Το πόσο άλλαξε η Ελλάδα τα τελευταία 50 χρόνια μπορεί να το καταλάβει κανείς και από τον θεσμό της Προεδρίας. Μέσα στο σταθερό εθνικό πλαίσιο και στη θεσμικά θωρακισμένη Τρίτη Ελληνική Δημοκρατία, η κοινωνία είναι εξοικειωμένη με τον ανώτατο πολιτειακό θεσμό και έχει πλέον ένα σώμα μνήμης μισού αιώνα. Ο θεσμός είχε και σκοτεινές στιγμές (π.χ. το 1985), είχε και πολλές εναλλαγές οφειλόμενες κυρίως στην προσωπικότητα και στην ιδιοσυγκρασία του εκάστοτε ανώτατου άρχοντα.
Το καλοκαίρι του 1975 ο Μιχαήλ Στασινόπουλος, που είχε διατελέσει υπηρεσιακός τρόπον τινά Πρόεδρος της Δημοκρατίας μετά το δημοψήφισμα του Δεκεμβρίου 1974 για το πολιτειακό και την κατάργηση της βασιλευομένης δημοκρατίας, είχε ολοκληρώσει την επτάμηνη θητεία του. Στο διάστημα αυτό είχε κρατήσει προσωρινά το ανώτατο αξίωμα με μια διακριτική διαχείριση των καθηκόντων του. Ηταν μια μεταβατική περίοδος προσαρμογής στις νέες συνθήκες μετά τη δικτατορία. Και ένα από τα μεγάλα ζητήματα ήταν η απομάκρυνση από τις δημόσιες θέσεις των συνεργατών της χούντας.
Ο Κωνσταντίνος Τσάτσος ήταν ο πρώτος Πρόεδρος της Δημο-κρατίας με πλήρη θητεία, καθήκοντα που ανέλαβε το καλοκαίρι του 1975, λιγότερο από ένα χρόνο μετά την τουρκική εισβολή στην Κύπρο και την κατάρρευση του δικτατορικού καθεστώτος. Για τους Ελληνες του 1975 η πορεία από τον κίνδυνο ολέθρου για όλη τη χώρα ώς την ανόρθωση της συντεταγμένης πορείας προς την πρόοδο ήταν ένα θείο δώρο, το οποίο φυσικά οφειλόταν στην προσωπικότητα του Κωνσταντίνου Καραμανλή, του επιτελείου του αλλά και των διεθνών εγγυήσεων για το μέλλον της Τρίτης Ελληνικής Δημοκρατίας.
Εκείνα τα πρώτα χρόνια της Μεταπολίτευσης, οι εφημερίδες έγραφαν για δύο κυρίως πράγματα: για τη χούντα και για το μέλλον. Αν σταθούμε στο δεύτερο σκέλος, θα δούμε πως πολλές στήλες του Τύπου είχαν ειδησεογραφία για την κοινωνική και οικονομική ανόρθωση της Ελλάδας, κάτι που ήταν διάχυτο και στην καθημερινότητα. Παρά τα όποια προβλήματα, τα οποία ήταν πολλά και σοβαρά, το νέο Σύνταγμα του 1975 σηματοδοτούσε μια αφετηρία.
Τα πρότυπα που είχε ανάγκη τότε ο αστικός κόσμος της χώρας ήταν η σταθερότητα και η ευρωπαϊκή προοπτική. Ας μην ξεχνάμε ότι η τραγωδία της Κύπρου ήταν ακόμη νωπή και ότι τα μόνα χερσαία σύνορα που είχε η Ελλάδα με τον τότε δυτικό κόσμο (στα χρόνια του Ψυχρού Πολέμου) ήταν αυτά με την Τουρκία.
Τα πρότυπα που είχε ανάγκη τότε ο αστικός κόσμος ήταν η σταθερότητα και η ευρωπαϊκή προοπτική. Η τραγωδία της Κύπρου ήταν ακόμη νωπή και τα μόνα χερσαία σύνορα που είχε η Ελλάδα με τον τότε δυτικό κόσμο ήταν αυτά με την Τουρκία.
Ο Κωνσταντίνος Τσάτσος είχε το χάρισμα να έχει πολιτική θητεία επί σειρά ετών σε διάφορες κυβερνήσεις, να έχει στενή συνεργασία με τον Κωνσταντίνο Καραμανλή και επιπλέον να είναι διανοούμενος. Το φιλοσοφικό και εν γένει συγγραφικό έργο του προκαλούσε βαθιά εκτίμηση και το κύρος του ήταν αδιαμφισβήτητο. Παντρεμένος από το 1930 με την Ιωάννα Τσάτσου, αποτελούσαν ένα ζεύγος υψηλότατου μορφωτικού επιπέδου και ευρωπαϊκής καλλιέργειας στο ανώτατο αξίωμα της χώρας. Η Ιωάννα Τσάτσου, αδελφή του Γιώργου Σεφέρη, με δικό της συγγραφικό έργο, υπήρξε για πέντε χρόνια (1975-80) η Πρώτη Κυρία της χώρας. Είχαν παραλάβει το Προεδρικό Μέγαρο, τα Ανάκτορα όπως όλοι τα έλεγαν τότε, λαβωμένο από τις αισθητικές ατασθαλίες επί δικτατορίας. Δημοσιεύματα στον Τύπο της εποχής, ιδίως στον περιοδικό Τύπο συνοδευόμενα από έγχρωμες φωτογραφίες, μιλούσαν για την επανόρθωση καλού γούστου που είχε επιφέρει η αύρα και η σκέψη της Ιωάννας Τσάτσου στο Προεδρικό Μέγαρο. Ηταν μια περίοδος αισιοδοξίας. Ο Ψυχρός Πόλεμος διεθνώς ήταν ακόμη κραταιός και το όνειρο για την οργανική επανασύνδεση της Ελλάδας με την ΕΟΚ δεν είχε ακόμη εκπληρωθεί. Ωστόσο, τα εισοδήματα βελτιώνονταν, η ελευθερία του λόγου ήταν ένα κεκτημένο, οι πολιτικοί συσχετισμοί θα άλλαζαν σταδιακά μετά τις εκλογές του 1977.
Η περίοδος Τσάτσου μοιάζει με σελίδα από ένα βιβλίο Ιστορίας.

