Στο αεροδρόμιο «Ελευθέριος Βενιζέλος» η πωλήτρια που έβαζε την αγορά μου, ένα άρωμα ελληνικής εταιρείας, στην όχι και τόσο αεροστεγή σακούλα, αστειεύθηκε για τον αέρα που θα κουβαλούσα μαζί μου στην ενδεκάωρη πτήση μου για την Αμερική. «Στους τουρίστες αρέσει όταν τους λέω ότι παίρνουν μαζί τους και λίγο ελληνικό αέρα», είπε.
Πρέπει να έχουμε φτάσει σε κορυφαία επίπεδα marketing για να προωθούμε κάτι άυλο και μάλιστα τον αέρα του αεροδρομίου, ως τουριστικό προϊόν. Με την Ελλάδα να έχει γίνει ένας από τους δημοφιλέστερους προορισμούς στον κόσμο, ο τουρισμός γίνεται αντιληπτός περισσότερο ως μια βιομηχανία και μάλιστα βαριά. Η χώρα τείνει να γίνει θύμα της επιτυχίας του τουρισμού, καθώς αυτή δοκιμάζει τις αντοχές αλλά και τον χαρακτήρα του τουριστικού προϊόντος ως ένα πάλαι ποτέ ανεπιτήδευτο διάλειμμα κοντά στην ελληνική φύση, με γερές δόσεις αυθεντικού τρόπου ζωής και ενός μοναδικού πολιτισμού.
Σίγουρα αυτό το αισθάνονται οι Ελληνες. Διάβασα αρκετά ενδιαφέροντα άρθρα για το δοκιμαζόμενο ελληνικό καλοκαίρι τους τελευταίους μήνες. Κοινή πεποίθηση ότι η υπόσχεση ενός ανέμελου καλοκαιριού αφορά πλέον μόνο τους τουρίστες και, αν είναι τυχερά, τα παιδιά. Εν μέσω μιας ακόμη καταστροφικής περιόδου πυρκαγιών και της ακρίβειας, όχι μόνο του premium τουριστικού προϊόντος αλλά και του μεταφορικού κόστους, που είναι υπέρογκο για νησιωτική χώρα, οι Ελληνες έχουν αποκλειστεί από τις διακοπές στα περισσότερα νησιά. Πάλι καλά που μεγάλη μειοψηφία –39% σύμφωνα με τη Re/Max– διατηρεί δεύτερο σπίτι, συνήθως στον τόπο καταγωγής, που επιτρέπει τις διακοπές κοντά στη φύση. Αλλά με 42 εκατομμύρια τουρίστες να αναμένονται στη χώρα όλο το 2025 –οι περισσότεροι το καλοκαίρι–, οι ανάγκες της πολιτικής προστασίας και η πίεση στις βασικές δημόσιες υπηρεσίες εκτοξεύονται και οι αδυναμίες υποστήριξής τους υπονομεύουν ακόμη και την εθνική ασφάλεια, όπως δείχνει η περίπτωση της ακριτικής Χίου που κατακάηκε φέτος το καλοκαίρι.
Οπως φαντάζομαι και η κυβέρνηση, αισθάνομαι λοιπόν ανακούφιση που οι μεγαλύτερες προκλήσεις του καλοκαιριού είναι πίσω μας: να φέρει τα προσδοκώμενα έσοδα από τον τουρισμό, αλλά και να διαχειριστεί τα εκατομμύρια των επισκεπτών. Και κυρίως να μην υπάρχουν ανθρώπινα θύματα από τις πυρκαγιές που καταστρέφουν ολοένα και μεγαλύτερα κομμάτια του φυσικού πλούτου της χώρας κάθε χρόνο. Αλλά όπως προειδοποιούσαμε σε μια μελέτη μας για το Atlantic Council, οι υψηλότερες θερμοκρασίες πλήττουν και τα έσοδα από τον τουρισμό, ενώ απειλούν να μετριάσουν τη δημοφιλία του ελληνικού καλοκαιριού. Οσο για τις πυρκαγιές, είναι μεν διεθνής πρόκληση, αλλά για μια τουριστική χώρα το φυσικό περιβάλλον έχει ιδιαίτερη οικονομική αξία. Οπως προδίδει και το σχόλιο περί ελληνικού αέρα, η Ελλάδα είναι μια ιδέα. Οταν η πραγματικότητα αρχίζει να διαψεύδει αντί να εμπνέει αυτό το ιδανικό, το ελληνικό καλοκαίρι γίνεται από όνειρο, παγίδα.
* Η κ. Κατερίνα Σώκου είναι Nonresident Senior Fellow στο Atlantic Council και ερευνήτρια Εξωτερικού στο ΕΛΙΑΜΕΠ.

