βία έθνους».

Το ότι ένας ιστορικός του κύρους του Ιατρίδη, συγγραφέα της αξεπέραστης «Εξέγερσης στην Αθήνα» (1973), καταλήγει σήμερα σε αυτό το συμπέρασμα, ύστερα από μισόν και πλέον αιώνα συστηματικής ενασχόλησης με τη δεκαετία του 1940, πρέπει, κατά τη γνώμη μου, να εκτιμηθεί ως μείζων σταθμός στην ιστοριογραφία της σύγχρονης Ελλάδας.

*Ο κ. Νίκος Κ. Αλιβιζάτος είναι ομότιμος καθηγητής του Πανεπιστημίου Αθηνών.

comment-below Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή

Editor’s Pick

ΤΙ ΔΙΑΒΑΖΟΥΝ ΟΙ ΣΥΝΔΡΟΜΗΤΕΣ

MHT