Τον γνωρίσαμε μέσω του πατρός Αλεξάνδρου Δουμά και του βιβλίου «Οι τρεις σωματοφύλακες». Ο Δουμάς τον έντυσε δολερό, με κακούργα καρδιά, κάνοντας τη συντριπτική πλειονότητα των εφήβων αναγνωστών να τον μισήσει· κάποιοι, λίγοι, ωριμάζοντας με τα χρόνια, ανασκεύασαν την παρθενική τους εκτίμηση.
Ο Αρμάν-Ζαν ντυ Πλεσί, δούκας του Ρισελιέ, παιδί με έμφυτη κλίση στη φιλοσοφία και στην ενδοσκόπηση, αποφάσισε ωστόσο να γίνει στρατιωτικός. Ελα όμως που για λόγους «ανωτέρας οικογενειακής βίας», μορφάζοντας στράφηκε στην ιεροσύνη. Ατομο δαιμονικής οξυδέρκειας, με καλπάζουσα φιλοδοξία, ευέλικτος και δεινός λογάς, έδειξε εξαρχής ότι ήταν καμωμένος να γράψει Ιστορία.
Η διεφθαρμένη βασιλομήτωρ Μαρία των Μεδίκων, η οποία ηγεμόνευε εις το όνομα του ανήλικου γιου της, εκτίμησε –στη συνέχεια τον σιχάθηκε– με την πρώτη ματιά τα προσόντα του νεαρού επισκόπου Ρισελιέ· ήταν και οι δύο τόσο εραστές γραμμάτων και τεχνών όσο και αδίστακτοι. Οταν ο Λουδοβίκος ΙΓ΄ ανέβηκε στον θρόνο, μετά πόνου η μάνα κατάλαβε ότι ήταν «αβράκωτος» για τον ρόλο. Αλλά και το ένστικτο επιβίωσης του βασιλιά δεν λάθεψε. Η μάνα του τον υπονόμευε. Υστερα από απανωτά μεταξύ τους θερμά επεισόδια, ο Ρισελιέ τους συμφιλίωσε και, ω του θαύματος, έγινε καρδινάλιος κι αμέσως μετά πρωθυπουργός κι αμέσως μετά ο πιο ισχυρός άνθρωπος της Γαλλίας. Ο Λουδοβίκος ΙΓ΄ απλώς βασίλευε κι έχοντας σίγουρο το κεφάλι του έδωσε στον Ρισελιέ λευκή επιταγή να εφαρμόσει –όχι εντός 100 ημερών– το πρόγραμμά του. Ο Ρισελιέ, θέτοντας την πνευματική αποστολή του καρδιναλίου παρά πόδα, αρίστευσε.
Κατήργησε προνόμια ευγενών, δυνάμει σφετεριστών του θρόνου, χωρίς δυστυχώς να αποφύγει αναγκαίες καρατομήσεις. Ο ίδιος έπαιρνε όρκο ότι οι βασιλείς είναι διαπιστευμένοι από τον Θεό.
Τσάκισε τους εγχώριους Ουγενότους, στερώντας τους πολιτικά και στρατιωτικά δικαιώματα. Προχώρησε μόνο σε λελογισμένες καρατομήσεις.
Μεσούντος του φοβερού Τριακονταετούς Πολέμου, με δολοπλοκίες και απρόβλεπτες συμμαχίες, άξιες να διδάσκονται σε σεμινάρια ανίερης διπλωματίας, ψαλίδισε ποικιλοτρόπως την ισχύ των γειτόνων Αψβούργων. Το κύρος της Γαλλίας άνθησε στο εξωτερικό. Στο εσωτερικό, η αβάσταχτη φορολογία εξαθλίωσε τα κατώτερα στρώματα, κυρίως στις επαρχίες. Εγιναν εξεγέρσεις, που κατεπνίγησαν με σωρηδόν καρατομήσεις.
Ο οραματιστής Ρισελιέ, δρώντας πάντα για το καλό τού «ναι σε όλα» Λουδοβίκου ΙΓ΄, θέσπισε σώμα ορκωτών λογοκριτών και ίδρυσε υπό απόλυτη μυστικότητα, αυξάνοντας διαρκώς τις θέσεις απασχόλησης, δίκτυο κατασκόπων με παραρτήματα σε όλη τη χώρα, στελεχωμένο από καλά αμειβόμενους. Οι κατάσκοποι έδιναν αναφορές ακόμη και για το ποιοι δεν προσεύχονταν επαρκώς (σ.σ: που λέει ο λόγος). Κάνοντας ένα διάλειμμα, ο Ρισελιέ ίδρυσε τη Γαλλική Ακαδημία.
Φιλάσθενος εκ γενετής, έχοντας επιβιώσει θαυματουργώς από συχνές απόπειρες δολοφονίας, έκλεισε τα μάτια, αφήνοντας τη Γαλλία πιο μεγάλη, ετών 57, το έτος 1642, μισούμενος καθολικώς, στερώντας από το ποίμνιο τις διαμεσολαβητικές προσευχές του.

