Συζήτηση για συνεργασίες: Οξυγόνο μόνο για τον ΣΥΡΙΖΑ

Συζήτηση για συνεργασίες: Οξυγόνο μόνο για τον ΣΥΡΙΖΑ

4' 14" χρόνος ανάγνωσης

Η συζήτηση που ξεκίνησε για πιθανές συνεργασίες του ΠΑΣΟΚ –με αφορμή μάλιστα δηλώσεις δικών του στελεχών– μπορεί να αποδειχθεί εξαιρετικά επιζήμια για το Κίνημα. Δεν είναι τυχαίο ότι η κυβέρνηση έσπευσε να τις αξιοποιήσει υποχρεώνοντας την ηγεσία του ΠΑΣΟΚ να «μαζέψει» κάπως τα πράγματα και να κλείσει μια συζήτηση που στην παρούσα φάση εξυπηρετεί μόνο τη Ν.Δ. και όσους πιθανόν φαντάζονται τον εαυτό τους στον ρόλο του ηγέτη μιας μελλοντικής συμμαχίας.

Ο βασικός στρατηγικός στόχος του ΠΑΣΟΚ για το επόμενο διάστημα θα πρέπει να είναι να εδραιωθεί στη δεύτερη θέση και να καταστεί εκείνο ο βασικός εκφραστής του αιτήματος για κυβερνητική αλλαγή. Αν αυτό το επιτύχει –για το οποίο απαιτούνται, φυσικά, πολλές κινήσεις πέραν των καταγγελιών ή ό,τι άλλου εκλαμβάνεται ως «δυναμική αντιπολίτευση»–, όλα θα γίνουν ευκολότερα, λόγω της κεντρομόλου φύσεως της πολιτικής. Η συζήτηση για συνεργασίες δεν διευκολύνει αυτόν τον στόχο για μια σειρά από λόγους.

Κατ’ αρχάς υπάρχει το πρακτικό ζήτημα του εκλογικού νόμου, ο οποίος δίνει το μπόνους εδρών μόνο σε αυτόνομα κόμματα και όχι σε συνασπισμούς κομμάτων. Ενας προεκλογικός συνασπισμός κομμάτων (π.χ. ΠΑΣΟΚ – ΣΥΡΙΖΑ) θα μπορούσε να διεκδικήσει το μπόνους μόνο αν τα συστατικά κόμματα ανέστελλαν τη λειτουργία τους. Ακόμα και αν υποθέσουμε ότι για τον ΣΥΡΙΖΑ αυτό δεν θα ήταν πρόβλημα, για το ΠΑΣΟΚ κάτι τέτοιο θα μπορούσε να λειτουργήσει διαλυτικά. Πολλώ δε μάλλον όταν ο κ. Ανδρουλάκης έχει εκλεγεί δύο φορές πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ με πρόταγμα την πολιτική αυτονομία του χώρου.

Πέραν του νομικού σκέλους, όμως, τα προβλήματα είναι και πολιτικά. Κυβέρνηση στη χώρα μας δεν μπορεί να γίνει χωρίς το πρώτο κόμμα. Αν το ΠΑΣΟΚ θέλει να αποτελέσει τον κορμό μιας μελλοντικής κυβέρνησης, πρέπει να γίνει πρώτο κόμμα. Για να το επιτύχει αυτό δεν αρκεί να συσπειρώσει τη συντριπτική πλειοψηφία των κεντροαριστερών ψηφοφόρων, αλλά θα πρέπει να πάρει και ψηφοφόρους απευθείας από τη Ν.Δ. Να επικρατήσει στους ψηφοφόρους του «ενδιάμεσου χώρου» και να εκμεταλλευθεί ταυτόχρονα τις διαρροές της Ν.Δ. προς τα δεξιά της.

Και μόνο η συζήτηση μιας πιθανής συνεργασίας με τον ΣΥΡΙΖΑ υπονομεύει αυτόν τον στόχο. Ο ΣΥΡΙΖΑ –καλώς ή κακώς, δικαίως ή αδίκως– δημιουργεί ακόμα αρνητικά αντανακλαστικά. Η παρουσία του δίπλα στο ΠΑΣΟΚ αποτρέπει «κεντρογενείς» ψηφοφόρους να επιστρέψουν σε εκείνο ακόμα και αν είναι δυσαρεστημένοι με τη Ν.Δ. Πολύ περισσότερο αν στα σενάρια μπουν και άλλα, μικρότερα κόμματα που τρομάζουν τους πιο μετριοπαθείς ψηφοφόρους. Ενώ παράλληλα, η λογική «μετώπων» θα βοηθήσει τη Ν.Δ. να περιορίσει τις (σημαντικές) διαρροές της προς τα δεξιά, οι οποίες δεν είναι τυχαίο ότι αυξήθηκαν όταν εξέλιπε (μετά τις εκλογές του 2023) ο «μπαμπούλας» του ΣΥΡΙΖΑ.

Αν το ΠΑΣΟΚ έμπαινε τώρα σε συζητήσεις με τον ΣΥΡΙΖΑ ή άλλα κόμματα, είναι δεδομένο ότι κάθε τρεις και λίγο θα ανέκυπταν πολιτικές διαφωνίες. Οχι μόνο για ζητήματα επικαιρότητας (π.χ. ζητήματα εθνικής άμυνας, εκπαίδευσης κ.λπ.), αλλά και αποτίμησης του πρόσφατου παρελθόντος. Θα μπορούσε το ΠΑΣΟΚ να υποστηρίξει τα πεπραγμένα της περιόδου ΣΥΡΙΖΑ ή θα μπορούσε ο ΣΥΡΙΖΑ να υποστηρίξει όλες τις ιστορικές περιόδους του ΠΑΣΟΚ; Και πώς ακριβώς θα μπορούσαν να γίνουν αποδεκτά πρόσωπα που αποτελούν κόκκινο πανί για τους ψηφοφόρους του άλλου κόμματος; Μια αντιπολίτευση σε συνεχή εσωστρέφεια δεν μπορεί να είναι πειστική.

Ισχυρή δυναμική –το ΠΑΣΟΚ– δεν έχει. Θα αποκτήσει όταν προβάλει αποτελεσματικά μια πειστική κυβερνητική πρόταση και όταν γίνει εκφραστής ενός υπαρκτού ρεύματος.

Αναλύοντας ψυχρά τις εκλογικές τάσεις προκύπτει ξεκάθαρα ότι η περαιτέρω ενίσχυση του ΠΑΣΟΚ συνδέεται με την περαιτέρω αποδυνάμωση του ΣΥΡΙΖΑ και άλλων «όμορων» κομμάτων, όπως συνέβη αντίστροφα στο παρελθόν. Ο ΣΥΡΙΖΑ, παρά τη σταθεροποίησή του μετά την εκλογή του κ. Φάμελλου στην ηγεσία του, έχει μείζον στρατηγικό πρόβλημα. Να επιστρέψει σε ρόλο μικρού κόμματος διαμαρτυρίας δεν το θέλει. Να ξαναγίνει εκείνος κυβερνητικός πόλος δεν μπορεί. Το να αποτελεί μέρος μελλοντικών κυβερνητικών σεναρίων είναι κάτι που του δίνει πολιτικό οξυγόνο. Το ΠΑΣΟΚ, όμως, τι όφελος έχει από αυτό, αν ο βασικός του στόχος είναι κάποια στιγμή να γίνει πρώτο κόμμα;

Μετά μια δύσκολη δεκαπενταετία, το ΠΑΣΟΚ έχει καταφέρει να ενισχύσει την παρουσία του στο πολιτικό μας σκηνικό. Εχει δε ικανοποιητικό δείκτη δυνητικής ψήφου (οι ψηφοφόροι, δηλαδή, που στις έρευνες δηλώνουν ότι «θα μπορούσαν να το ψηφίσουν»), κάτι που δείχνει ότι η εικόνα του δεν προκαλεί πλέον τις αντισυσπειρώσεις του παρελθόντος. Ισχυρή δυναμική δεν έχει. Θα αποκτήσει όταν προβάλει αποτελεσματικά μια πειστική κυβερνητική πρόταση και όταν γίνει εκφραστής ενός υπαρκτού ρεύματος, όπως είχε συμβεί και με άλλα κόμματα στο παρελθόν. Η Ν.Δ. ανέκαμψε όταν έγινε ο βασικός εκφραστής του «φιλοευρωπαϊκού» μετώπου και στη συνέχεια του αντι-ΣΥΡΙΖΑ κλίματος. Ο ΣΥΡΙΖΑ είχε εκτοξευτεί όταν έγινε ο βασικός εκφραστής του «αντιμνημονιακού» ρεύματος αλλά και της τιμωρίας των κομμάτων που χρεώθηκαν την οικονομική κρίση. Το ΠΑΣΟΚ χρειάζεται να καβαλήσει –και αν δεν υπάρχει, να καλλιεργήσει– ένα αντίστοιχο ρεύμα.

Το ποιο θα είναι αυτό, τις κινήσεις τακτικής που πρέπει να γίνουν για να υποστηριχθεί η στρατηγική του και τους τόνους που θα πρέπει να υιοθετηθούν, θα τα αξιολογήσει το επιτελείο του. Οι συζητήσεις για συνεργασίες, πάντως, ειδικά σε αυτή τη χρονική συγκυρία, μόνο ζημιά μπορούν να του κάνουν.

Πλησιάζοντας στις εκλογές ή έπειτα από αυτές, η κατάσταση ίσως διαφοροποιηθεί καθώς στα σχετικά ζητήματα ενδεχομένως να πρέπει να τοποθετηθούν και άλλοι.

*Ο κ. Ευτύχης Βαρδουλάκης είναι σύμβουλος στρατηγικής και επικοινωνίας.

comment-below Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή

Editor’s Pick

ΤΙ ΔΙΑΒΑΖΟΥΝ ΟΙ ΣΥΝΔΡΟΜΗΤΕΣ

MHT