Η κάλπη αυτή δεν είχε νικητές. Η Εναλλακτική για τη Γερμανία πέρασε τον φράχτη. Η Αλις Βάιντελ μπορεί να αισθάνεται ότι αποδαιμονοποίησε το κόμμα της τόσο, ώστε να σπάσει για πρώτη φορά στα μεταπολεμικά χρονικά της γερμανικής δημοκρατίας την κυριαρχία του παλαιού δικομματισμού. Μπορεί να αισθάνεται δικαιωμένη επειδή τα προγράμματα των άλλων κομμάτων και το ύφος της προεκλογικής αντιπαράθεσης προσαρμόστηκαν στη δική της ορμή. Ακόμη και η ενίσχυση του κόμματος της Αριστεράς μπορεί να εξηγηθεί σαν αντίδραση στην Εναλλακτική.
Τα κέρδη, όμως, της Βάιντελ δεν είναι η νίκη που προσδοκούσε. Η επίδοσή της, παρά τον διπλασιασμό της δύναμής της, δεν την κατοχυρώνει ως κυβερνητικό εταίρο εν αναμονή – ως τον ρυθμιστικό παράγοντα που μέλλει να επιβληθεί στον επόμενο εκλογικό κύκλο.

Η εκπλήρωση ή όχι αυτής της προσδοκίας –για οριστική ανατροπή του συστήματος– θα εξαρτηθεί από τη δυνατότητα των κομμάτων του παραδοσιακού Κέντρου να επανεπινοήσουν τον εαυτό τους. Θα εξαρτηθεί πρωτίστως από την ικανότητα του Μερτς να μην αφήσει τον χρόνο να κυλήσει σε ατέρμονες διαπραγματεύσεις για τους αστερίσκους μιας προγραμματικής συμφωνίας. Να μην ολισθήσει και ο ίδιος σε ένα στυλ διακυβέρνησης που θα προσομοιάζει στη μερκελική βραδύτητα του «βήμα προς βήμα».
Μπορεί το παλαιό σύστημα να τρέξει πιο γρήγορα από τη φθορά του;
Αυτό το στυλ, της μακράς διαβούλευσης και των εύθραυστων συναινέσεων, δεν είναι μόνο ακατάλληλο για το περιβάλλον των ταυτόχρονων κρίσεων μέσα στο οποίο θα κληθεί να κυβερνήσει ο Μερτς. Προσλαμβάνεται κιόλας από τους πολίτες ως διαρκές βραχυκύκλωμα του συστήματος – ως ένδειξη της παράλυσής του, την ώρα που οι δυνάμεις αμφισβήτησής του εκπέμπουν κτηνώδη αυτοπεποίθηση ότι μπορούν να «σκίσουν» όλα τα προβλήματα σε μία ημέρα.
Η γερμανική κοινωνία κυκλώνεται από νέφη εσωτερικής και εξωτερικής ανασφάλειας. Εσωτερικά, είναι μια χώρα παρωχημένων υποδομών, υπερ-γραφειοκρατικών υπηρεσιών, που κινδυνεύει να χάσει τον εξαγωγικό δυναμισμό της. Εξωτερικά, το γεωπολιτικό κενό που αφήνουν οι ΗΠΑ την υποχρεώνει να ξαναμετρήσει το μπόι της και να ξοδέψει γενναία για την άμυνά της. (Δεν είναι αντιφατικό: Ξοδεύοντας για την άμυνα, θα τονώσει ταυτόχρονα και τη βιομηχανία της.)
Για να παραμείνει η γερμανική δημοκρατία ένα σύστημα που κυβερνάται από το Κέντρο, πρέπει το Κέντρο να πάψει να είναι ο πόλος των ίσων αποστάσεων, που τον ετεροκαθορίζει πάντα η αποστασιοποίησή του από τα άκρα. Αυτή η αμυντική στάση ήταν ίσως αρκετή μέχρι και την πρώτη δεκαετία του 21ου αιώνα. Τώρα, ο Μερτς και οι ηττημένοι εταίροι του, που θα μοιραστούν μαζί του την εξουσία, θα πρέπει να δώσουν υπόσταση σε ένα ριζοσπαστικό Κέντρο που μπορεί να τα αλλάξει όλα –στη Γερμανία και στην Ευρώπη– εδώ και τώρα. Που μπορεί να τρέξει πιο γρήγορα από τη νομοτέλεια της φθοράς του.
Τίποτε δεν δείχνει ότι θα το πετύχουν.

