Μπορεί και να μην είναι τυχαίο που ο όρος statesman δεν υπάρχει στα ελληνικά. Μπορεί να ήταν δύσκολο να ευδοκιμήσει η έννοια σε ένα περιβάλλον όπου δεν υπάρχει συνέχεια του κράτους – όπου οι λειτουργοί της πολιτείας είτε υποκύπτουν στην υπαλληλική αφασία είτε διαποτίζονται και οι ίδιοι από την ένταση της αέναης πόλωσης, καταλήγοντας πολιτικοί παράγοντες ανίκανοι να ενσαρκώσουν κάποια «κρατική ιδεολογία».
Μέσα σε αυτό το πολιτικό και θεσμικό περιβάλλον, ο Πέτρος Μολυβιάτης ήταν εξαίρεση. Είχε ζήσει την περιπέτεια της μεταπολεμικής Ελλάδας από την αρχή της και τις ελληνοτουρκικές διαφορές στο Αιγαίο από τη γέννησή τους. Η θέα της Ιστορίας που απέκτησε, καθώς υπηρετούσε σε θέσεις που μπορούσε να τη διαμορφώσει, τον είχε εξοπλίσει με μια άλλη αντίληψη του χρόνου – με ένα μακροσκοπικό βλέμμα που υπερέβαινε κατά πολύ τον ορίζοντα της τρέχουσας πολιτικής.
Σήμερα θα μπορούσε κανείς να αποτιμήσει τον ρόλο του δίπλα στον Κωνσταντίνο Καραμανλή ως απόδειξη ότι ακόμη και η πιο στιβαρή –συγκεντρωτική– ηγεσία δεν μπορεί να τελεσφορήσει αν δεν έχει επιστρατεύσει ικανά στελέχη. Αν δεν λειτουργεί και λίγο ως συνεταιρισμός ταλέντων.
Η εξωτερική πολιτική της μεγάλης –και αθέατης– διάρκειας.
Το πρωτότυπο στην περίπτωση του Μολυβιάτη ήταν ότι η δραστηριοποίησή του στην κεντρική πολιτική σκηνή ήρθε μάλλον στη δύση της σκιώδους σταδιοδρομίας του. Ανέλαβε το υπουργείο Εξωτερικών στα 75 του, κομίζοντας πεντηκονταετή διπλωματική και πολιτική πείρα, ως πρέσβης αλλά και ως επιτελής του Καραμανλή. Σε αυτή την ηλικία, και με αυτή την προϊστορία, έχει μάθει κανείς προπαντός να αποφεύγει το ρίσκο. Εχει μάθει να αφήνεται στον χρόνο. Με αυτή τη στωικότητα, η Αθήνα επί των ημερών του Μολυβιάτη παρακολούθησε τη Λευκωσία να απορρίπτει το σχέδιο Ανάν, λίγους μήνες μετά την ένταξη της Κύπρου στην Ευρωπαϊκή Ενωση. «Δεν υπάρχουν τελευταίες ευκαιρίες», έλεγε τότε, ως καθησυχαστικός υποβολέας από την καταπακτή της Ιστορίας, ο Ελληνας υπουργός Εξωτερικών. «Η ζωή συνεχίζεται. Η ζωή προσφέρει πάντοτε δυνατότητες και ευκαιρίες».
Αυτή η στάση, της παράδοσης στον αθέατο ορίζοντα ενός μέλλοντος, περιέργως, δεν ταυτιζόταν με τη στάση που ο ίδιος ο Μολυβιάτης απέδιδε στον (πρεσβύτερο) Καραμανλή. Σύμφωνα με τον πρέσβη, ο πρωθυπουργός που υπηρέτησε είχε «στόχο της ζωής του» να εξομαλύνει τις ελληνοτουρκικές σχέσεις και ήταν «μια από τις μεγαλύτερες απογοητεύσεις της ζωής του» το ότι δεν το κατάφερε. Δεν πίστευε δηλαδή ότι οι σχέσεις αυτές ήταν ασφαλέστερες στον καταψύκτη κάποιου πανδαμάτορος ιστορικού ντετερμινισμού.
Για το ύφος πάντως και το ήθος της εξωτερικής πολιτικής, ο Μολυβιάτης θα εξακολουθεί να αποτελεί μέτρο. Αν το ένα ημισφαίριο του «εγκεφάλου» της διπλωματίας είναι η τόλμη και η φαντασία με την οποία αλλάζει ενίοτε το εθνικό πεπρωμένο, το άλλο ημισφαίριο είναι ο συντηρητικός ρεαλισμός. Και ο εκλιπών τον διέθετε υποδειγματικά.

