Τη δόνηση στο αντισυστημικό τόξο την είδαμε. Σε όλες τις δημοσιευμένες μετρήσεις ενισχύεται σημαντικά το μικρότερο αντισυστημικό κόμμα της Βουλής, που, παρότι μονοπρόσωπο, καταφέρνει να καθορίσει το ύφος της αντιπολίτευσης των Τεμπών. Δεν χρειάζεται να πιστέψει κανείς ότι η ενίσχυση αυτή το έχει φέρει ήδη στη δεύτερη θέση. Δεν χρειάζεται να ακούσει τους δημοσκοπικούς ψιθύρους των μετρητών που σχεδόν δεν πιστεύουν τα σήματα που συλλαμβάνουν. Αρκεί να θυμηθεί την εικόνα του πλήθους των Τεμπών για να αναρωτηθεί για το κενό: Εντάξει, ο πυρήνας που ήθελε να καούν οι θεσμοί και να απαγχονιστούν όλοι οι φορείς τους ως εγκληματίες, βρήκε το κομματικό του όχημα. Η μεγάλη πλειονότητα, όμως, των σχεδόν σιωπηλών διαδηλωτών που κατέβηκαν ίσως και για πρώτη φορά στον δρόμο; Πού κατευθύνονται πολιτικά αυτοί που –έχοντας διαδηλώσει κρατώντας όχι κρεμάλες αλλά τα παιδιά τους από το χέρι– δηλώνουν ότι αποδοκιμάζουν την κυβέρνηση;
Το ρεύμα των Τεμπών δεν είναι ένα. Είναι, χονδρικά, δύο: Εκείνο που θέλει λαϊκά δικαστήρια και δεν πιστεύει πια στο «σύστημα»· και το άλλο, που ζητάει από το σύστημα να εκπληρώσει την επαγγελία του για μια κανονική ευρωπαϊκή χώρα. Για μια χώρα όπου θα μπορείς να μετακινείσαι άνετα και γρήγορα με το τρένο από την Αθήνα στη Θεσσαλονίκη, χωρίς να χρειάζεται να σκέφτεσαι τι είναι αυτό που πας να κάνεις.
Οι δημοσκοπήσεις μέχρι στιγμής φαίνεται ότι συλλαμβάνουν τον ρουν μόνο του πρώτου, αντισυστημικού, υπο-ρεύματος. Το άλλο όμως; Πού πήγε; Με όρους κομματικής γεωγραφίας, μπορεί κανείς να το ρωτήσει κι έτσι: Οταν η Ν.Δ. διολισθαίνει και, ταυτόχρονα, έχει εξαϋλωθεί ο ΣΥΡΙΖΑ, γιατί δεν ενισχύεται το ΠΑΣΟΚ; Γιατί το κόμμα που είχε καταφέρει να βρεθεί έπειτα από δεκατρία χρόνια ξανά στην –εικαζόμενη δημοσκοπικά– δεύτερη θέση, δεν μπορεί να πείσει τους δυσαρεστημένους ότι είναιη διέξοδος στη δυσαρέσκειά τους;
Η εύκολη απάντηση είναι ότι τα γκάλοπ που βλέπουμε τώρα είναι σαν καρδιογράφημα μετά το σπριντ: Το φούσκωμα της Ζωής είναι σύμπτωμα βρασμού, που το πιθανότερο είναι ότι θα υποχωρήσει. Το ξεφούσκωμα του ΠΑΣΟΚ, όμως, τι είναι;
Γιατί ενώ πέφτει η Ν.Δ. και ο ΣΥΡΙΖΑ έχει εξαϋλωθεί, δεν κερδίζει το ΠΑΣΟΚ;
Ο Νίκος Ανδρουλάκης κατηγορείται ότι προσπάθησε να παίξει στο γήπεδο όπου η ομάδα του χάνει: το ΠΑΣΟΚ δεν μπορεί να είναι ανταγωνιστικό στον στίβο της διαμαρτυρίας. Το ζήτημα είναι πώς διεκδικεί να είναι ανταγωνιστικό στον στίβο της περιλάλητης «κυβερνησιμότητας».
Ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ κάνει απόπειρες να εμπλουτίσει το παραπονιάρικο ρεπερτόριό του με προγραμματικές νότες. Ομως, δεν έχει (ακόμη) περιγράψει μια κυβερνητική λύση που μπορεί να τον περιλαμβάνει – παρά μόνο στο μυθικό σενάριο αυτοδυναμίας του. Πολιτεύεται έτσι σαν να διεκδικεί όχι να είναι στην επόμενη κυβέρνηση. Αλλά να είναι η επόμενη αξιωματική αντιπολίτευση.
Προτείνει ένα ΠΑΣΟΚ που δεν μπορεί να συμπολιτευθεί με κανέναν, αλλά μπορεί να τους αντιπολιτεύεται όλους. Αυτό δεν είναι «αυτονομία». Είναι παρωπιδικός απομονωτισμός.

