Εχουν περάσει μόλις τέσσερις μήνες. Αν μετρήσει κανείς από την ημέρα της αναβάπτισής του, ο Νίκος Ανδρουλάκης είναι πρόεδρος μόλις τεσσάρων μηνών. Του φαίνεται;
Μόλις τέσσερις μήνες μετά, και τα στελέχη που διεκδίκησαν την ηγεσία αισθάνονται τόση άνεση να γκρινιάξουν δημοσίως στην Κεντρική Επιτροπή. Μόλις τέσσερις μήνες και ο ίδιος ο νικητής νιώθει την ανάγκη να απευθύνει προειδοποιητικά μηνύματα στους «συντρόφους» του, ότι δεν θα ανεχθεί «πισωγυρίσματα». Θα ήταν αυτό το κλίμα εάν το ΠΑΣΟΚ έδειχνε δημοσκοπικό σφυγμό; Θα είχε πέσει τόσο γρήγορα νέφος εσωστρέφειας, αν το κόμμα δεν είχε πάλι προσκρούσει στο αόρατο «ταβάνι», μην μπορώντας το ίδιο να καρπωθεί το κύμα της δυσαρέσκειας κατά της κυβέρνησης;
Το ΠΑΣΟΚ τα έκανε όλα φρόνιμα. Είδε τις πλατείες να γεμίζουν και δεν τις αγνόησε. Δεν άφησε την εκπροσώπησή τους μόνο στα μικρά «μαγαζιά» του αντισυστημισμού. Επιχείρησε να δώσει το ίδιο θεσμική έκφραση στο πάνδημο αίτημα, και μάλιστα αποφεύγοντας τη συνάφεια με τις παρηκμασμένες εκδοχές της αντιπολίτευσης. Φαίνεται, όμως, εκ των υστέρων πως ό,τι χάνει η κυβέρνηση δεν κατευθύνεται αυτομάτως στο ρεζερβουάρ της αντιπολίτευσης. Το ΠΑΣΟΚ «έπαιξε» προσεκτικά τα Τέμπη, αλλά ενισχυμένες βγαίνουν πάλι οι δυνάμεις του αριστερού και δεξιού εξώστη. Γιατί;
Ποιος (δεν) μπορεί να καρπωθεί τις πλατείες.
Διότι το πάλαι ποτέ κραταιό κόμμα εξακολουθεί να θεωρείται από τους πολλούς μέρος του «συστήματος» διακυβέρνησης – κι ας έχει να κυβερνήσει πάνω από μια δεκαετία. Διότι στην ανδρουλακική φράση «αν υπήρχε τηλεδιοίκηση» δεν μπορεί κανείς να μην ακούσει και μια αυτο-κατηγορία για τον ΟΣΕ που κατέλειπε το χρεοκοπικό «σύστημα». Διότι ακόμη και στην –υποτίθεται– ανανεωμένη βιτρίνα του, το κόμμα δεν βρήκε παρά γόνους παλαιών συνδικαλιστών να επιστρατεύσει – δεν βρήκε τρόπο να αποφύγει το σημειολογικό βάρος.
Θα μπορούσε να υπάρχει και μια δημιουργική ανάγνωση του βάρους του παλαιού brand: Το προνομιακό του πεδίο δεν είναι η διαμαρτυρία (όπου οι «μικροί» του κοινοβουλευτικού περιθωρίου είναι ασυναγώνιστοι). Αρα, το ΠΑΣΟΚ δεν χρειάζεται να είναι σε διαρκή πόλεμο με τον «κυβερνητικό» χαρακτήρα του, προσπαθώντας να γίνει κόμμα διαμαρτυρίας. Αρκεί να συμφιλιωθεί με –και να επενδύσει σε– αυτό που έχει και που δύσκολα αλλάζει χωρίς παρενέργειες.
Ο πιο επιτυχημένος τοκιστής της διαμαρτυρίας παραπονέθηκε προχθές ότι δεν μπόρεσε ο ίδιος εγκαίρως να εκμεταλλευθεί τα Τέμπη, γιατί τα συγκάλυψαν. Ο Αλέξης Τσίπρας δήλωσε ότι το εκλογικό αποτέλεσμα του 2023 δεν θα ήταν ίδιο, αν είχε χαριστεί σε εκείνον τόση «εύφλεκτη» ύλη. Από την απλοϊκή του ανάγνωση διαφεύγει το ενδεχόμενο ότι, ακόμη κι αν υπήρχε κύμα (μεγαλύτερης) δυσαρέσκειας, δεν θα το καρπωνόταν ο ίδιος. Οτι όσες φορές κι αν προσπάθησε να δημιουργήσει τέτοιο κλίμα (πανδημία, υπόθεση Λιγνάδη), ωφελήθηκαν άλλοι, και όχι ο «συστημικός» πρώην πρωθυπουργός.
Το ΠΑΣΟΚ έχει να μάθει πολλά από την αποτυχία του Τσίπρα.

