Για αρχή, την προσωπική του σωτηρία. Πρόσφατα, σε μια αξιοσημείωτη στιγμή ειλικρίνειας στο Μαϊάμι Μπιτς, ο πρόεδρος Τραμπ παραδέχθηκε ότι η προεδρική του εκστρατεία ήταν πρωτίστως ένας αγώνας για την αποφυγή φυλάκισης που θα του είχε κάνει τη ζωή «εξαιρετικά δύσκολη». Πράγματι, η νίκη του οδήγησε στη διακοπή τεσσάρων σοβαρών ποινικών υποθέσεων, συμπεριλαμβανομένων του ρόλου του στην εξέγερση της 6ης Ιανουαρίου 2021 και της κακοδιαχείρισης διαβαθμισμένων εγγράφων. Εφόσον απέφυγε τις δίκες και επανήλθε στην προεδρία, τι είδους εξουσία θέλει να ασκήσει;
Ο Τραμπ αντιπροσωπεύει τον αρχετυπικό λαϊκιστή ηγέτη της εποχής μας. Παρότι εξελέγη δημοκρατικά, απορρίπτει συστηματικά τους περιορισμούς του φιλελεύθερου δημοκρατικού συστήματος, επιδιώκοντας να κυβερνά μέσω της άμεσης σύνδεσής του με τη λαϊκή βάση. Το κίνημα «Make America Great Again» (MAGA), με τον Τραμπ ως αδιαμφισβήτητο ηγέτη του, έχει εξελιχθεί σε μια πανίσχυρη πολιτική δύναμη που παρακάμπτει (ή, απλά, κάμπτει) τους δημοκρατικούς θεσμούς, τους οποίους αντιμετωπίζει ως εμπόδια στην πολιτική του κυριαρχία. Οι θεσμοί για εκείνον δεν είναι μηχανισμοί διατήρησης της δημοκρατίας, αλλά εμπόδια που πρέπει να ξεπεραστούν προκειμένου να συνεχιστεί η δική του πολιτική κυριαρχία. Η αμφισβήτηση του κράτους δικαίου και η συστηματική υπονόμευση των μηχανισμών ελέγχου και ισορροπίας της εξουσίας δεν είναι απλά «αστοχίες»· είναι κεντρικό στοιχείο της πολιτικής του.
Μέχρις εδώ ο Τραμπ δεν διαφέρει από άλλους λαϊκιστές ηγέτες που τις τελευταίες δεκαετίες εμφανίστηκαν σε πολλές φιλελεύθερες δημοκρατίες, της δικής μας μη εξαιρουμένης. Εκείνο που διαφοροποιεί τον Τραμπ από άλλους λαϊκιστές είναι η θέση του ως ηγέτη της ισχυρότερης χώρας στον κόσμο. Αυτό το γεγονός έχει διττή επίδραση. Αφενός, ο λαϊκισμός του λειτουργεί ως πρότυπο για άλλους ηγέτες, δημιουργώντας ένα κύμα μιμητών σε παγκόσμιο επίπεδο. Αφετέρου, η πολιτική «America First» δεν προάγει τον απομονωτισμό, όπως πιστεύουν ορισμένοι, αλλά προωθεί μια πιο επιθετική μορφή αμερικανικής κυριαρχίας στη διεθνή σκηνή, απορρίπτοντας τις παραδοσιακές συμμαχίες και τους διεθνείς θεσμούς προς όφελος μιας μονομερούς άσκησης εξουσίας με έντονη τη διάθεση ενός αμερικανικού νεο-ιμπεριαλισμού. Ο συνδυασμός αυτών των τριών στοιχείων –η προσωποκεντρική ηγεσία του, η θεσμική απορρύθμιση και η επιθετική εξωτερική πολιτική– διαμορφώνει έναν λαϊκισμό με πρωτοφανείς συνέπειες για την αμερικανική δημοκρατία και τη διεθνή τάξη. Ο Τραμπ δεν είναι μόνο ένας τυπικός λαϊκιστής που ανατρέπει το εσωτερικό σύστημα προς όφελος των «απλών ανθρώπων»· είναι ταυτόχρονα ένας ηγέτης που επανεπινοεί την αμερικανική αυτοκρατορική ισχύ με τρόπο που αποδυναμώνει τις δημοκρατικές δομές τόσο στο εσωτερικό όσο και στο εξωτερικό.
Για την εξυπηρέτηση των στόχων του, ο Τραμπ έχει οικοδομήσει δύο κρίσιμες συμμαχίες. Η πρώτη περιλαμβάνει προσωπικότητες της ριζοσπαστικής ιδεολογικής Δεξιάς, που διαμορφώνουν τη θεωρητική βάση του τραμπισμού και προσπαθούν να τον μετατρέψουν σε μια συνεκτική πολιτική ιδεολογία με μακροπρόθεσμη επιρροή. Εδώ ανήκουν προσωπικότητες όπως ο Στιβ Μπάνον, κύριος θεωρητικός του τραμπικού λαϊκισμού και συνδετικός κρίκος με την ευρωπαϊκή άκρα Δεξιά, ο Τάκερ Κάρλσον, ηγετική φιγούρα της αντι-ελίτ δεξιάς κουλτούρας, ο Στίβεν Μίλερ, αρχιτέκτονας της σκληρής αντιμεταναστευτικής πολιτικής και των μαζικών απελάσεων, ο Πίτερ Ναβάρο, φανατικός υπέρμαχος ενός άκαμπτου οικονομικού εθνικισμού, ιδίως απέναντι στην Κίνα, και βέβαια ο αντιπρόεδρος Τζέι Ντι Βανς που φαίνεται να εξελίσσεται σε ένα είδος «διανοουμένου» της νεοτραμπικής Δεξιάς, με έμφαση στην αντιμετώπιση των παραδοσιακών ελίτ και της παγκοσμιοποίησης.
Για την εξυπηρέτηση των στόχων του έχει οικοδομήσει δύο κρίσιμες συμμαχίες. Η πρώτη αποτελείται από προσωπικότητες της ριζοσπαστικής ιδεολογικής Δεξιάς και η δεύτερη από μια νέα τεχνολογική ελίτ.
Η δεύτερη συμμαχία αποτελείται από μια νέα τεχνολογική ελίτ που συνδέεται με τον τραμπικό λαϊκισμό μέσω κοινών στόχων: αντιπαλότητα προς τις παραδοσιακές πολιτικές ελίτ και το οικονομικό κατεστημένο της Wall Street, δυσπιστία προς τις ρυθμιστικές αρχές της φιλελεύθερης δημοκρατίας και ένα φουτουριστικό όραμα για την Αμερική του μέλλοντος, όπου η τεχνολογία θα καταλύσει τις παραδοσιακές δομές εξουσίας, αντικαθιστώντας τες με νέα συστήματα βασισμένα στην τεχνολογική υπεροχή. Συμμετέχουν εμβληματικές προσωπικότητες όπως ο Πίτερ Τιλ, που θεωρεί το κράτος εμπόδιο στην αμερικανική υπεροχή και στηρίζει την ιδέα ενός τεχνοκρατικού εθνικισμού, ο Ελον Μασκ, ο οποίος ενδιαφέρεται να χρησιμοποιήσει την πολιτική εξουσία για να πραγματοποιήσει τα προκλητικά του οράματα για διαστημική εξερεύνηση και τεχνολογική καινοτομία, ο Μαρκ Αντριεσεν, άλλος προφήτης του καινοτόμου τεχνο-εθνικισμού.
Παρά τις φαινομενικές αντιφάσεις μεταξύ των δύο ομάδων –η μία επιδιώκει την επιστροφή σε μια «καθαρή» Αμερική, ενώ η άλλη οραματίζεται ένα μετα-ανθρώπινο, τεχνολογικά προηγμένο μέλλον– συγκλίνουν στην απόρριψη του μοντέλου της φιλελεύθερης δημοκρατίας. Ο λαϊκιστής Τραμπ τις ενώνει μέσω της αντι-θεσμικής του προσέγγισης και της απόρριψης κάθε περιορισμού στην εξουσία του, είτε προέρχεται από τη γραφειοκρατία, είτε από διεθνείς οργανισμούς, είτε από βασικές κοινωνικές συμβάσεις.
Το κρίσιμο ερώτημα είναι αν αυτή η συμμαχία προαναγγέλλει ένα νέο είδος πολιτειακού συστήματος. Η σύζευξη εθνικιστικού λαϊκισμού και τεχνολογικού φουτουρισμού θα μπορούσε να οδηγήσει σε μια επικίνδυνη μορφή τεχνο-ολοκληρωτισμού, όπου οι δημοκρατικοί θεσμοί δεν απειλούνται μόνο από τον λαϊκισμό, αλλά και από την τεχνολογική διάβρωση των θεμελιωδών αρχών τους. Πρόκειται για εξέλιξη που θα μετασχηματίσει ριζικά όχι μόνο την αμερικανική δημοκρατία, αλλά και ολόκληρη την παγκόσμια τάξη.
*Ο κ. Τάκης Σ. Παππάς είναι πολιτικός επιστήμονας και συγγραφέας.

