Ο Τζιμ, ο Τόφαλος και ο Βενιζέλος

2' 6" χρόνος ανάγνωσης

Βενιαμίν οικογενείας με δεκατρία παιδιά απ’ το Κουτσοπόδι Αργολίδας, το βοσκόπουλο Χρηστάκης Θεοφίλου, με τη μάνα στα όνειρά της να τον βλέπει παπά. Κρατώντας εισιτήριο τη φτώχεια, βρέθηκε στην Αμερική. Κέρδιζε τα προς το ζην ως αχθοφόρος, οικοδόμος, ακροβάτης σε τσίρκο, αλλά και μοντέλο για ζωγράφους. Ηταν πανέμορφος. Η θεία πρόνοια είχε σπουδαία σχέδια για το ελληνόπουλο. Με προίκα την εκπληκτική σωματική διάπλαση και δύναμη, μαζί ευλυγισία και ευφυΐα, διέβη την πόρτα φημισμένου γυμναστηρίου της (πολύ) ελευθέρας πάλης. Κατς όπως το ξέρουμε, αυτού του δημοφιλούς, θεαματικού αγωνίσματος που είναι να απορείς γιατί δεν έχει ενταχθεί ακόμη στο πρόγραμμα των Ολυμπιακών Αγώνων· οι ΗΠΑ ίσως χρειαστεί να πιέσουν προς αυτό.

Ο Χρήστος ήταν φαινόμενο. Οταν, επαγγελματίας πια, κατενίκησε και το αποφώλιον τέρας του είδους, τον «στραγγαλιστή Λιούις», ο ακριβολόγος Τύπος στις ΗΠΑ έγραψε για τον τυφώνα από την Ελλάδα, τον απόγονο του Ηρακλή, που γέμιζε τα στάδια αφήνοντας εκστατικά τα πλήθη.

Το πατριωτάκι βαφτίσθηκε Τζιμ Λόντος και κατέστη χρυσοτόκο προϊόν. Περιόδευε σε πόλεις και ηπείρους, φεύγοντας από παντού νικητής. Αθανατίστηκε για την ατραξιόν του, το «αεροπλανικό» κόλπο. Σήκωνε αστραπιαία αντιπάλους των 150 κιλών πάνω από το κεφάλι του σαν να ήταν κούκλες, τους στριφογύριζε, τους προσγείωνε στο καναβάτσο «κι άντε γεια…». Σαν σήμερα, Ιούνιο του 1930, ο Χρήστος – Τζιμ στέφθηκε παγκόσμιος πρωταθλητής.

O γιγαντόσωμος, τρυφερόκαρδος Πατρινός Δημήτρης Τόφαλος, θριαμβευτής της άρσης βαρών στη μεσολυμπιάδα της Αθήνας (1906), καταγράφοντας το ασύλληπτο για την εποχή ρεκόρ 142,5 κιλών, χρίσθηκε Ατλας της μετα-μυθολογίας μας. Μετανάστευσε και αυτός στην Αμερική, έγινε παλαιστής μετρίας αποδοχής, κι όταν αφυπηρέτησε από τα ρινγκ ασχολήθηκε με τη μεγάλη του αγάπη, το τραγούδι. Εξαιρετικός τενόρος. Εγινε παράλληλα δεύτερος πατέρας του Τζιμ και μάνατζέρ του. Στάθηκε πλάι του όταν ο Λόντος το 1928 συστήθηκε στο κοινό της πατρίδας, δίνοντας διεθνή αγώνα, υπό την αιγίδα του υπ. Παιδείας και του δημάρχου, στο Παναθηναϊκό Στάδιο, το οποίο αποδείχθηκε πολύ μικρό για τη λαϊκή πλημμυρίδα. Επέστρεψε το 1933 δαμάζοντας μια δίποδη αρκούδα, τον Ρωσοπολωνό Κόλα Κοβριάνι, κάνοντας περήφανους όλους τους Ελληνες. Ο μέγας Βαμβακάρης έγραψε τραγουδώντας τη νίκη του:

«Πάρ’ την αιμοβορία σου και τράβα στην πατρίδα σου, αγαπητέ Κοβριάνι, που σ’ έστειλε ο Λόντος μας σε μακρινό σιργιάνι…».

Είχε προηγηθεί ακόμη μεγαλύτερη τιμή. Ο πρωθυπουργός Ελευθέριος Βενιζέλος υποδέχθηκε τον Λόντο και τον φύλακα άγγελό του Τόφαλο στο γραφείο του (υπάρχει φωτογραφία-ντοκουμέντο).

«Καλά που έχουμε και εσένα κι αναπτερώνεις το ηθικό του ελληνισμού σε χρόνους δίσεκτους», είπε στον κατσέρ της καρδιάς όλων, εξυψώνοντάς τον, με διπλωματική μαεστρία, σε πρότυπο.

Ο μετέπειτα εθνάρχης γεφύρωσε με αυτή τη φράση –φευγαλέα– βενιζελικούς και μοναρχικούς. Ο Τόφαλος, συγκινημένος, δάκρυσε.

comment-below Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή

Editor’s Pick

ΤΙ ΔΙΑΒΑΖΟΥΝ ΟΙ ΣΥΝΔΡΟΜΗΤΕΣ

MHT