Είναι σχεδόν συνώνυμα. Βγάζεις το ένα, βάζεις το άλλο και το νόημα δεν αλλάζει. Μόνον ο τόνος. Βγάζεις το «λαϊκό» και το αντικαθιστάς με το «πατριωτικό» και έχεις το ίδιο ρητορικό εφέ –την ίδια δημαγωγική κουπ– μόνο με αλλαγή χρωματισμού.
Ο Αλέξης Τσίπρας, στην αντι-ΔΕΘ εμφάνισή του, χρησιμοποίησε πάνω από είκοσι φορές την «πατρίδα» και τα παράγωγά της («πατριωτική εισφορά», «νέος πατριωτισμός»), ενώ μόνο μία φορά τον «λαό». Επικαλέστηκε το «έθνος» («εθνικό σχέδιο ανάταξης», «εθνικό ταμείο σύγκλισης») πολύ λιγότερο από την «κοινωνία». Ακόμη κι αν δεν βρίσκει κανείς περιεχόμενο στα συνθήματα, δεν μπορεί παρά να δει ότι οι ανταύγειες της πομφόλυγας έχουν αλλάξει: Ο πρωθυπουργός της «πρώτης φοράς Αριστερά» επιχειρεί να απολεπίσει τον λόγο του από αριστερά στερεότυπα, προτιμώντας εκείνα που ηχούν καλύτερα στα αυτιά των «νοικοκυραίων». Το rebranding εξαντλείται έτσι σε ένα rephrasing: σε αντικατάσταση του ενός σετ κλισέ από τα άλλα.
Η προσπάθεια του Τσίπρα να παρεισφρήσει στην πρεμιέρα της πολιτικής σεζόν βοήθησε τον Μητσοτάκη. Αποκατέστησε –έστω και στιγμιαία– μια ισορροπία που είχε χαθεί τα τελευταία δυόμισι χρόνια. Ο πρωθυπουργός δεν μιλούσε μόνος, με αντίπαλο τα προβλήματα. Μιλούσε για τα προβλήματα με σκιώδη αντίπαλο τον Τσίπρα. Δεν αναμετριόταν με το χάος. Απέκτησε ξανά ένα ορατό μέτρο σύγκρισης.
Απόπειρες απόξυσης του παρελθόντος και απρόβλεπτες υποτροπές.
Η επαναφορά στο «συντακτικό» του συγκριτικού βαθμού –όπου δεν χρειάζεται ο Μητσοτάκης να είναι καλός, καθώς του αρκεί να είναι απλώς «καλύτερος»– δεν έχει διαφύγει την προσοχή των κυβερνητικών. Εκείνοι είναι οι πιο φλογεροί νοσταλγοί του Τσίπρα, γιατί ξέρουν ότι η δική του απουσία σήμανε και την αποσυσπείρωση του κυβερνητικού ακροατηρίου. Εκείνοι κάνουν ήδη ό,τι μπορούν για να αναζωογονήσουν με δυσανάλογα οξείες επιθέσεις το τσιπρικό φόβητρο.
Εκφράζει κάτι ο «νέος» Τσίπρας που να εμποδίζει την εκμετάλλευσή του από τους αντιπάλους του; Εξουδετερώνει με το νέο του λούστρο (βλέπε και brand) τις αντισύριζα προβολές;
Μέχρι στιγμής, η γλώσσα του έχει αλλάξει μόνο επίθετα, χωρίς να έχει βρει τα νέα της ουσιαστικά. Εκείνοι που του ανεμίζουν τα βάγια, αδημονώντας να επιβιβαστούν μαζί του «επί πώλον», φέρουν τα ξέφτια της τετελεσμένης απονομιμοποίησης. Και ο ίδιος ετοιμάζεται να τροφοδοτήσει τη «νοσταλγία», κομίζοντας, πριν από το πρόγραμμα της επανεκκίνησης, έναν τόμο απομνημονευμάτων, καταδικασμένο να λειτουργήσει ως θρυαλλίδα παρελθοντολογίας.
Μπορεί να ψάχνει νέο πρόγραμμα και να προβάρει νέα γλώσσα. Μπορεί να κάνει ήδη –όπως λέγεται– κάστινγκ για νέα πρόσωπα, που δεν θα έχουν την οσμή των παλιών τους αποτυχιών. Ομως, το μέλλον μέχρι το 2027 είναι λίγο. Και το παρελθόν, απρόβλεπτο. Μπορεί να περιμένεις ωσαννά για τον επανερχόμενο. Και να σου προκύπτει επισυνδεδεμένη η φωνή του Καμμένου.

