Στο ντιβάνι του Μεφιστοφελή

2' 48" χρόνος ανάγνωσης

«Γιατί τετέλεσται; Τετέλεσται και τίποτα, η πλήρης αρμονία. Αιώνια να δημιουργούμε, σε τι μας βοηθάει,/ Οταν το δημιούργημα στο τίποτα θα πάει;» λέει ο Μεφιστοφελής στην τελευταία πράξη του «Φάουστ» του Γκαίτε (μτφρ. Πέτρος Μάρκαρης). Και μπορεί το περιβάλλον των συμφραζομένων να είναι διαφορετικό, όμως το εσχατολογικό και σαρκαστικό σχόλιο, από μόνο του, έχει και κάτι απελευθερωτικό, σε χρόνο παρόντα. Χωρίς να αποθεώνει τον θάνατο, συμφιλιώνει με τη ζωή· του καθενός, για τον καθένα, βοηθώντας να επανεξετάσουμε αδάμαστες επιθυμίες.

Κατά μία ερμηνεία, το όνομα Φάουστ προέρχεται από το λατινικό Faustus που σημαίνει τυχερός (πιθανή η συγγένεια με την αρχαιοελληνική λέξη φάος – φως). Ο Μεφιστοφελής, ως έκπτωτος άγγελος, ακόλουθος του Διαβόλου, αντλεί το όνομά του από το Μη-φωτο-φίλης (αυτός που δεν αγαπάει το φως). Το αλληλοσυμπληρούμενο αυτό ζεύγος (του εαυτού με τη σκιά του) οδηγεί, σύμφωνα με τα ψυχαναλυτικά εργαλεία, «στις ατραπούς της ενδοσκόπησης και στην κατάκτηση της αυτογνωσίας».

«Ατραπούς» που ακολούθησε και ο Αρης Μπινιάρης στον «Φάουστ» που παρουσιάζει στο Εθνικό Θέατρο. Το κείμενο –διασκευή του σκηνοθέτη– βασίστηκε στο έργο του Γκαίτε (μτφρ. Ι. Ν. Θεοδωρακόπουλου) με αποσπάσματα από το έργο «Δρ Φάουστους» του Μάρλοου, τη «Ζυστίν» του Μαρκησίου ντε Σαντ, το «Μια εποχή στην κόλαση» του Ρεμπό.

Στη δική του εκδοχή του «Φάουστ», ο Αρης Μπινιάρης ξορκίζει τους δαίμονες χωρίς να τους ακυρώνει, φωτίζει το έλλειμμα χωρίς να το διογκώνει.

Η ευφυής σύλληψη και εκτέλεση εκκινεί από μια αλληγορία (ο Φάουστ στο ντιβάνι του ψυχαναλυτή/Μεφιστοφελή) για να ανοιχτεί σε ένα θεατρικό σύμπαν όπου κυριαρχούν η μουσική, η όρχηση, το διονυσιακό στοιχείο, η «σωματικότητα», η μέθεξη πνεύματος και ψυχής, σάρκας και ηδονής, μια διαρκής σύγκρουση ανάμεσα στα «θέλω» και στις απαγορεύσεις. Μια παράσταση εκτελεσμένη με ακρίβεια, ένταση (όχι μόνο στη διαρκή κίνηση των 16 ερμηνευτών αλλά και εσωτερική), που αναδεικνύει την αρχετυπική διαπάλη με φαντασία, χιούμορ και τόλμη.

Τίποτα δεν είναι απλό· η γεμάτη απωθημένα ζωή μετατρέπει σε διαρκή απειλή το ανεπίτρεπτο. «Ολα μέσα μου είναι σκόνη, όλα μέσα μου στενεύουν», είναι οι πρώτες φράσεις που εκστομίζει, από το ντιβάνι, ο ψυχαναλυόμενος Φάουστ. Στον αλλόκοτο θίασο του μυαλού του και μέχρι η εξιδανίκευση να αφυδατωθεί και η ζωή να πάρει τον δρόμο της, με τον έρωτα ως καταλύτη, παρελαύνουν οι καθηλωτικοί φόβοι αλλά και οι διαστροφές, η τιμωρία (Ιερά Εξέταση), η κόλαση του πόθου, οι στρεβλώσεις που αναποδογυρίζουν την όποια απόπειρα ισορροπίας.

Στη δική του εκδοχή του «Φάουστ», ο Αρης Μπινιάρης ξορκίζει το «κακό» χωρίς να το ακυρώνει, φωτίζει το έλλειμμα χωρίς να το διογκώνει. Πατώντας πάνω στις αρχικές καταβολές του μύθου του Φάουστ (του 16ου αιώνα), των δεισιδαιμονιών αλλά και της επιστήμης και της αναζήτησης της γνώσης και της αλήθειας, δημιουργεί ένα τοπίο βακχικό και την ίδια στιγμή αποκαλυπτικό. Οι εικόνες και οι σκηνές δεν είναι μόνο παράγωγα της ψυχαναλυτικής διαδικασίας αλλά και της αγωνιώδους προσπάθειας για λύτρωση. Το δίλημμα ενός ανθρώπου παγιδευμένου σε δύο κόσμους. Ο δρ Φάουστους του Κρίστοφερ Μάρλοου προκαλεί το άπειρο: επιδιώκει να ελέγξει ένα διάστημα και μια διάσταση που δεν του ανήκουν. Στην παράσταση γίνεται σαφές ότι ο Μεφιστοφελής δεν εξαπατά τον Φάουστ, αντιθέτως τον ελευθερώνει από επιθυμίες, φόβους και αδιέξοδα που υπήρχαν ήδη μέσα του.

Θα επιστρέψει, μετά τη λαβυρινθώδη περιδίνησή του, στο ντιβάνι. Διαφορετικός ή ο ίδιος αλλά πιο συμφιλιωμένος με τους δαίμονές του; «Παν το θνητόν/ Σύμβολα στρώνει/ και το φθαρτόν/ Εδώ μεστώνει./ Το μη εφικτόν/ Εδώ θα γίνει (…)». Με αυτούς τους στίχους το βιβλίο κάνει το δικό του φινάλε.

comment-below Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή

Editor’s Pick

ΤΙ ΔΙΑΒΑΖΟΥΝ ΟΙ ΣΥΝΔΡΟΜΗΤΕΣ

MHT