ΗΠΑ όπως Βενεζουέλα;

3' 50" χρόνος ανάγνωσης

Σε ένα βιβλίο που συζητήθηκε όσο λίγα, το «Πώς πεθαίνουν οι δημοκρατίες», δύο καθηγητές του Χάρβαρντ υποστηρίζουν ότι οι σύγχρονες δημοκρατίες δεν καταλύονται πια με τανκς στους δρόμους, αλλά εκφυλίζονται εκ των έσω – με τη σταδιακή διάβρωση των θεσμών, την υπονόμευση των κανόνων και τη διάβρωση των φραγμών στην εξουσία, μέχρι που η δημοκρατία μετατρέπεται σε αυταρχισμό. Αυτά στη θεωρία. Στον πραγματικό κόσμο, όμως, με μία μόνο εξαίρεση, καμία φιλελεύθερη δημοκρατία δεν έχει πεθάνει μέχρι σήμερα. Η εξαίρεση είναι η Βενεζουέλα.

Από τα τέλη της δεκαετίας του 1950, αυτή η χώρα ξεχώριζε ως το λαμπρότερο παράδειγμα σταθερότητας και ευημερίας σε μια ήπειρο σημαδεμένη από πραξικοπήματα και εμφύλιες συγκρούσεις. Το 1958, τα δύο κυρίαρχα κόμματα –το κεντροδεξιό COPEI και η σοσιαλδημοκρατική Δημοκρατική Δράση– υπέγραψαν το περίφημο Σύμφωνο του Πούντο Φίχο, το οποίο προέβλεπε εναλλαγή στην εξουσία, θεσμική νομιμότητα και διατήρηση του καπιταλιστικού πλαισίου, εμπλουτισμένου με ήπιες κοινωνικές μεταρρυθμίσεις. Με τα πετροδολάρια να ρέουν και την κοινωνική συναίνεση να μοιάζει ακλόνητη, ο φιλελεύθερος κοινοβουλευτισμός άντεξε σχεδόν σαράντα χρόνια. Oμως, ήδη από τη δεκαετία του 1980, η εικόνα άρχισε να θολώνει: η κατακρήμνιση των τιμών του πετρελαίου, η έκρηξη της διαφθοράς και η φθορά του πολιτικού συστήματος αποδιάρθρωσαν την εμπιστοσύνη των πολιτών στους θεσμούς.

Το 1998, ένας χαρισματικός πρώην λοχαγός και αποτυχημένος πραξικοπηματίας, ο Ούγκο Τσάβες, εμφανίστηκε με ριζοσπαστικό λόγο και υποσχέσεις για ριζική ανατροπή του πολιτικού κατεστημένου. Η εκλογή του σηματοδότησε το τέλος της φιλελεύθερης περιόδου και την είσοδο της χώρας στον ανελεύθερο λαϊκισμό. Ο Τσάβες δεν κατέλυσε το κράτος, αλλά το επανίδρυσε. Eφερε νέο «λαϊκό» Σύνταγμα, εγκαθίδρυσε τη λεγόμενη «Μπολιβαριανή Δημοκρατία» και υποσχέθηκε έναν «σοσιαλισμό του 21ου αιώνα». Oπως σε κάθε καθεστώς λαϊκισμού, έτσι κι εδώ, οι θεσμοί υπέκυψαν στην πανίσχυρη εκτελεστική εξουσία, τα μέσα ενημέρωσης φιμώθηκαν, η δικαιοσύνη ευθυγραμμίστηκε με την εξουσία και η αντιπολίτευση περιθωριοποιήθηκε ή διώχθηκε. Οι εκλογές συνεχίστηκαν, αλλά το αποτέλεσμά τους είχε πάντα έναν προβλέψιμο νικητή.

Oταν ο Τσάβες πέθανε από καρκίνο το 2013, άφησε πίσω του μια χώρα βαθιά διχασμένη, με αποδυναμωμένους θεσμούς και ακρωτηριασμένη αντιπολίτευση. Τον διαδέχθηκε ο εκλεκτός του, Νικολάς Μαδούρο, ο οποίος όμως δεν διέθετε ούτε το χάρισμα ούτε τη λαϊκή απήχηση του προκατόχου του. Κι έτσι η Βενεζουέλα μπήκε σε μια τρίτη φάση: από τον λαϊκισμό, πέρασε στον απροκάλυπτο αυταρχισμό. Σήμερα, η χώρα διατηρεί τυπικά εκλογές, αλλά οι θεσμοί αποτελούν άδεια κελύφη. Ο στρατός είναι κυρίαρχος στην πολιτική, οι αντίπαλοι φυλακίζονται, η οικονομία έχει καταρρεύσει και εκατομμύρια πολίτες έχουν μεταναστεύσει. Αφού δεν κατάφερε να επιστρέψει στη φιλελεύθερη ομαλότητα μετά το τέλος της τσαβικής περιόδου, ο μόνος δρόμος που απέμενε ήταν η καταβύθιση στον αυταρχισμό.

Το παράδειγμα της Βενεζουέλας προσφέρει δύο διδάγματα. Πρώτον, ένας και μόνον χαρισματικός ηγέτης, σε συνθήκες θεσμικής κόπωσης και κοινωνικής απογοήτευσης, αρκεί για να μετατρέψει μια φιλελεύθερη δημοκρατία σε καθεστώς ανελεύθερου λαϊκισμού. Και δεύτερον, όταν ο λαϊκισμός ριζώσει, η επιστροφή στον φιλελεύθερο κανόνα γίνεται εξαιρετικά δύσκολη, ενώ η διολίσθηση στον αυταρχισμό γίνεται ολοένα και πιο πιθανή.

Οταν ο λαϊκισμός ριζώσει, η επιστροφή στον φιλελεύθερο κανόνα γίνεται εξαιρετικά δύσκολη, ενώ η διολίσθηση στον αυταρχισμό γίνεται ολοένα και πιο πιθανή.

Μέχρι πρόσφατα, η πολιτική τροχιά της Βενεζουέλας φάνταζε μακρινή, σχεδόν ξένη σε σχέση με τις δυτικές δημοκρατίες – και ιδίως τις Ηνωμένες Πολιτείες. Κι όμως, σήμερα είναι η Βενεζουέλα που μοιάζει όλο και περισσότερο με καθρέφτη της Αμερικής του Τραμπ. Οπως ο Τσάβες, έτσι και ο Τραμπ εξελέγη με υποσχέσεις αποκατάστασης της λαϊκής κυριαρχίας· υπονόμευσε τους ελεγκτικούς θεσμούς, αιχμαλώτισε το κόμμα του, πόλωσε τον δημόσιο λόγο μέχρι τελικής ρήξης και μετέτρεψε το κράτος σε προσωπικό του εργαλείο προστασίας. Αν στην πρώτη του θητεία η φιλελεύθερη δημοκρατία έπαψε να είναι αυτονόητη, στη δεύτερη οι Ηνωμένες Πολιτείες βαδίζουν σταθερά προς την αυταρχική εκτροπή.

Παρακολουθήστε τα γεγονότα των τελευταίων μόνο εβδομάδων: η ανάπτυξη της Εθνοφρουράς και μεγάλης δύναμης πεζοναυτών στο Λος Αντζελες για την καταστολή διαδηλώσεων· η στρατιωτική παρέλαση στην Ουάσιγκτον στις 14 Ιουνίου, που σηματοδότησε τη στρατιωτικοποίηση της πολιτικής ζωής· η βίαιη σύλληψη του Δημοκρατικού γερουσιαστή Αλεξ Παντίγια επειδή τόλμησε να ασκήσει δημόσια κριτική σε μία υπουργό· και η ανοιχτή απειλή του Τραμπ να φυλακίσει τον κυβερνήτη της Καλιφόρνιας, Γκάβιν Νιούσομ. Προσθέστε σε αυτά τους στοχευμένους δολοφονικούς πυροβολισμούς στη Μινεσότα, με θύμα μια Δημοκρατική βουλευτή και τραυματίες άλλους αξιωματούχους. Πρόκειται για σαφή σημάδια αυταρχικής μετάβασης: στρατιωτικοποίηση, φίμωση της ελεύθερης έκφρασης, στοχοποίηση εκλεγμένων αξιωματούχων, ένοπλη πολιτική βία. Είναι τα ίδια μοτίβα που εμφανίζονται όταν μια φιλελεύθερη δημοκρατία εισέρχεται σε φάση αποσύνθεσης.

Αν λοιπόν η Αμερική διανύει τη δική της τριπλή μετάβαση –από τον φιλελευθερισμό στον αυταρχισμό, με ενδιάμεσο σταθμό τον λαϊκισμό– τότε η Βενεζουέλα δεν είναι πια η εξαίρεση. Είναι η προειδοποίηση.

*Ο κ. Τάκης Σ. Παππάς είναι πολιτικός επιστήμων και συγγραφέας. Ετοιμάζει βιβλίο για τη δημοκρατία στην εποχή Τραμπ.

comment-below Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή

Editor’s Pick

ΤΙ ΔΙΑΒΑΖΟΥΝ ΟΙ ΣΥΝΔΡΟΜΗΤΕΣ

MHT