«Αυτός είμαι». Δεν το είπε με οίηση. Το είπε για να συνοψίσει σε δυο λέξεις το μήνυμα που προσπάθησε να στείλει από τη Θεσσαλονίκη. Ο πρωθυπουργός προσπάθησε να θυμίσει στους ψηφοφόρους (του) ποιος είναι – ή μάλλον ποιος ήταν, όταν τον εμπιστεύτηκαν. Προσπάθησε να ξαναλανσάρει την παλιά ταυτότητα του μετριοπαθούς και διαβασμένου μεταρρυθμιστή, που δεν κολλάει σε αριστερά ή δεξιά στερεότυπα, δεν μαγειρεύει το εκλογικό ημερολόγιο ή τον εκλογικό νόμο, αλλά βρίσκεται ακόμη εδώ για να εκπληρώσει τα παλιά προτάγματα: λιγότεροι φόροι, υψηλότεροι μισθοί, περισσότερη ασφάλεια, καλύτερο κράτος.
Η απόπειρα του Μητσοτάκη να επανασυστηθεί στο ακροατήριό του, διαρρηγνύοντας τα παραπετάσματα καχυποψίας που έχει συσσωρεύσει ο χρόνος, συμπληρώθηκε και από μια σύστοιχη προσπάθεια να ορίσει ο ίδιος ξανά αυτό το ακροατήριο. Δεν σας λέω μόνο ποιος είμαι (ήμουν). Σας λέω και ποιοι είστε. Ησασταν εκείνοι που το 2019 και το 2023 είδατε στο πρόσωπό μου τη δυνατότητα υπέρβασης της λαϊκίστικης περιπέτειας, της πολιτικής σταθερότητας και της προκοπής. Και επιχειρώ να συνομιλήσω ξανά μαζί σας, καθώς σας φαντάζομαι ως «σιωπηλή πλειοψηφία πολιτών» που δεν ασχολείται με την «πολιτική κουζίνα» της «πλατείας Κολωνακίου».
Ο πρωθυπουργός έδειξε έτσι να πιστεύει ότι μπορεί ακόμη να απευθύνεται σε εκείνο το συλλογικό υποκείμενο που κρίνει μόνο ορθολογικά, χωρίς να επηρεάζεται από το περιρρέον τοξικό ποτάμι. Κρίνει βιωματικά και όχι «πολιτικά». Δεν κοιτάει τα σκάνδαλα. Κοιτάει την τσέπη του.
Το μη λάθος, το πρόγραμμα και το στοίχημα του 2027.
Υπάρχει αυτό το φαντασιακό υποκείμενο – το 40% που εμφανίστηκε δύο φορές στην κάλπη για να δώσει και να ανανεώσει την εντολή στον Μητσοτάκη; Δεν έχει αλλάξει η δημογραφία και η πολιτική του ψυχολογία; Δεν έχει, ας πούμε, αυξηθεί η συμμετοχή των νέων ψηφοφόρων που, όσο κι αν τους πριμοδοτεί φορολογικά η κυβέρνηση, δεν φαίνεται πιθανό να την «ακούσουν»; Πόσο μπορεί μια ένεση στο εισόδημα να γεφυρώσει το πολιτισμικό χάσμα που χωρίζει τις τάξεις των ψηφοφόρων κάτω των 30 ετών με τις συστημικές πολιτικές δυνάμεις;
Το «πακέτο» που κόμισε ο Μητσοτάκης στη ΔΕΘ δεν ήταν συμπίλημα προεκλογικών διευθετήσεων – λίγα σε αυτούς, λίγα στους δίπλα, λίγα στους παραδίπλα. Είχε συνοχή ως φορολογικό πρόγραμμα. Και ο ίδιος απέφυγε το λάθος – το επικοινωνιακό ολίσθημα που θα επισκίαζε τις εξαγγελίες.
Το μη λάθος μπορεί να λογίζεται έτσι ως επιτυχία για μια κυβέρνηση που μπήκε στον έβδομο χρόνο της ξεψυχισμένη. Αν όμως οι κοινωνιολογισμοί του Μητσοτάκη ευσταθούν, αν υπάρχει «σιωπηλή πλειοψηφία» νοικοκυραίων που δεν «νιώθει» την παραπολιτική και τον βρασμό στα κοινωνικά δίκτυα, αυτή μάλλον δεν παρακολουθεί ούτε δύο ώρες ομιλία στο Βελλίδειο ούτε τρεις ώρες συνέντευξη Τύπου. Το στοίχημα για τον πρωθυπουργό είναι αυτοί –οι σιωπηλοί– να αισθανθούν το 2027 ότι η χώρα έχει αλλάξει περισσότερο απ’ όσο έχει αλλάξει εκείνος.

