Μήπως τελικά στη δημοκρατία υπάρχουν αδιέξοδα;

Μήπως τελικά στη δημοκρατία υπάρχουν αδιέξοδα;

4' 4" χρόνος ανάγνωσης
Φόρτωση Text-to-Speech...

Ας δούμε πώς διαμορφώνεται το πολιτικό τοπίο. Στις περισσότερες δημοσκοπήσεις η Ν.Δ. εμφανίζει στοιχεία φθοράς, ενώ στην εκτίμηση ψήφου κινείται γύρω στο 30%. Ενα ποσοστό πολιτικής αντοχής, όχι όμως κυριαρχίας.

Παρά το γεγονός ότι και το 2019 και το 2023 η Ν.Δ. έλαβε τελικά υψηλότερο ποσοστό από αυτό που προέβλεπαν οι δημοσκοπήσεις, ως πιθανότερο εκλογικό σενάριο τούτη την ώρα διαφαίνεται η Ν.Δ. να είναι πρώτο κόμμα, χωρίς όμως αυτοδυναμία. Πολλώ δε μάλλον όταν ο εκλογικός νόμος που θα ισχύσει στις επόμενες εκλογές δεν προβλέπει σταθερό μπόνους 50 εδρών αλλά κλιμακούμενο. Το πρώτο κόμμα λαμβάνει μπόνους 20 εδρών αν περάσει το 25% και στη συνέχεια παίρνει μία έδρα για κάθε 0,5% πάνω από το όριο του 25%. Αν π.χ. το πρώτο κόμμα λάβει 33% δεν θα έχει μπόνους 50 εδρών, όπως ίσχυε σε όλες τις εκλογές μετά το 2012, αλλά 36 εδρών, κάτι που προφανώς δυσκολεύει την επίτευξη αυτοδυναμίας.

Τα κόμματα της αντιπολίτευσης –σήμερα τουλάχιστον– δεν μοιάζουν ικανά να απειλήσουν το προβάδισμα της Ν.Δ. Πρωτόγνωρος είναι επίσης ο κατακερματισμός του πολιτικού σκηνικού. Ο χώρος που πριν από το 2015 καταλάμβανε ο ενιαίος ΣΥΡΙΖΑ σήμερα εκφράζεται από πέντε κόμματα! Ο χώρος της ριζοσπαστικής Δεξιάς είναι επίσης πολυδιασπασμένος, ενώ υπάρχουν σενάρια και για νέα κόμματα. Ενισχυμένα μοιάζουν κόμματα με δυσκολίες κατάταξης στον «πολιτικό χάρτη», τα οποία απλώς καβαλάνε κύματα οργής, θεωρίες συνωμοσίας κ.λπ.

Το πολιτικό κλίμα επιβαρύνεται διαρκώς, με καταγγελίες που θυμίζουν τις ταραγμένες ημέρες της πρώιμης «αντιμνημονιακής περιόδου». Η ακραία φρασεολογία και η ανεξέλεγκτη ένταση μπορεί να μην πείθουν τους μετριοπαθείς πολίτες περιορισμένων κομματικών ταυτίσεων (αυτούς που κυρίως θα κρίνουν τις εκλογές), φορτίζουν όμως υπέρμετρα το πολιτικό τοπίο και δυσκολεύουν όχι μόνο τη θεσμική συνεννόηση αλλά και πιθανές μελλοντικές συνεργασίες, αν κριθεί αναγκαίο.

Σε αυτό το περιβάλλον όλα τα κόμματα έχουν να διαχειριστούν σοβαρά στρατηγικά ζητήματα.

Η Ν.Δ., αν μπει στη λογική «αυτοδυναμία ή χάος», κινδυνεύει να φανεί και αλαζονική και κάθε άλλο παρά ρεαλίστρια, όσο τουλάχιστον κινείται πέριξ του 30%. Το αίτημα της «καθαρής εντολής» δεν αρκεί πια, ενώ έπειτα από κάμποσα χρόνια διακυβέρνησης οι ψηφοφόροι «πιέζονται» δυσκολότερα. Καλείται συνεπώς η Ν.Δ. να χαράξει μια στρατηγική όχι μόνο εκλογικής επικράτησης, αλλά και μετεκλογικής βιωσιμότητας.

Στην κατεύθυνση αυτή θα πρέπει να έχει δύο βασικές επιδιώξεις. Πρώτον, να φαίνεται ότι υπηρετεί μεγάλους στόχους για τη χώρα και τους πολίτες και όσο και αν είναι δύσκολο (πολιτικά και ψυχολογικά), να προσπαθεί συστηματικά να υπερβαίνει την τοξικότητα, έχοντας θετική ατζέντα και ήπιο ύφος. Δεύτερον, να μετατρέψει το χαοτικό τοπίο σε δικό της πολιτικό όπλο, συσπειρώνοντας όσους δεν θέλουν η χώρα να μπει ξανά σε μια παρατεταμένη πολιτική κρίση.

Οι εκλογές στην Ελλάδα δεν μπορούν να γίνουν «δημοψήφισμα», ακόμα και αν αυτό αποτελέσει –που σίγουρα θα αποτελέσει– τη βασική στρατηγική κάποιων κομμάτων. Το ερώτημα «αν όχι αυτός, ποιος και πώς» είναι απολύτως βέβαιο ότι θα τεθεί προεκλογικά από την ίδια την πραγματικότητα. Αυτή είναι μια διάσταση που τα περισσότερα κόμματα της αντιπολίτευσης μοιάζουν να παραβλέπουν, επικεντρώνοντας αποκλειστικά στην αποδόμηση της κυβέρνησης και όχι στην οικοδόμηση μιας εναλλακτικής πρότασης διακυβέρνησης. Προγραμματικά και πρακτικά. Πώς και με ποιους.

Οσο αυτό δεν αποσαφηνίζεται θα έχει και η αντιπολίτευση στρατηγικό αδιέξοδο. Το ΠΑΣΟΚ που θα μπορούσε να αποτελέσει τον βασικό αντιπολιτευτικό πόλο δεν έχει αναπτύξει –ακόμα τουλάχιστον– ιδιαίτερη δυναμική. Παρασύρεται δε σε μια οξύτητα που αποδεδειγμένα δεν του αποδίδει. Μια ενδεχόμενη συνεργασία με τον ΣΥΡΙΖΑ μετά βεβαιότητας θα προκαλούσε εσωτερικά ζητήματα και απώλειες προς τα δεξιά του, καθώς ακόμα και τώρα το ΠΑΣΟΚ εξακολουθεί να έχει διαρροές προς τη Ν.Δ.

Ο ΣΥΡΙΖΑ έχει φθαρεί, ενώ όσα συνέβησαν τα τελευταία δύο χρόνια, με την εσωκομματική κρίση, τις διασπάσεις και τα σενάρια επιστροφής του πρώην προέδρου του, τον έχουν πλήξει περαιτέρω. Σήμερα δεν αντιμετωπίζεται πλέον ως αυτόνομος πόλος εξουσίας, αλλά μόνο ως δυνητική συνιστώσα ενός ευρύτερου σχήματος.

Η Πλεύση Ελευθερίας, με την ανεξέλεγκτη ρητορική και τη συγκρουσιακή διάθεση έναντι όλων, δύσκολα αντιμετωπίζεται ως μέρος ενός ευρύτερου σχήματος συνεργασίας. Ενώ τα κόμματα της ριζοσπαστικής «Δεξιάς» όχι μόνο ξορκίζουν κάθε ενδεχόμενο συνεργασίας με τη Ν.Δ., αλλά, αντιθέτως, συχνά υπερθεματίζουν σε αντιπολιτευτική ένταση. Και αυτό παρά το γεγονός ότι ρεαλιστικά ο μοναδικός κυβερνητικός ρόλος που θα μπορούσαν να διεκδικήσουν είναι σε μια κυβέρνηση με συντηρητικό πρόσημο. Οταν όμως αυτοεξαιρείσαι από δυνητικός κυβερνητικός εταίρος, τότε αυτονόητα αυτοεξαιρείσαι και από μέρος της πολιτικής λύσης.

Το τοπίο συνεπώς που διαμορφώνεται δεν συνιστά πρόβλημα μόνο για τη Ν.Δ., που ίσως πάψει να κυβερνά αυτοδύναμα, αλλά εξελίσσεται σε ευρύτερο συστημικό πρόβλημα, λόγω του κινδύνου πολιτικής αστάθειας που δημιουργούν οι εκλογικοί συσχετισμοί και η ταυτόχρονη απόρριψη δυνητικών συγκλίσεων. Πρόβλημα που δεν είναι απολύτως βέβαιο ότι θα λυθεί ακόμα και στις νέες εκλογές που πιθανότατα θα ακολουθήσουν. Και όλα αυτά σε ένα περιβάλλον ιδιαίτερης γεωπολιτικής αβεβαιότητας, με την Ελλάδα να έχει πολλά μέτωπα ανοιχτά.

Στις αρχές της περασμένης δεκαετίας ήταν η οικονομική κρίση που επέφερε την πολιτική κρίση. Σήμερα –αν στην πορεία δεν αλλάξει κάτι– είναι πιθανό να συμβεί το αντίστροφο. Να οδηγήσει η πολιτική κρίση μια ευρύτερη περιδίνηση.

*Ο κ. Ευτύχης Βαρδουλάκης είναι σύμβουλος Στρατηγικής και Επικοινωνίας.

comment-below Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή

Editor’s Pick

ΤΙ ΔΙΑΒΑΖΟΥΝ ΟΙ ΣΥΝΔΡΟΜΗΤΕΣ

MHT