Τη λέμε «εποχή Τραμπ». Τα αμερικανικά media την ονομάζουν χωρίς δισταγμό «Trump era». Γράφουν, ας πούμε, για την πολιτική βία και τα πολεμικά ήθη στην «εποχή Τραμπ». Φαίνεται έτσι να υποδεικνύουν έναν μέγα ηθικό αυτουργό πίσω απ’ ό,τι συμβαίνει σήμερα στην ισχυρότερη δυτική δημοκρατία.
Ομως, ο Τραμπ δεν καθόρισε μόνος το πολιτικό περιβάλλον που του επέτρεψε να κυριαρχήσει. Ούτε και ελέγχει τις δυνάμεις που απελευθερώνει με την αποχαλινωτική ηγεσία του.
Στην «εποχή Τραμπ», εκτός από τον Τραμπ, θάλλει κι εκείνος ο κλάδος των αντιπάλων του, που εμφορείται από ίσο φανατισμό και μισαλλοδοξία. Ανθεί κι εκείνη η «φιλελεύθερη» «Αριστερά» –αναγκαία τα διπλά εισαγωγικά– που προετοίμασε το έδαφος για τη συγκρουσιακή πολιτική κουλτούρα.
Ανεξαρτήτως των ιδεασμών που κίνησαν το χέρι το οποίο σκότωσε τον Τσάρλι Κερκ, η δολοφονία του 31χρονου ακτιβιστή λειτουργεί εμπρηστικά σε μια ήδη εμφυλιακή ατμόσφαιρα. Δεν βιάζονται να εντάξουν στην ατζέντα τους το έγκλημα μόνο οι ομοϊδεάτες του Κερκ, που σπεύδουν να τον αναγορεύσουν σε μάρτυρα της ελευθερίας του λόγου. Βιάζονται και οι «ναιμεναλλάδες» της προοδευτικής διανόησης, που καταφεύγουν στις απόψεις του δολοφονηθέντος για να δικαιολογήσουν το τέλος του, σαν να ήταν και ο ίδιος συνεργός στον βίαιο θάνατό του. Σαν να έπρεπε να επικρατεί, ως μέσο «απάντησης» στον εμπρηστικό λόγο, η πυρπόληση του εμπρηστή.
Η αλληλεγγύη των άκρων καταστρέφει την αμερικανική δημοκρατία.
Λέμε για τους τρόπους της τραμπικής «δεξιάς» – για τον ρατσισμό της, τα βάναυσα μέσα επιβολής της, τη χρήση του μίσους ως πολιτικού εργαλείου. Δυσκολευόμαστε, όμως, να αναγνωρίσουμε ότι πρώτη η Αριστερά διολίσθησε σε αυταρχικούς τρόπους – στην ιδέα ότι δεν δικαιούνται να ομιλούν όσοι δεν ομνύουν στα θέσφατά της, ότι έπρεπε να εξοριστούν από τα πανεπιστήμια και να «ακυρωθούν» στα media όσοι εξέφραζαν «απαράδεκτες» απόψεις.
Αυτή η Αριστερά –απορροφημένη στους πολιτισμικούς της πολέμους– είχε μόνο περιφρόνηση για τα «ένστικτα» των τάξεων που κάποτε εξέφραζε. Επέτρεψε έτσι στον τραμπισμό να συνδεθεί με τον λαό, απενοχοποιώντας τα ένστικτα και μεταβολίζοντας το αίσθημα θυματοποίησης των πολλών σε δίψα εκδίκησης.
Τα άκρα που απειλούν να διαρρήξουν το ύφασμα της αμερικανικής δημοκρατίας είναι αλληλέγγυα. Το ένα τρέφεται από το μίσος του άλλου. Η βία της τραμπικής εξουσίας –η αρβύλα της εθνοφρουράς και οι χειροπέδες της υπηρεσίας «ιθαγένειας και μετανάστευσης»– νομιμοποιείται από τον ομόλογο φανατισμό της αριστερής ορθοδοξίας.
Το ισχυρότερο έρεισμα του τραμπισμού δεν είναι τόσο η εργατική τάξη – που, αργά ή γρήγορα, θα ανακαλύψει ότι έχει πέσει θύμα ολιγαρχικής πλεκτάνης. Το «καύσιμο» του Τραμπ είναι οι αποτυχίες των αντιπάλων του να υπερασπιστούν τη δημοκρατική κουλτούρα με δημοκρατικά μέσα.

